ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑΣ - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑΣ


Μετά από κάποιους δισταγμούς, όμως, οι αστρονόμοι αποφάσισαν να εξακολουθήσουν να δίνουν στους πλανήτες ονόματα μυθολογικών προσώπων. Έτσι, στον νέο πλανήτη δόθηκε το όνομα Ουρανός, που ήταν πατέρας του Κρόνου στην ελληνική μυθολογία.
Η ανακάλυψη του Ουρανού διπλασίασε το μέγεθος του Ηλιακού Συστήματος. Ήταν μία ακόμη θεαματική απόδειξη ότι οι αρχαίοι δεν γνώριζαν τα πάντα και έδωσε στους αστρονόμους την συναρπαστική γνώση ότι στον ουρανό, εκτός από τους κομήτες, υπάρχουν και άλλα σημαντικά ουράνια σώματα για ανακάλυψη. 
ΔΙΠΛΟΙ ΑΣΤΕΡΕΣ
   Μετά την αποτυχία του Μπράντλυ πριν από πενήντα περίπου χρόνια, οι αστρονόμοι συνέχιζαν τις προσπάθειες για να εντοπίσουν την παράλλαξη των αστέρων.
Ο Χέρσελ  σκέφθηκε ότι θα μπορούσε ίσως να εντοπίσει την παράλλαξη, αν παρατηρούσε αστέρες που, φαινομενικά, βρίσκονται πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Δύο τέτοιοι αστέρες βρίσκονται στην ίδια οπτική γραμμή, αλλά, αν ο ένας είναι σημαντικά λαμπρότερος από τον άλλο, ο λαμπρός αστέρας μπορεί να βρίσκεται πολύ πιο κοντά στη Γη. Τότε, στη διάρκεια ενός έτους, ο λαμπρός αστέρας θα παρουσιάζει μικρές παραλλακτικές μεταβολές της θέσης του σε σχέση με τον αμυδρό.
Ο Χέρσελ άρχισε να μελετά τέτοιους αστέρες το 1781 και, με την πάροδο του χρόνου, παρατήρησε όντως ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ο ένας από τους αστέρες άλλαζε θέση σε σχέση με τον άλλο. Ωστόσο, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η μεταβολή δεν ήταν εκείνη που θα περίμενε κανείς αν αυτή πράγματι οφειλόταν στην κίνηση της Γης. Με τον καιρό, οι αστρονόμοι οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι μερικοί τέτοιοι αστέρες βρίσκονται ο ένας κοντά στον άλλο, όχι μόνο φαινομενικά, αλλά και στην πραγματικότητα, και ότι κινούνται ο ένας γύρω από τον άλλο. Οι αστέρες αυτοί ονομασθήκαν διπλοί αστέρες. Ο Νεύτων είχε παρουσιάσει τον νόμο του ως νόμο της παγκόσμιας έλξης, θεωρώντας ότι εκφράζει την ελκτική δύναμη ανάμεσα σε δύο οποιαδήποτε αντικείμενα μέσα στο Σύμπαν, μέχρι τότε όμως ο νόμος αυτός είχε επαληθευθεί μόνο μέσα στο Ηλιακό Σύστημα. Τώρα για πρώτη φορά μπορούσε να επαληθευθεί και σε μακρινούς αστέρες και έτσι αποδείχθηκε ότι είναι πραγματικά Παγκόσμιος.    
ΚΛΙΣΗ ΤΟΥ ΑΞΟΝΑ ΤΟΥ ΑΡΗ
   Ο άξονας της Γης παρουσιάζει κλίση 23,5 μοιρών ως προς την κάθετο επί του επιπέδου της τροχιάς της. Εξαιτίας αυτής της κλίσης δημιουργείται το φαινόμενο των εποχών. Όταν η Γη βρίσκεται στο τμήμα εκείνο της τροχιάς της στο οποίο ο Βόρειος Πόλος της είναι στραμμένος προς τον Ήλιο, το βόρειο ημισφαίριο έχει καλοκαίρι και το νότιο χειμώνα. Όταν βρίσκεται στο αντίθετο τμήμα της τροχιάς της, με τον Βόρειο Πόλο στραμμένο προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνην του Ηλίου, το βόρειο ημισφαίριο έχει χειμώνα και το νότιο καλοκαίρι.
Παρουσιάζουν και οι άλλοι πλανήτες μια τέτοια κλίση; Ο Χέρσελ  μελετούσε την περιστροφή του Άρη και την κίνηση των χαρακτηριστικών σημείων της επιφάνειάς του, στην οποία είχε βασισθεί ο Κασσίνι για να προσδιορίσει τον χρόνο περιστροφής του. Ο Χέρσελ σκέφθηκε ότι τα χαρακτηριστικά σημεία πρέπει να κινούνται παράλληλα προς τον ισημερινό του Άρη και ότι ο άξονας περιστροφής του πρέπει να είναι κάθετος προς αυτόν. Με αυτόν τον τρόπο προσδιόρισε τον άξονα περιστροφής του Άρη και υπολόγισε ότι παρουσιάζει κλίση 24 μοιρών περίπου, δηλαδή σχεδόν ίση με της Γης. Αυτό ήταν ένα ακόμη σημείο στο οποίο η Γη μοιάζει με τους άλλους πλανήτες.

1782
ΜΕΤΑΒΛΗΤΟΙ ΑΣΤΕΡΕΣ ΕΚΛΕΙΨΕΩΣ
   Οι αστρονόμοι είχαν προσέξει από παλιά ότι μερικοί αστέρες είναι μεταβλητοί, δηλαδή η λαμπρότητά τους δεν παραμένει σταθερή αλλά αυξομειώνεται.
Ο πρώτος μεταβλητός αστέρας που ανακαλύφθηκε ήταν ο όμικρον του αστερισμού του Κήτους. Το 1596, ο Γερμανός αστρονόμος Φαμπρίτσιους (1564-1617), παρατήρησε τις μεταβολές της λαμπρότητάς του. Ο αστέρας αυτός αργότερα ονομάσθηκε Μίρα ( «θαυμάσιος» στα λατινικά) από τον Γερμανό αστρονόμο Γιοχάννες Χέδελ, γνωστό ως Χεδέλιους (1611- 1687).
Ένας άλλος μεταβλητός αστέρας ανακαλύφθηκε το 1672 από τον Ιταλό αστρονόμο Τζεμινιάνο Μαντανάρι (1633-1687). Ήταν ο Βήτα του αστερισμού του Περσέα, που είναι επίσης γνωστός ως Αλγκόλ (που στα αραβικά σημαίνει «ο δαίμονας», επειδή αντιπροσωπεύει το κεφάλι της Μέδουσας μέσα στον αστερισμό). Η λαμπρότητα του Αλγκόλ δεν μεταβάλλεται τόσο πολύ όσο του Μίρα, αλλά οι μεταβολές του Αλγκόλ, αντίθετα από του Μίρα, παρουσιάζουν μεγάλη κανονικότητα.
Το 1782, ο Αλγκόλ μελετήθηκε από το Βρετανό αστρονόμο Τζων Γκούντραϊκ (1764-1786), ο οποίος ήταν κωφάλαλος. Ο Γκούντραϊκ, για να εξηγήσει την κανονικότητα που παρουσιάζουν οι αυξομειώσεις της λαμπρότητας του Αλγκόλ, εξέφρασε την άποψη ότι μπορεί να υπάρχει ένας αμυδρός συνοδός αστέρας που εκτελεί περιφορά γύρω από τον Αλγκόλ στο επίπεδο της οπτικής μας γραμμής, με αποτέλεσμα να κρύβει κατά διαστήματα το φως του, να προκαλεί δηλαδή έκλειψη του αστέρα.
Η θεωρία του αποδείχθηκε απόλυτα σωστή, Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι δεν είναι όλοι οι μεταβλητοί αστέρες μεταβλητοί εκλείψεως. Παραδείγματος χάριν, ο Μίρα δεν ανήκει σε αυτόν τον τύπο. Οι αυξομειώσεις της λαμπρότητάς του είναι τόσο ακανόνιστες ώστε είναι αδύνατον να οφείλονται σε εκλείψεις.

1783
ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ
   Για τους αρχαίους, το ακίνητο Κέντρο του Σύμπάντος ήταν η Γη, ενώ στις αρχές της σύγχρονης εποχής, ο ρόλος αυτός δόθηκε στον Ήλιο.
Το 1783, όμως, ο Χέρσελ άρχισε μια συστηματική μέτρηση της ιδίας κίνησης  πολλών αστέρων. Οι πολύ αμυδροί και πολύ μακρινοί αστέρες κινούνται τόσο ελάχιστα ώστε μπορούν να θεωρηθούν ακίνητοι και να χρησιμεύσουν ως σημεία αναφοράς, με βάση τα οποία μπορεί να μετρηθεί η αισθητή κίνηση των πλησιέστερων αστέρων.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια, ο Χέρσελ διαπίστωσε ότι σε μια περιοχή του ουρανού οι αστέρες απομακρύνονται ο ένας από τον άλλο, ενώ στην αντίθετη περιοχή πλησιάζουν ο ένας τον άλλο. Το 1805 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτό το φαινόμενο μπορεί να εξηγηθεί, αν δεχθούμε ότι ο Ήλιος κινείται προς εκείνο το σημείο στο οποίο φαίνονται να απομακρύνονται οι αστέρες και απομακρύνεται από το σημείο στο οποίο οι αστέρες φαίνονται να πλησιάζουν.
Όπως ο Κοπέρνικος  είχε υποστηρίξει ότι η Γη είναι ένας πλανήτης σαν όλους τους άλλους και κινείται όπως όλοι οι πλανήτες, έτσι και ο Χέρσελ τώρα υποστήριξε ότι ο Ήλιος είναι κι αυτός ένας αστέρας σαν όλους τους άλλους και κινείται όπως όλοι οι αστέρες.
Αλλά αν ούτε η Γη ούτε ο Ήλιος είναι το ακίνητο κέντρο του Σύμπαντος, τότε πού βρίσκεται αυτό το κέντρο; Δεν υπήρχε κανένας άλλος «υποψήφιος» γι’ αυτόν τον ρόλο και το ερώτημα έμελλε να παραμείνει αναπάντητο για κάποιο χρονικό διάστημα.
ΠΟΛΙΚΟΙ ΠΑΓΟΙ ΣΤΟΝ ΑΡΗ
   Το 1784, ο Χέρσελ, που είχε προσδιορίσει την κλίση του άξονα περιστροφής του Άρη, και επομένως γνώριζε τη θέση των πολικών περιοχών του πλανήτη, παρατήρησε ότι οι περιοχές αυτές καλύπτονται από πάγο. Ήταν μία ακόμη ομοιότητα ανάμεσα στον Άρη και τη Γη.

1785
ΣΜΗΝΗ ΚΑΙ ΝΕΦΕΛΩΜΑΤΑ
   Ο Γουίλλιαμ Χέρσελ  μελέτησε τα θολά ουράνια αντικείμενα που είχε καταγράψει ο Μεσσιέ  και το 1785 ανακάλυψε ότι μερικά από αυτά δεν είναι νεφελώματα αλλά σμήνη αστέρων με μεγάλη πυκνότητα (τουλάχιστον σε σύγκριση με τη δική μας «αραιοκατοικημένη» αστρική περιοχή) και με σφαιρικό περίπου σχήμα. Σήμερα τα ονομάζουμε σφαιρωτά σμήνη και γνωρίζουμε ότι μερικά από αυτά αποτελούνται από εκατοντάδες χιλιάδες αστέρια.
Υπήρχαν και μερικά νεφελώματα στα οποία ο Χέρσελ δεν μπορούσε να διακρίνει τους μεμονωμένους αστέρες που τα αποτελούν. Έτσι, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα, όπως και ο Ιμμάνουελ Καντ πριν από αυτόν, ότι μπορεί να είναι μεγάλα συγκροτήματα αστέρων που βρίσκονται πολύ μακριά, με αποτέλεσμα το τηλεσκόπιο μην μπορεί να διακρίνει μεμονωμένους αστέρες.
Επίσης, ο Χέρσελ ανακάλυψε σκοτεινές περιοχές στον Γαλαξία, δηλαδή τμήματα του ουρανού στα οποία δεν υπάρχει κανένας αστέρας, αλλά περιβάλλονται από αμέτρητους αστέρες από όλες τις πλευρές. Ο Χέρσελ υποστήριξε ότι πρόκειται για τρύπες, οι οποίες τυχαίνει να είναι στραμμένες προς το μέρος μας, με αποτέλεσμα να βλέπουμε μέσα από έναν «κύλινδρο» κενού, άναστρου χώρου.
ΓΑΛΑΞΙΑΣ
    Το 1785, ο Χέρσελ έκανε μια ανακοίνωση σχετικά με την προσπάθειά του να προσδιορίσει το σχήμα του αστρικού συγκροτήματος στο οποίο ανήκουμε. Προφανώς, ήταν δύσκολο να μετρήσει όλα τα άστρα που υπάρχουν στον ουρανό, γι’ αυτό έκανε δειγματοληπτική καταμέτρηση. Επέλεξε 683 περιοχές του ουρανού, κατανεμημένες σε όλη την έκταση του ουράνιου θόλου, και μέτρησε τα άστρα που έβλεπε στην κάθε μία. (Αυτή ήταν η πρώτη εφαρμογή στατιστικών μεθόδων στην αστρονομία).
Διαπίστωσε ότι ο αριθμός των αστέρων ανά μονάδα ουράνιας επιφάνειας αυξάνεται σταθερά όσο πλησιάζουμε στη γαλαξιακή ζώνη του ουρανού και λαμβάνει τη μέγιστη τιμή του στο επίπεδο αυτής της ζώνης, ενώ μειώνεται στην ελάχιστη τιμή του στην κατεύθυνση που είναι κάθετη σε αυτό το επίπεδο. Σύμφωνα με τον Χέρσελ, αυτή η κατανομή μπορεί να εξηγηθεί, αν δεχθούμε ότι το αστρικό σύστημα έχει σχήμα φακού και η ζώνη του Γαλαξία στον ουρανό αντιπροσωπεύει την περιφέρεια του φακοειδούς αστρικού συγκροτήματος.
Αυτή η φακοειδής κατανομή των αστέρων είχε υποστηριχθεί και από άλλους αστρονόμους στο παρελθόν, ο Χέρσελ όμως ήταν ο πρώτος που κατέληξε σε αυτήν τη θεωρία μετά από προσεκτικές παρατηρήσεις. Για πρώτη φορά προσδιορίσθηκε το σχήμα του Γαλαξία, αλλά ακόμη και τότε κανένας αστρονόμος δεν γνώριζε ποιο είναι το πραγματικό του μέγεθος και πόσο μεγάλος είναι ο αριθμός των αστέρων που περιέχει. Ο Χέρσελ πίστευε ότι ο Γαλαξίας περιέχει εκατό εκατομμύρια άστρα, έναν αριθμό που είναι σε τεράστιο βαθμό μικρότερος από τον πραγματικό.

1789
ΔΟΡΥΦΟΡΟΙ
   Μέχρι τα τέλη του Ι7ου αιώνα, ήταν γνωστοί δέκα δορυφόροι: η Σελήνη, οι τέσσερις δορυφόροι του Δία, που ανακαλύφθηκαν από τον Γαλιλαίο, και οι πέντε δορυφόροι του Κρόνου, που ανακαλύφθηκαν από τον Χόυχενς  και τον Κασσίνι.
Είχε περάσει ένας αιώνας από την ανακάλυψη της Διώνης από τον Κασσίνι το 1684, χωρίς να ανακαλυφθεί κανένας νέος δορυφόρος. Αλλά, το 1787, ο Χέρσελ ανακάλυψε δύο δορυφόρους του δικού του πλανήτη, του Ουρανού. Τους ονόμασε Τιτάνια και Όμπερον, από τα ονόματα της βασίλισσας και του βασιλιά των νεράιδων στο έργο του Γουίλλιαμ Σαίξπηρ « Όνειρο Θερινής Νυκτός», θέτοντας έτσι τέρμα στη μέχρι τότε παράδοση να δίνονται στους πλανήτες και στους δορυφόρους ονόματα από την ελληνική μυθολογία.
Το 1789 ο Χέρσελ ανακάλυψε δύο ακόμη δορυφόρους του Κρόνου, οι οποίοι ήταν πλησιέστεροι προς τον πλανήτη από τους ήδη γνωστούς. Τους ονόμασε Μίμα και Εγκέλαδο, που είναι τα ονόματα δύο γιγάντων οι οποίοι είχαν εξεγερθεί κατά του Δία στην ελληνική μυθολογία. Έτσι, τώρα ήταν γνωστοί δεκατέσσερις δορυφόροι: ένας της Γης, τέσσερις του Δία, επτά του Κρόνου και δύο του Ουρανού. Θα περνούσαν πενήντα περίπου χρόνια ώσπου να ανακαλυφθούν κι άλλοι.

1794
ΜΕΤΕΩΡΙΤΕΣ
   Οι άνθρωποι γνώριζαν από την αρχαιότητα ότι, μερικές φορές, πέφτουν αντικείμενα από τον ουρανό. Η Κάαμπα, ο ιερός μαύρος λίθος των μουσουλμάνων, είναι πιθανόν ένας μετεωρίτης. Το ίδιο ισχύει και για έναν λίθο που λατρευόταν στον ναό της Άρτέμιδος στην Έφεσο. Κατά διαστήματα υπήρχαν αναφορές μαρτύρων που είχαν παρακολουθήσει τέτοιες πτώσεις.
Στον αιώνα της Λογικής, οι αφηγήσεις αυτές είχαν απορριφθεί από τους επιστήμονες. Το 1794, όμως, ο Γερμανός φυσικός Ερνστ Φλόρενς Φρήντριχ Κλάντνι (1756-1827) εξέδωσε ένα βιβλίο στο οποίο υποστήριζε ότι η πτώση μετεωριτών είναι υπαρκτό φαινόμενο, το οποίο συμβαίνει επειδή στο γύρω από τη Γη κοσμικό διάστημα υπάρχουν θραύσματα ενός πλανήτη που έχει εκραγεί.
Ήταν η πρώτη φορά που δινόταν μια λογική εξήγηση για το φαινόμενο των μετεωριτών και οι αντιλήψεις των επιστημόνων πάνω σε αυτό το θέμα μεταστράφηκαν σταδιακά. Η μεταστροφή όμως χρειάσθηκε πολύ χρόνο για να πραγματοποιηθεί.