ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑΣ - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑΣ



1715
ΕΚΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ
   Στις 22 Απριλίου του 1715 θα γινόταν έκλειψη του Ηλίου, η οποία θα ήταν ολική στη Μεγάλη Βρετανία και σε ένα μέρος της Ευρώπης. Είχαν περάσει είκοσι τρεις αιώνες από τότε που ο Θαλής είχε προβλέψει μια έκλειψη και οι αστρονόμοι γνώριζαν τώρα ότι οι εκλείψεις δεν είναι παρά ένα φυσικό, ακίνδυνο και θεαματικό φαινόμενο. Η δεισιδαιμονία όμως δύσκολα ξεριζώνεται. Έτσι, ο Χάλλεϋ, για να αποτρέψει όσο ήταν δυνατό τον πανικό, υπολόγισε την τροχιά που θα ακολουθούσε η σκιά της έκλειψης και συνέταξε εκ των προτέρων χάρτες των σχετικών περιοχών, έτσι ώστε να γνωρίζουν όλοι πότε ακριβώς θα σκοτείνιαζε ο Ήλιος. Ο Χάλλεϋ οργάνωσε επίσης μια μεγάλη ομάδα παρατηρητών που ήταν διασκορπισμένοι σε όλη την Ευρώπη και ανέλαβαν να παρακολουθήσουν και να χρονομετρήσουν την έκλειψη. Αυτή ήταν η πρώτη έκλειψη την οποία παρακολούθησαν τόσοι πολλοί αστρονόμοι. Από την εποχή εκείνη και μετά, κάθε έκλειψη συγκέντρωνε πλήθος παρατηρητών.

1718
ΑΣΤΡΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
   Από την εποχή των Σουμερίων ακόμη, όταν ανακαλύφθηκε η κίνηση του Ηλίου, της Σελήνης και των πλανητών σε σχέση με τα άστρα, το κύριο παρατηρήσιμο χαρακτηριστικό των χιλιάδων ορατών άστρων του ουρανού ήταν το ότι δεν κινούνται το ένα σε σχέση με το άλλο. Γι’ αυτό, άλλωστε, ονομάσθηκαν απλανείς αστέρες, με την έννοια ότι διατηρούν μια σταθερή θέση πάνω στο ουράνιο στερέωμα, ενώ οι διάφοροι πλανήτες εκτελούν περιφορά γύρω από τη Γη, κινούμενοι κάτω από το στερέωμα.
Το 1718, όμως, ο Χάλλεϋ  προσδιόρισε τη θέση τριών άστρων μεγάλης λαμπρότητας, του Σείριου, του Προκύονα και του Αρκτούρου, και παρατήρησε ότι είχαν αλλάξει θέση κατά σημαντικό βαθμό από την εποχή των αρχαίων Ελλήνων. Είχαν αλλάξει θέση αισθητά ακόμη και από την εποχή του Τύχο Μπράχε.
Ήταν απίθανο να είχαν κάνει οι Έλληνες τόσο μεγάλα σφάλματα στην καταγραφή των θέσεων αυτών των αστέρων και ακόμη πιο απίθανο να είχε κάνει τέτοια σφάλματα ο Τύχο. Έτσι ο Χάλλεϋ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα άστρα δεν είναι απλανή και σταθερά, αλλά κινούνται. Επειδή όμως βρίσκονται τόσο μακριά, η «ιδία κίνησή» τους είναι πολύ μικρή και δεν μπορεί να εντοπισθεί παρά μόνο με την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος. Με τον Χάλλεϋ, λοιπόν, κατέρρευσε η έννοια του σταθερού και αμεταβλήτου ουράνιου στερεώματος, μια έννοια που αποδέχονταν όλοι μέχρι τότε και στην οποία συμφωνούσε, μάλιστα, και η Βίβλος. Αντίθετα, τα άστρα εμφανίζονταν πια ως ένα σμήνος από πολύ μακρινά σώματα, που έχουν μεγάλες αποστάσεις μεταξύ τους και το καθένα κινείται με τη δική του ταχύτητα και κατεύθυνση.

1749
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ
   Ο Μπυφφόν  ήταν αρκετά τολμηρός ώστε να υποστηρίξει ότι η δημιουργία της Γης είναι δυνατόν να οφείλεται σε κάποιο φυσικό αίτιο που δεν έχει σχέση με τον Θεό. Στον πρώτο τόμο της Φυσικής ιστορίας του, υποστήριξε ότι η Γη (ίσως και οι άλλοι πλανήτες) δημιουργήθηκαν από την σύγκρουση του Ηλίου με ένα μεγάλο ουράνιο σώμα (το οποίο ονόμαζε κομήτη).
Με βάση τη θεωρία αυτή, ο Μπυφφόν προσπάθησε να προσδιορίσει την ηλικία της Γης, υπολογίζοντας πόσα χρόνια θα χρειαζόταν ένα σώμα με το μέγεθος της Γης και αρχική θερμοκρασία ίση με του Ηλίου, για να ψυχθεί και να αποκτήσει τη θερμοκρασία που έχει σήμερα η Γη. Υποστήριξε ότι αυτό το χρονικό διάστημα μπορεί να φθάνει μέχρι και τα 75.000 χρόνια. Σύμφωνα με τη θεωρία του, η Γη είχε ψυχθεί αρκετά για να συντηρήσει τη ζωή πριν από 40.000 χρόνια και θα εξακολουθήσει να υπάρχει για άλλα 90.000 χρόνια προτού η θερμοκρασία της μειωθεί τόσο πολύ ώστε να είναι αδύνατη η ύπαρξη ζωής στην επιφάνειά της.
Οπωσδήποτε, οι εκτιμήσεις αυτές είναι πολύ μικρότερες από εκείνες που έχουν γίνει σήμερα, ο Μπυφφόν όμως ήταν ο πρώτος σημαντικός επιστήμονας που υποστήριξε ότι η ηλικία της Γης μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη των 6.000 ετών που της είχε αποδώσει ο Άφσηρ.

1755
ΓΑΛΑΞΙΑΣ
   Ένα ερώτημα που απασχολούσε τους αστρονόμους αφορούσε την κατανομή των αστέρων στον ουρανό: εκτείνονται οι αστέρες ομοιόμορφα προς όλες τις κατευθύνσεις μέχρι το άπειρο ή περιέχονται σε μια πεπερασμένη περιοχή με συγκεκριμένο σχήμα; Η παρατήρηση χωρίς τηλεσκόπιο οδηγεί στην πρώτη απάντηση, υπήρχε όμως και το θέμα του Γαλαξία. Όταν ο Γαλιλαίος απέδειξε ότι ο Γαλαξίας αποτελείται από πάρα πολλά αμυδρά άστρα, έγινε φανερό ότι προς την κατεύθυνση του Γαλαξία υπάρχουν πολύ περισσότερα άστρα από ό,τι στις άλλες κατευθύνσεις. Το 1750, ο Άγγλος αστρονόμος Τόμας Ράιτ (1711-1786) υποστήριξε ότι τα άστρα σχηματίζουν ένα επίπεδο πεπερασμένο σύστημα, αλλά τα έργα του ήταν τόσο μυστικιστικά ώστε ήταν δύσκολο να τα πάρει κανείς στα σοβαρά.
Το 1755, όμως, ο Γερμανός φιλόσοφος Ιμμάνουελ Καντ (1724- 1804) υποστήριξε κάτι παρόμοιο. Είπε ότι ο Ήλιος είναι ένας από τους πάμπολλους αστέρες που αποτελούν μια ομάδα αστέρων με φακοειδές σχήμα. Η ομάδα αυτή φαίνεται σαν μια φωτεινή ζώνη στον ουρανό, επειδή την κοιτάζουμε κατά μήκος του μεγάλου άξονα του φακού. Ο Καντ υποστήριξε επίσης ότι ορισμένα νεφελώματα, όπως εκείνο της Ανδρομέδας, είναι άλλοι γαλαξίες ή, όπως τους ονόμασε με μια δραματική φράση, «σύμπαντα-νησιά».
Ο Καντ είχε απόλυτο δίκιο, αλλά θα περνούσε περισσότερο από μισός αιώνας ώσπου να αποδειχθεί η ύπαρξη του Γαλαξία και περισσότερο από ενάμισυ αιώνας ώσπου να αποδειχθεί η ύπαρξη και άλλων γαλαξιών.

1758
Ο ΚΟΜΗΤΗΣ ΤΟΥ ΧΑΛΛΕΥ
   Πενήντα τρία χρόνια νωρίτερα, ο Χάλλεϋ είχε προβλέψει ότι ο κομήτης του 1682 θα επέστρεφε το 1758. 0 ερασιτέχνης αστρονόμος Γιόχαν Γκέοργκ Πάλιτς (1723-1788) άρχισε να παρατηρεί με το τηλεσκόπιό του το μέρος του ουρανού όπου θα εμφανιζόταν ο κομήτης, αν επέστρεφε. Στις 25 Δεκεμβρίου του 1758, εντόπισε τον κομήτη και, όταν μαθεύτηκε το νέο, όλοι οι αστρονόμοι έστρεψαν πάνω του τα τηλεσκόπιά τους. Ο κομήτης είναι γνωστός από τότε ως κομήτης του Χάλλεϋ ΙΙ. Με υπολογισμούς προς τα πίσω, ως προς τον χρόνο, αποδείχθηκε ότι ο κομήτης του Χάλλεϋ ήταν ο ίδιος που είχε εμφανισθεί κατά την εισβολή του Γουλιέλμου της Νορμανδίας στην Αγγλία. Ήταν επίσης ο κομήτης που είχε ζωγραφίσει ο Τζόττο.
Η επιστροφή του κομήτη του Χάλλεϋ έκανε ξαφνικά όλους τους αστρονόμους να ενδιαφερθούν για τους κομήτες. Επί αρκετές δεκαετίες, το μεγαλύτερο κατόρθωμα για έναν αστρονόμο ήταν η ανακάλυψη κάποιου κομήτη. 

1761
Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ

   Η Αφροδίτη, σε αντιδιαστολή με τους άλλους πλανήτες, δεν παρουσιάζει κανένα διακριτικό γνώρισμα στην επιφάνειά της. Ο πλανήτης παραμένει πάντα μια λευκή σφαίρα με ομοιόμορφη επιφάνεια. Εν τούτοις, εξακολουθούσε να κινεί το ενδιαφέρον των αστρονόμων, γιατί κατά διαστήματα περνά ανάμεσα στη Γη και τον Ήλιο (επειδή βρίσκεται πιο κοντά στον Ήλιο από ό,τι η Γη). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η Αφροδίτη φαίνεται σαν μια μικρή μαύρη σφαίρα που κινείται κατά μήκος της επιφάνειας του Ηλίου. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται διάβαση της Αφροδίτης.
Το 1761 θα συνέβαινε μια τέτοια διάβαση και οι αστρονόμοι οργάνωσαν δύο αποστολές, μία στη Νέα Γη και μία στην Αγία Ελένη, για να την παρατηρήσουν από δύο σημεία με μεγάλη απόσταση μεταξύ τους. Αν από αυτά τα μακρινά σημεία κατέγραφαν με ακρίβεια τις χρονικές στιγμές κατά τις οποίες η σφαίρα της Αφροδίτης θα εισερχόταν και θα εξερχόταν από την περιφέρεια του Ήλιου, θα μπορούσαν να προσδιορίσουν την παράλλαξη της Αφροδίτης, οπότε θα ήταν σε θέση να υπολογίσουν την απόσταση της Αφροδίτης και του Ήλιου με μεγαλύτερη ακρίβεια από εκείνην που έδωσε ο υπολογισμός της παράλλαξης του Άρη από τον Κασσίνι .Ωστόσο, η αποστολή απέτυχε. Οι αστρονόμοι δεν κατόρθωσαν να προσδιορίσουν με ακρίβεια τις χρονικές στιγμές της εισόδου και της εξόδου της Αφροδίτης από τον ηλιακό δίσκο.
Ένας από τους παρατηρητές, ο Ρώσος επιστήμονας Μιχαήλ Βασίλιεβιτς Λομονόσοφ (1711- 1765) επισήμανε ότι αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι η Αφροδίτη έχει ατμόσφαιρα. Η ατμόσφαιρα θα θολώνει το περίγραμμα του πλανήτη, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολος ο ακριβής προσδιορισμός της χρονικής στιγμής που η περιφέρεια της Αφροδίτης αγγίζει την περιφέρεια του Ηλίου. Εξάλλου, αν στην ατμόσφαιρα υπάρχει μόνιμα ένα στρώμα νεφών, μπορεί να εξηγηθεί εύκολα τόσο η λαμπρότητα της Αφροδίτης (αφού τα νέφη θα ανακλούν το μεγαλύτερο μέρος του ηλιακού φωτός) όσο και η έλλειψη χαρακτηριστικών σημείων πάνω στην επιφάνεια του πλανήτη.

1771
ΝΕΦΕΛΩΜΑΤΑ
   Η ανεύρεση κομητών είχε γίνει έμμονη ιδέα σε μερικούς αστρονόμους. Ένας από αυτούς ήταν ο Γάλλος Σαρλ Μεσσιέ (1730-1817), ο οποίος ανακάλυψε είκοσι έναν κομήτες. Εν τούτοις, πάθαινε κρίσεις κατάθλιψης όταν κάποιος άλλος αστρονόμος ανακάλυπτε έναν κομήτη που του είχε διαφύγει ή όταν κάποιο έκτακτο περιστατικό τον κρατούσε μακριά από το τηλεσκόπιό του όπως π.χ. ο θάνατος της γυναίκας του).
Είναι επίσης γνωστό ότι ο Μεσσιέ εκνευρίσθηκε από τις ψεύτικες ελπίδες που του δημιούργησε ένα θολό αντικείμενο που παρατήρησε και που αποδείχθηκε ότι δεν ήταν κομήτης αλλά νεφέλωμα. Το 1771 δημοσίευσε έναν κατάλογο από 45 τέτοια νεφελώματα, τον οποίο αργότερα επεξέτεινε σε ένα σύνολο 103 νεφελωμάτων.
Αργότερα, αποδείχθηκε ότι τα αντικείμενα του Μεσσιέ ήταν πολύ σημαντικότερα από τους κομήτες και ο ίδιος ο Μεσσιέ θα είχε ξεχασθεί σήμερα αν το μοναδικό του επίτευγμα ήταν οι κομήτες που είχε ανακαλύψει. Αυτός ο κατάλογος των ουράνιων αντικειμένων, που ο ίδιος θεωρούσε ασήμαντα, απαθανάτισε το όνομά του, γιατί περιλαμβάνει πάμπολλα αστρικά συγκροτήματα και μακρινούς γαλαξίες.

1781
ΟΥΡΑΝΟΣ
   Από την Προϊστορική εποχή ακόμη, οι άνθρωποι γνώριζαν τους πέντε λαμπρούς πλανήτες: τον Ερμή, την Αφροδίτη, τον Άρη, τον Δία και τον Κρόνο. Με την αποδοχή του ηλιοκεντρικού συστήματος, η Γη έγινε ο έκτος πλανήτης, που κινείται ανάμεσα στην Αφροδίτη και στον Άρη. Οι αστρονόμοι πίστευαν ότι αυτοί είναι οι μοναδικοί πλανήτες του Ηλιακού Συστήματος, αφού, αν υπήρχαν και άλλοι, κάποιος αστρονόμος θα τους είχε παρατηρήσει.
Στη δεκαετία του 1770, ο Γουίλλιαμ Χέρσελ (1738-1822), ένας Βρετανός καθηγητής μουσικής γεννημένος στο Ανόβερο. άρχισε να ασχολείται σοβαρά με την αστρονομία. Επειδή τα οικονομικά του δεν τού επέτρεπαν να αγοράσει ένα καλό τηλεσκόπιο, άρχισε να κατασκευάζει μόνος του φακούς και κάτοπτρα και τα τηλεσκόπιά του ήταν από τα καλύτερα της εποχής.
Ο Χέρσελ άρχισε να μελετά συστηματικά το καθετί στον ουρανό και, στις 31 Μαρτίου του 1781, παρατήρησε ένα αντικείμενο που είχε εμφάνιση δίσκου και όχι φωτεινού σημείου. Αρχικά υπέθεσε ότι πρόκειται για κομήτη, αλλά το περίγραμμα του δίσκου ήταν σαφές, όπως των πλανητών, και όχι θολό, όπως των κομητών. Εξάλλου, όταν συγκεντρώθηκαν αρκετές παρατηρήσεις για να υπολογισθεί η τροχιά αυτού του σώματος, ο Χέρσελ διαπίστωσε ότι η τροχιά του ήταν σχεδόν κυκλική, όπως των πλανητών, και όχι επιμήκης, όπως των κομητών. Επίσης, ήταν σαφές ότι η τροχιά του σώματος βρισκόταν πολύ πιο έξω από εκείνην του Κρόνου. Η απόστασή του από τον Ήλιο ήταν διπλάσια από την απόσταση του Κρόνου και ένας κομήτης δεν θα ήταν ορατός από τόσο μεγάλη απόσταση.
Όλα αυτά οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για έναν πλανήτη, τον έβδομο πλανήτη του Ηλιακού Συστήματος, ο οποίος, λόγω της μεγάλης του απόστασης, δεν ήταν τόσο λαμπρός όσο οι άλλοι. Πάντως, ο πλανήτης ήταν ορατός με γυμνό οφθαλμό, σαν ένα πολύ αμυδρό ουράνιο σώμα και είχε παρατηρηθεί αρκετές φορές από αστρονόμους, που, όμως, δεν είχαν σκεφθεί ποτέ ότι πρόκειται για πλανήτη. Πρώτος ο Φλάμστηντ  κατέγραψε τη θέση του στον ουράνιο χάρτη που είχε καταρτίσει πριν από έναν αιώνα, ονομάζοντάς τον 34-Ταύρου.