Παρθενώνας (μέρος 3ο) - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Παρθενώνας (μέρος 3ο)

ΑΡΧΑΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ » Παρθενώνας (μέρος 3ο)

Βάσει αυτών των ατομικών διαφορών, διαπιστώνεται ότι τα σωζόμενα θραύσματα προέρχονται από 15 τουλάχιστον διαφορετικά κιονόκρανα. Είναι, επομένως, εκτός πάσης αμφιβολίας ότι ο ναός ήταν περίπτερος, φυσικά εξάστυλος. Από το πιθανόν μήκος της κρηπίδος του και από το μήκος των μικρότερων μετοπών του υπολογίζεται ότι ο πιθανός αριθμός των κιόνων στις μακρές πλευρές του ήταν 13.
Σπουδαιότατο μέσον για τη μελέτη του «κτηρίου Η» είναι το μεσαίο από τα αναχρησιμοποιημένα στο νότιο τείχος επιστύλια. Το αριστερό πέρας του είναι απλό επίπεδο, κατάλληλο για τη συνάρμοση με ένα όμοιο επιστύλιο, το δεξιό, όμως είναι ασυνεχές, κατάλληλο για συνάρμοση με τρεις επάλληλους λίθους ύψους 49, 49 και 59 εκ. Επειδή δεν είναι ακόμη βέβαιον ότι το βαθμιδωτό πέρας είναι αυθεντικό στοιχείο του λίθου, δεν είναι επίσης βέβαιον ότι το επιστύλιο προέρχεται από μια πρόσταση.
Αλλά και εάν ήταν δυνατόν να αποδειχθεί η αυθεντικότης του βαθμιδωτού πέρατος, θα παρέμενε ακόμη προς διερεύνηση το είδος των προστάσεων: πρόστυλες ή εν παραστάσιν; Μια σχετική έρευνα έχει ήδη γίνει από τον Ι. Beyer, αλλά παραμένει αδημοσίευτη.

Τα τρίγλυφα ήσαν δύο ειδών:
• Τρίγλυφα μονοκόμματα, πλακοειδή, τα οποία κατά κάποιον τρόπο αποτελούσαν είδος επενδύσεως στο άνω μέρος του θριγκού, το οποίο ήταν κτισμένο με κανονικές λιθοπλίνθους.
• Τρίγλυφα λαξευμένα αμέσως επάνω στην επιφάνεια του τοίχου και επομένως αποτελούμενα καθένα από επάλληλους λίθους.
Οι μετόπες του ναού ήσαν διαφόρων ειδών:
• Απλές ακόσμητες πλάκες από υμήττειο μάρμαρο.
• Απλές πλάκες από υμήττειο μάρμαρο με επιχρωματισμένα εγχάρακτα δωρικά φύλλα, ακριβώς κάτω από την κεφαλή. Τέτοιες πλάκες σώζονται αναχρησιμοποιημένες στην επένδυση του μυκηναϊκού τείχους έξω από τα Προπύλαια. Σε δύο από αυτές τις πλάκες είναι χαραγμένη και η περίφημη επιγραφή IGII24.
• Μετόπες με μαρμάρινα γλυπτά, προσκολλημένα σε απλή επίπεδη επιφάνεια, αποτελούμενη από επάλληλες πώρινες λιθοπλίνθους. Τα γλυπτά αυτά δεν είναι άλλα από τις γνωστές ανάγλυφες παραστάσεις θηρίων (λεοπαρδάλεις και λέοντες σε υμήττειο μάρμαρο) στην Αίθουσα Ι του Μουσείου της Ακροπόλεως.
• Πλήρεις γλυπτές μετόπες από υμήττειο μάρμαρο. Οι γνωστοί τέσσερις μικροί ίπποι σε μετωπική όψη (Μουσ. Ακρ. 577) δεν είναι παρά μέρος μιας τέτοιας μετόπης. Το θέμα της, τέθριππο σε μετωπική όψη, όπως και στην πολύ γνωστή παρόμοια μετόπη του ναού C του Σελινούντος, ανήκει προφανώς στον θεματικό κύκλο της Γιγαντομαχίας.
Η Γιγαντομαχία, λοιπόν, ήταν ένα από τα θέματα και στον «πρωταρχικό Παρθενώνα» («κτήριον Η»), όπως ήταν αργότερα και στον ίδιο τον κλασικό Παρθενώνα.
Τα αετώματα του ναού συγκέντρωναν μεγάλες συνθέσεις λεόντων στο μέσον, αφηγηματικών παραστάσεων με μυθικά ή θρησκευτικά θέματα εκατέρωθεν και όφεων στα άκρα. Τη γνώση αυτών των αετωμάτων την οφείλουμε κυρίως στις έξοχες εργασίες του Schuchhardt και του Ι. Beyer.
Η σίμη του ναού ήταν λαξευμένη σε υμήττειο μάρμαρο και έτρεχε σε όλες τις πλευρές. Στην ανατολική και τη δυτική πλευρά, ως επαετίς, διέθετε η σίμη μεγαλύτερο ύψος και πρόσθετη εγχάρακτη κόσμηση: ταινία με το διακοσμητικό γεωμετρικό θέμα του «ψαροκόκαλου» στην ανατολική πλευρά και ταινία με ζατρικοειδές θέμα στη δυτική. Στα άκρα του αετώματος οι ταινίες αυτές κατέληγαν σε μεγάλες όρθιες έλικες.  
Όρθιες έλικες στα άκρα ενός στοιχείου επιστέψεως είναι ένα όχι σπάνιο θέμα. Απαντά σε πλείστα μνημεία διαφόρων τόπων και εποχών. Πλησιέστερα ανάλογα προς τις έλικες αυτού του ναού είναι εκείνες του αρχαϊκού ναού της αρχαίας Ίστριας. Οι έλικες αυτές είναι είδος ακρωτηρίων με καθαρά διακοσμητική αξία, χωρίς συμβολική σημασία και επομένως δεν υποκαθιστούν τα κανονικά εικονιστικά ακρωτήρια.
Για το πρόβλημα της αναπαραστάσεως των ακρωτηρίων που κάποτε κοσμούσαν τα αετώματα του ναού έχουν προταθεί διάφορες λύσεις: οι πιο γνωστές έκαναν χρήση των ανάγλυφων λεοπαρδάλεων, λεόντων (που όμως ανήκουν μάλλον σε μετόπες) ως και θραυσμάτων από μια Γοργώ, ίχνος της οποίας (δάκτυλα ποδιού) σώζεται σε ένα θραύσμα της επαετίδος (Schrader). Η παρούσα έρευνα έδειξε ότι περί τα μέσα του 6ου αιώνα τα ως άνω πρωταρχικά ακρωτήρια αντικαταστάθηκαν.
Για τα νέα ακρωτήρια υπάρχουν ευτυχώς πολύ ασφαλείς αποδείξεις: τα βάθρα των. Από αυτά σώζονται διάφορα θραύσματα, προερχόμενα από το δεξιό ακρωτήριο του δυτικού αετώματος, από το αριστερό του ανατολικού αετώματος και από τα κεντρικά ακρωτήρια αμφοτέρων των αετωμάτων. Τα βάθρα ήσαν και αυτά λαξευμένα σε υμήττειο μάρμαρο, όπως και η ίδια η σίμη. Η μικρότερη ηλικία αυτών των βάθρων αναγνωρίζεται και από τα ίχνη των οδοντωτών εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν για τη λάξευση.
Μεταξύ των γεωμετρικών στοιχείων και λεπτομερειών, των βάθρων αφενός και της σιμής αφετέρου, η συμφωνία των μέτρων και των σχημάτων είναι απόλυτη. Το καλύτερα σωζόμενο από τα βάθρα έχει στο κάτω μέρος μια εξαιρετικά πολύπλοκη μορφή, η οποία δεν είναι άλλο από το αρνητικό σχήμα της αντίστοιχης γωνίας της σιμής και της κεραμώσεως του ναού. Η εφαρμογή του βάθρου στη θέση του είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα πολύπλοκης συμπλοκής γεωμετρικών λαξευτών μορφών. Εκεί όπου στην πλευρά εκροής η σιμή διαθέτει σωληνωτό στόμιο, το βάθρο διαθέτει στην κάτω επιφάνειά του μια αντίστοιχη εκκοίλανση ημικυκλικής διατομής για την ελεύθερη ροή των υδάτων.
Στο άνω μέρος του βάθρου υπάρχει λαξευτή ορθογώνια υποδοχή για την πλίνθο ενός γλυπτού. Από τη μορφή και το μέγεθος της υποδοχής οδηγείται κανείς στη διαπίστωση ότι το γλυπτό αυτό δεν δύναται να είναι άλλο από την αρχαϊκή μαρμάρινη Σφίγγα, η οποία βρέθηκε το 1883 στα ανατολικά του Παρθενώνος. 
 Μερικές απαράβλεπτες ιδιομορφίες αυτού του βάθρου, οι οποίες παρατηρούνται και στο άλλο γωνιαίο βάθρο, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι σε κάποια απροσδιόριστη χρονική στιγμή τα νέα ακρωτήρια αντικαταστάθηκαν και αυτά, ενώ τα (γωνιαία) βάθρα ασφαλίσθηκαν έναντι ολισθήσεως με σιδηρές ράβδους.
Από τα συναρμοσμένα θραύσματα του βάθρου της κορυφής του δυτικού, μάλλον, αετώματος είναι δυνατή η ακριβής αναπαράσταση της μορφής του. Ήταν ένας ορθογώνιος λίθος πλάτους 83 εκ., ο οποίος έφθανε σε βάθος 1.20 μ. από την όψη της σιμής. Το μεγάλο λάξευμα στο άνω μέρος του μαρτυρεί την αντικατάσταση του νέου ακρωτηρίου από ένα ακόμη νεώτερο (μεγάλο ανθέμιο;).
Από το παρόμοιο βάθρο της κορυφής του ανατολικού, μάλλον, αετώματος σώζονται δύο θραύσματα τα οποία αποδεικνύουν ότι και αυτό το νέο βάθρο είχε δύο φάσεις. Κατά την πρώτη ήταν ένα απλό ορθογώνιο, όπως αυτό που ήδη περιγράψαμε. Κατά την επόμενη φάση προστέθηκαν εκατέρωθεν και συνδέθηκαν με συνδέσμους μορφής διπλού Τ δύο τετράγωνοι λίθοι. Το πιθανότερο είναι ότι οι λίθοι αυτοί εξυπηρέτησαν την τοποθέτηση δύο κορών εκατέρωθεν του νέου ακρωτηρίου.
 
ΙΕΡΟΝ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΟΣ 
Κάτω από το βόρειο πτερόν του Παρθενώνος, και σε επιφάνεια που αντιστοιχεί στο διάστημα μεταξύ 5ου και 8ου κίονος, υπήρχε από παλαιότερη εποχή ένα μικρό ιερό αποτελούμενο από έναν βωμό στο ανατολικό μέρος και μικρό ναΐσκο ή μάλλον οίκημα (ναΐσκος χωρίς κίονες) στο δυτικό. Ο ναΐσκος πρέπει να στέγαζε ένα άγαλμα, του οποίου το υπόβαθρο σώζεται ακόμη στη θέση του. Το ιερό αυτό ήταν μέχρι το 447 π.Χ. ελεύθερο, έξω από τη βόρεια πλευρά του Προπαρθενώνος.  
Τα σπουδαιότερα, όμως, συστατικά του –ο βωμός και ο ναΐσκος– βρέθηκαν αργότερα κάτω από μεγάλες νέες κατασκευές εξαιτίας της ισχυρής προς βορράν αυξήσεως του βάθρου του Παρθενώνος. Ωστόσο, το μικρό ιερό δεν ήταν επιτρεπτό να καταργηθεί, όπως και στο Ερεχθείο, οι οικοδόμοι φρόντισαν για την κατάλληλη διατήρηση ενός μέρους του κάτω από το πτερόν και την ανακατασκευή του ναΐσκου και του βωμού στις ίδιες θέσεις, αλλά υψηλότερα, στο επίπεδο του δαπέδου του πτερού.  
Η αναβίβαση του αγάλματος στη νέα στάθμη πραγματοποιήθηκε με την προσθήκη δύο σειρών λίθων μεταξύ της βάσεως και του υποβάθρου του, πριν από την τοποθέτηση του δαπέδου του κλασικού ναού και την ανακατασκευή του ναΐσκου.
Ο αρχικός προσανατολισμός του μικρού ιερού, μετρήσιμος με ειδικό τρόπο στο κατά χώραν υπόβαθρο του αγάλματος, παρουσιάζει αριστερόστροφη απόκλιση 3,5 βαθμών έναντι του άξονος του κλασικού ναού. Από τη μορφή του ιερού και τη θέση του στη βόρεια πλευρά του Παρθενώνος συνάγεται ότι τούτο θα πρέπει να είναι το αναφερόμενο από τον Παυσανία ιερόν της Αθηνάς Εργάνης.

ΣΥΓΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ
Οι φάσεις του ιερού της Αθηνάς συνοψίζονται ως εξής:
Α. Άγνωστη αρχική μορφή του κεντρικού τεμένους στη βόρεια πλευρά της κεντρικής οδού, με βωμό στο ανατολικό μέρος και μικρό ναό στα δυτικά. Το τέμενος εκτείνεται και στην άλλη πλευρά της οδού.
Β. (8ος-7ος αι. π.Χ.) Ανανέωση του ναού. Ο ναός είναι μάλλον χωρίς περίσταση, πλίνθινος με ξύλινους κίονες και, προς το τέλος της περιόδου, με πλούσια κεράμωση. Στεγάζει το ξύλινο άγαλμα της Αθηνάς. Ένας ακόμη ναός ανιδρύεται στο νότιο μέρος του τεμένους, στη θέση του σημερινού Παρθενώνος. Στο εξής, οι δύο ναοί θα συνυπάρχουν υπηρετώντας τις δύο κύριες υποστάσεις της Αθηνάς. Οι υποστάσεις αυτές τεκμηριώνονται και από τη σχετική εικονογραφία: η ειρηνική Αθηνά Πολιάς ή πολιούχος παρίσταται ένθρονη, η πολεμική Αθηνά Παρθένος παρίσταται όρθια και πάνοπλη.
Γ. (566 π.Χ.) Αναδιοργάνωση της τελετής των Παναθηναίων και ταχεία ανοικοδόμηση του νοτίου ναού («κτήριον Η» ή «πρωταρχικός Παρθενών»): εξάστυλος περίπτερος με πώρινη αρχιτεκτονική και πώρινα αετώματα. Μερικές μετόπες του και η περίμετρος της κεραμώσεως είναι από υμήττειο μάρμαρο. Βορείως του ναού διαμορφώνεται ένα μικρό Ιερό (της Εργάνης Αθηνάς;) με βωμό και ναΐσκο ή, μάλλον, μικρό οίκημα (ναΐσκος χωρίς κίονες), παρόμοιο προς εκείνο της Αθηνάς Νίκης.
Δ. (Επί Πεισιστρατιδών) Ανοικοδόμηση του αρχαίου νεώ: εξάστυλος περίπτερος πώρινος με μαρμάρινα αετώματα. Βορείως του ναού υφίστανται μερικά μικρά τεμένη και ιερά: Ερέχθειον, Πανδρόσειον, Κεκρόπιον κ.λπ. Στα τεμένη αυτά υπάρχουν ήδη μερικά μικρά δωρικά κτίσματα, ναΐσκοι ή (ή και) οικήματα.
 Ε. (Τέλη 6ου αρχές 5ου αι. π.Χ., πρόγραμμα της νεοσύστατης δημοκρατίας εις αντικατάσταση του σχετικού προγράμματος για το Ολυμπιείον) Εργασίες για την ανέγερση ενός νέου, πολύ μεγαλύτερου ναού (Παρθενών Ι) στη θέση του πρωταρχικού Παρθενώνος. Απαιτείται πολύς χώρος προς νότο, επάνω από την κατωφέρεια του βράχου και επομένως είναι αναγκαία η κατασκευή ογκώδους υποδομής (στερεοβάτης).  
Το υφιστάμενο κτήριο καθαιρείται, ίσως όχι όλο (η προσωρινή διατήρηση μέρους του ήταν ακόμη δυνατή). Μερικές μετόπες του χρησιμοποιούνται ως πλάκες επενδύσεως του μυκηναϊκού τείχους κατά την αναμόρφωση της δυτικής εισόδου της Ακροπόλεως. Η διατήρηση του ναΐσκου είναι δυνατή υπό όρους, κι ίσως τότε αρχίζει η κατασκευή της βάσεως του νοτίου τείχους. Το όλο πρόγραμμα διακόπτεται από τον επερχόμενο περσικό κίνδυνο.
ΣΤ. (490-495 π.Χ., μετά τη νίκη στον Μαραθώνα) Το σχέδιο αναθεωρείται (Παρθενών II, ή μαρμάρινος Προπαρθενών), αντί πώρου χρησιμοποιείται μάρμαρο, οι διαστάσεις, όμως, περιορίζονται κάπως, πράγμα που διευκολύνει και την περαιτέρω διατήρηση του προς βορράν ιερού. Στο ίδιο πρόγραμμα περιλαμβάνεται και η κατασκευή ενός μαρμάρινου προπύλου στη δυτική είσοδο της Ακροπόλεως. 
Το 485 π.Χ., όταν οι εργασίες διακόπτονται χάριν των αμυντικών προγραμμάτων, οι κίονες του ναού έχουν στηθεί έως τον 2ο ή 3ο σπόνδυλο και ο κυματιοφόρος τοιχοβάτης είναι στη θέση του, ενώ ισοδύναμη ή ακόμη μεγαλύτερη ποσότητα μαρμάρων απομένει αχρησιμοποίητη γύρω από το έργο και μέσα στα λατομεία. Από το πρόπυλον έχουν κατασκευασθεί μόνον οι κρηπίδες και οι ορθοστάτες των τοίχων.
Καθ' όλη τη διάρκεια των ως άνω η νότια πλευρά της Ακροπόλεως υφίστατο με την παλαιά, μυκηναϊκής εποχής μορφή της, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας ήταν η προς νότο κρημνώδης κατωφέρεια του βράχου με το μυκηναϊκό τείχος, εν τω μεταξύ ημικατεστραμμένο, σε στάθμη πολύ χαμηλότερη (μέχρι 20 μ.!) από την κεντρική ράχη του βράχου. 
Ζ. (480 π.Χ.) Καταστροφή των ιερών της Ακροπόλεως και ειδικότερα του αρχαίου νεώ. Ο ημιτελής Προπαρθενών καταστρέφεται (και μαζί του τα πιθανώς ακόμη διατηρούμενα μικρά μέρη του πρωταρχικού Παρθενώνος). Το ημιτελές μαρμάρινο πρόπυλο της Ακροπόλεως καταστρέφεται επίσης.
Η. (Μετά τα Περσικά) Πρόχειρη επισκευή μέρους του αρχαίου νεώ. Νέα κατασκευή ή επισκευή προϋπάρχοντος οικήματος στα βόρεια του ναού (στη θέση του ανατολικού διαμερίσματος του Ερεχθείου). Στο οίκημα αυτό στεγάζεται το αρχαίον άγαλμα. Κατασκευή μέρους του βορείου τείχους. Ανέγερση του νοτίου και ανατολικού τείχους (466 π.Χ.). 
 Δεν είναι βέβαιον αν η βάση αυτού του τείχους, με το αναχρησιμοποιημένο υλικό του «κτηρίου Η», είναι και αυτή κιμώνια ή παλαιότερη, δηλαδή του τέλους του 6ου ή των αρχών του 5ου αιώνα και επομένως σύγχρονη με την έναρξη της διαλύσεως του «κτηρίου Η» και τη μεταχείριση των μετοπών του στην επένδυση του μυκηναϊκού τείχους παρά την είσοδο της Ακροπόλεως (τούτο παραμένει ακόμη προς διερεύνηση. Το κατεστραμμένο ημιτελές πρόπυλον της Ακροπόλεως ήταν ένα από τα πρώτα κτήρια που επισκευάσθηκαν. Η νέα κατασκευή, αν και πολύ οικονομικότερη της αρχικής, έμεινε επίσης ημιτελής.
Θ. (Επί Περικλέους) Γενική αναθεώρηση του ολικού σχεδίου της Ακροπόλεως και παράλληλα προγράμματα για την εκ βάθρων ανανέωση ή και την κατάργηση ορισμένων κτηρίων, συμπεριλαμβανομένων και των ήδη επισκευασμένων. Από τον αρχαίο νεώ διατηρείται μόνον το δυτικό μέρος του σηκού του, ο Οπισθόδομος. Η οικοδόμηση του Ερεχθείου και των Προπυλαίων αρχίζει μετά την περάτωση των οικοδομικών εργασιών στον Παρθενώνα. Στα θεμέλια του Ερεχθείου χρησιμοποιούνται και μάρμαρα του ημιτελούς προπύλου και λίθοι του στυλοβάτου του αρχαίου νεώ χρησιμοποιούνται στη δυτική πλευρά του ανδήρου του Παρθενώνος. 
 Ο ίδιος ο Παρθενών (Παρθενών III) έχει σχεδιασθεί πολύ πλατύτερος από τον προηγούμενο, ενώ δεν είναι πια δυνατή η αύξηση των θεμελίων του προς νότον. Η προς βορράν αύξησή του συνδυάζεται, λοιπόν, με κατάλληλη διατήρηση του μικρού ιερού εντός του βορείου πτερού. Η λύση αυτή υπαγορεύει και την ακριβή θέση των τοίχων και κιόνων του ναού, με αποτέλεσμα να μένει στη νότια πλευρά ένα μέρος του στερεοβάτου (μια ζώνη πλάτους περίπου 1.60 μ.) αχρησιμοποίητο. 
 
Οι εδαφικές διαμορφώσεις στα νότια και ανατολικά του Παρθενώνος ως και οι σχετικές εργασίες περατώσεως του άνω μέρους του τείχους ποτέ δεν ολοκληρώθηκαν. Αυτός, πάντως, δεν είναι ο λόγος της... απουσίας ενός βωμού στα ανατολικά του Παρθενώνος.
Η απουσία βωμού στα ανατολικά του Παρθενώνος και η ανυπαρξία, ή μη διατήρηση, μαρτυριών ονομάτων ιερειών του Παρθενώνος είναι οι αφορμές μιας θεωρίας σύμφωνα με την οποία ο Παρθενών δεν πρέπει να διέθετε αληθινό θρησκευτικό περιεχόμενο, αλλά μόνον πολιτικό. Η θεωρία αυτή, κάπως ελκυστική λόγω του φαινομενικά «μοντέρνου» πνεύματός της (στην πραγματικότητα είναι μια θεωρία του Α. Michaelis!), είναι εν τέλει αβάσιμη.