Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!



Η Επικράτηση του Χριστιανισμού

Ο Χριστιανισμός από τη στιγμή της γέννησης του άρχισε να εξαπλώνεται γρήγορα και η ενοποίηση της λεκάνης της Μεσογείου από τη Ρώμη βοήθησε πάρα πολύ γι' αυτό. Οι Αυτοκράτορες, όμως, μαθαίνοντας τις ιδέες που πρέσβευε για ισότητα όλων των ανθρώπων, για το δικαίωμα των δούλων στην ελευθερία και για την μη αποδοχή της Θεϊκής υπόστασης του Αυτοκράτορα ξεκίνησαν διωγμούς εναντίον τους. Διωγμοί κατά των Χριστιανών έλαβαν χώρα επί Νέρωνα για πρώτη φορά, και επί Διοκλητιανού για τελευταία.

Το 313, ο Μέγας Κωνσταντίνος μαζί με το Λικίνιο εξέδωσαν το διάταγμα των Μεδιολάνων, που εγκαθιστούσε καθεστώς ανεξιθρησκίας σε όλη την Αυτοκρατορία και άνοιγε το δρόμο στην εξάπλωση του Χριστιανισμού. Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν ο πρώτος Ρωμαίος Αυτοκράτορας που είδε ευνοϊκά την εξάπλωση του Χριστιανισμού και που φρόντισε για την αύξηση της δύναμής του. Ο Κωνσταντίνος αποφασίζει ότι η ανανέωση που χρειαζόταν η Αυτοκρατορία και η νέα θρησκεία που εξαπλωνόταν ταχύτατα είχαν ανάγκη από μία νέα πρωτεύουσα και το 330 μ.Χ. μετέφερε την έδρα της Αυτοκρατορίας στην πόλη που εκείνος έκτισε, τη Νέα Ρώμη ή Κωνσταντινούπολη.

Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου, οι περισσότεροι Αυτοκράτορες ήταν Χριστιανοί, ή τουλάχιστον ήταν ευνοϊκοί απέναντι στο Χριστιανισμό εκτός από τον Ιουλιανό (361 - 363) που προσπάθησε να σταματήσει την εξάπλωση του Χριστιανισμού και να αναβιώσει την αρχαία Ελληνική θρησκεία, προσπάθεια που εγκαταλείφθηκε μετά το θάνατό του σε εκστρατεία κατά των Περσών. Τελικά, ο Θεοδόσιος Α' αναγνώρισε το Χριστιανισμό ως την επίσημη θρησκεία του κράτους.

Οριστική Διαίρεση (395 μ.Χ.) και Κατάλυση της Αυτοκρατορίας (476 μ.Χ.)

Το 395 μ.Χ. ο Θεοδόσιος Α' πέθανε και όρισε στη διαθήκη του τη διαίρεση της Αυτοκρατορίας σε δύο τμήματα, ανατολικό και δυτικό. Το δυτικό κομμάτι της (οι περιοχές από τη Βρετανία και την Ισπανία μέχρι το Ρήνο, την Ιλλυρία, την Μεγάλη Σύρτη και το Μαγκρέμπ) θα διοικούνταν από τον μικρότερο γιο του, τον Ονώριο, ενώ το ανατολικό κομμάτι της, δηλαδή οι περιοχές από την Ιλλυρία και το Δούναβη ως την Αρμενία τη Συρία και την Αίγυπτο) από τον μεγαλύτερο γιο του, Αρκάδιο. Αυτός ήταν και ο τελευταίος διαχωρισμός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Το δυτικό μέρος, που έχανε ταχύτατα την μία μετά την άλλη τις επαρχίες του (Φράγκοι στη βόρειο Γαλλία, Βησιγότθοι στη νότιο Γαλλία και στην Ισπανία, Οστρογότθοι στην Ιλλυρία, Βάνδαλοι στην Αφρική, Άγγλοι, Σάξονες και Ιούτοι στη Βρετανία), καταλύθηκε τελικά το 476 μ.Χ. από τον Οδόακρο, αρχηγό των βαρβάρων μισθοφόρων των Ρωμαίων, ενώ το ανατολικό μέρος έζησε για χίλια χρόνια ακόμη ως η γνωστή Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ο τελευταίος Αυτοκράτορας του δυτικού τμήματος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που η έδρα του από τη Ρώμη είχε μεταφερθεί στην πόλη Ραβένα της Ιταλίας, ήταν ο Ρωμύλος, με το υποτιμητικό παρωνύμιο Αυγουστύλος από το Αύγουστος.


Ο Οδόακρος του έδωσε μία βίλα στην Καμπανία και ένα ετήσιο εισόδημα μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 488 μ.Χ. ο αρχηγός των Οστρογότθων, Θευδέριχος ο Μέγας, νίκησε τον Οδόακρο και κατάκτησε την Ιταλία. Σε αντίθεση με το δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας που καταλύθηκε και έπαυσε να υπάρχει, το ανατολικό τμήμα κατόρθωσε να επιζήσει των βαρβαρικών επιδρομών και, χωρίς να υπάρξει διακοπή και με συνέχεια στην Αυτοκρατορική διαδοχή, συνέχισε να υπάρχει μέχρι την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από το Οθωμανικό κράτος.

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μετά το 476 μ.Χ.

Παρόλο που το δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας καταλύθηκε το 476 και ο χαρακτήρας του ανατολικού τμήματος μεταβλήθηκε ουσιαστικά κατά το πέρασμα των αιώνων, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία συνέχισε να επηρεάζει για αιώνες την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας. Το Ρωμαϊκό δίκαιο συνέχισε να χρησιμοποιείται από τους Βυζαντινούς Αυτοκράτορες αλλά και από τους Γερμανούς ηγεμόνες της Δύσης. Η Λατινική γλώσσα θεωρούνταν για αιώνες η γλώσσα των μορφωμένων ανθρώπων, ενώ η Ρωμαϊκή αρχιτεκτονική και οδοποιία θαυμάζονται μέχρι σήμερα.

Για χίλια περίπου χρόνια οι Βυζαντινοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους συνεχιστές και κληρονόμους του Ρωμαϊκού μεγαλείου, ενώ οι ιδέες της οικουμενικότητας, της παγκόσμιας ενότητας και κυριαρχίας ήταν αρκετά ελκυστικές σε σειρά ηγεμόνων, όπως ο Καρλομάγνος και ο Όθων Α', που ονόμασαν τους εαυτούς τους Αυτοκράτορες και στέφθηκαν από τον Πάπα με αυτόν τον τίτλο. Η ίδια η Εκκλησία της Ρώμης διεκδίκησε ένα κομμάτι από την ακτινοβολία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Είναι αξιοσημείωτο πως οι τίτλοι «Τσάρος» για τη Ρωσία και «Κάιζερ» για τη Γερμανία προέρχονται από το Ρωμαϊκό «Καίσαρας».

Με δεδομένη την αποσύνδεση της Ρώμης και με δεδομένο τον αναμφισβήτητα Ελληνικό χαρακτήρα της γνωστής «Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» προκύπτει ένα πολύ σοβαρό θέμα. Πότε σταματά να υπάρχει η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και πότε ξεκινά να υπάρχει η Βυζαντινή Αυτοκρατορία; Υπάρχουν πολλές διαφωνίες ως προς αυτό το θέμα και αυτό γιατί η ιστορία δεν περιορίζεται μόνο στην γνώση των γεγονότων αλλά κυρίως στην αξιολόγησή τους. Ενιαία αξιολόγηση των γεγονότων σε αυτό το ερώτημα δεν υπάρχει και ο λόγος είναι πολύ απλός. Οι κυριότερες θεωρίες για την ανατολή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας είναι τρεις:

  • Άλλοι υποστηρίζουν το έτος 330, που μεταφέρθηκε η πρωτεύουσα από την Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη.
  • Άλλοι υποστηρίζουν το έτος 395, που ο Θεοδόσιος χώρισε την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σε Ανατολική και Δυτική η πρώτη με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη και η δεύτερη με πρωτεύουσα το Μιλάνο αρχικά και στην συνέχεια την Ραβένα.
  • Άλλοι υποστηρίζουν το έτος 476, που έπεσε η Ραβένα (και η πόλη της Ρώμης) στους βαρβάρους με συνέπεια να καταλυθεί η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Όλα αυτά βέβαια δείχνουν ελλιπή αξιολόγηση των γεγονότων. Η Ρώμη στις αρχές του 3ου αιώνα αναγνωρίστηκε επίσημα πως δεν αποτελούσε πλέον πόλη κράτος και στα τέλη του 3ου αιώνα η Ρώμη από πρωτεύουσα μετατράπηκε σε επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το 212 η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μετετράπη σε Οικουμενική Αυτοκρατορία όταν αποδόθηκε η ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους υπηκόους με αποτέλεσμα την παύση ύπαρξης κυρίαρχων και υπηκόων λαών και την πραγματοποίηση του Οικουμενικού οράματος του Αλέξανδρου 5 αιώνες μετά την εποχή του.

Η ενέργεια αυτή ήταν βέβαια σύμφωνη και με την νοοτροπία πολιτικού εκρωμαϊσμού που ακολουθούσε η Ρώμη από την αρχή την κτίση της, όπως είδαμε προηγουμένως σύμφωνα με τις μαρτυρίες του Διονύσιου του Αλικαρνασσέως τον 1ο π.Χ. αιώνα. Με την απόδοση της ιδιότητας του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους υπηκόους της Αυτοκρατορίας έπαυσε η διάκριση που υπήρχε ως εκείνη την εποχή που την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη την είχαν μόνο οι κάτοικοι της Ρώμης και της Ιταλίας.

Από το 212 και μετά αναγνωρίστηκε κάτι που είχε συμβεί ήδη από τον 2ο αιώνα, ότι δηλαδή η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε πλέον υπερβεί θεσμικά την πόλη της Ρώμης και Ρωμαίοι από το 212 και μετά ήταν όλοι οι κάτοικοι της Αυτοκρατορίας ανεξαρτήτου καταγωγής και εθνικότητας. Μπορεί η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία να είχε προέλθει από την πόλη-κράτος της Ρώμης αλλά τον 3ο αιώνα αυτή η προέλευση είχε ιστορική μόνο σημασία. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του 3ου αιώνα δεν ήταν πια πόλη κράτος όπως η Ρώμη του 1ου π.Χ. αιώνα, αλλά πραγματική Αυτοκρατορία.

Η μεταμόρφωση της πόλης κράτους σε Αυτοκρατορία δεν συνέβη με την εδαφική επέκταση της Ρώμης σε απέραντες εκτάσεις τον 2ο π.Χ. και 1ο π.Χ. αιώνα, αλλά με την υποβάθμιση της σημασίας της τοπικής καταγωγής των υπηκόων της που συνέβη τον 1ο και τον 2ο αιώνα. Η Ρώμη σαν Αυτοκρατορία παγιώθηκε για αρκετούς αιώνες. Μέσα στους δύο πρώτους Μεταχριστιανικούς αιώνες οι γενιές που έρχονταν και έφευγαν έβλεπαν μόνο την Ρώμη ως κυρίαρχο. Με την πάροδο των αιώνων οι διαφορές τους με τους Ρωμαίους αμβλύνθηκαν και τελικά ατόνησαν. Σε αυτό συνέβαλλε και το γεγονός πως οι Ρωμαίοι προέρχονταν από πόλη κράτος και όχι άμεσα από κάποιον λαό.

Η Ρωμαιοποίηση των υπηκόων της Αυτοκρατορίας θα ήταν πιο δύσκολη ως αδύνατη αν στην θέση των Ρωμαίων βρίσκονταν οι Άραβες, οι Τούρκοι, οι Πέρσες, ή κάποιος λαός. Με την παύση ύπαρξης Ρωμαίων Πολιτών η αναγνώριση του δικαιώματος του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους υπηκόους της Αυτοκρατορίας ήταν αν μη τι άλλο λογική τον 3ο αιώνα, ενώ τον 1ο π.Χ. αιώνα ήταν αδιανόητη. Η υπέρβαση της πόλης της Ρώμης από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία συνεχίστηκε τον 3ο αιώνα και ολοκληρώθηκε τυπικά όταν το 293 η πόλη της Ρώμης έπαυσε να είναι και θεσμικά η πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.