Μουσική αρχαίας Ελλάδος - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Μουσική αρχαίας Ελλάδος

ΑΡΧΑΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ » Μουσική αρχαίας Ελλάδος



Διθύραμβος - Δράμα 
Ένα ιδιαίτερο είδος χορικού άσματος με τεράστια σημασία για την εξέλιξη, τόσο της μουσικής, όσο και του αρχαίου δράματος, είναι ο διθύραμβος, αυτοσχέδιο τραγούδι με τη συνοδεία αυλού προς τιμήν του Θεού Διόνυσου. Ήταν επίσης ένα από τα επίθετα του θεού Διονύσου και υποδηλούσε τη γέννηση του θεού, που έγινε σε δύο στάδια. Όταν οι κεραυνοί του Διός κατέκαυσαν τη μητέρα του Διονύσου Σεμέλη, ο Ζευς έλαβε τον κυοφορούμενο Διόνυσο από τη μήτρα της νεκρής Σεμέλης και τον τοποθέτησε μέσα στο μηρό του, όπου το έμβρυο συμπλήρωσε τον απαιτούμενο χρόνο κυήσεως.

Έτσι, ο Διόνυσος γεννήθηκε και από τη μητέρα του και από το μηρό του πατέρα του, γεννήθηκε δηλ. από δύο θύρες. Το δράμα, κορυφαία καλλιτεχνική έκφραση του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος, συνδύαζε λόγο, κίνηση και μουσική. Διακρίνεται σε τρία είδη :
  • Την τραγωδία. 
  • Το σατυρικό δράμα. 
  • Την κωμωδία. 
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Αρίων, γύρω στο 600 π.Χ., ήταν ο πρώτος που συνέβαλε στο να αποκτήσει ο διθύραμβος τεχνική μορφή. Στα μέσα του ίδιου αιώνα, ο Θέσπις, ο δημιουργός του δράματος, εισήγαγε τον υποκριτή που διαλέγεται με το χορό του διθυράμβου. Τον Θέσπι ακολούθησαν πολλοί άλλοι ποιητές - μουσικοί, που έδωσαν στο δράμα την αλματώδη εξέλιξή του (κορυφαίοι εκφραστές του, οι τρεις τραγικοί : Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης, όπως επίσης και ο κύριος εκπρόσωπος της Αττικής κωμωδίας, ο Αριστοφάνης).
Το δράμα (τραγωδία και κωμωδία) δεν είναι μια απλή απεικόνιση της καθημερινής ζωής, γεγονότων, μύθων ή θρύλων. Στοχεύει στην κάθαρση των θεατών με τη συναισθηματική τους συμμετοχή στα παθήματα των ηρώων, διευρύνοντας τις εμπειρίες τους με βιώματα, που ίσως δεν θα γνωρίσουν ποτέ στο περιβάλλον που ζουν.

Μουσική και Παιδεία 
Στα χρόνια της ακμής της λυρικής ποίησης, η Ελληνική μουσική είχε φτάσει σε πλήρη ακμή. Επικρατεί λοιπόν η αντίληψη για το σπουδαιότατο ρόλο της μουσικής στη μόρφωση και την καλλιέργεια των νέων. Δεν είναι τυχαίο, πως ο καλλιεργημένος άνθρωπος αποκαλείται την εποχή αυτή μουσικός ανήρ. Η μουσική παιδεία περιλάμβανε :

1) Την εκμάθηση μουσικού οργάνου (αυλού, λύρας κ.ά.), που γίνονταν με τρόπο εμπειρικό κοντά σε κάποιο δάσκαλο, χωρίς να χρησιμοποιείται καθόλου η γραφή. Η μάθηση γινόταν με το αυτί και με τη μνήμη. Άλλωστε, οι Μούσες ήταν οι κόρες της Μνημοσύνης.

2) Το τραγούδι.
3) Το χορό.

ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (480 - 323 π.Χ.)
Στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. συντελείται μια επανάσταση στη μουσική. Αρχίζει να εγκαταλείπεται η αυστηρότητα των αρχαίων νόμων και εισάγονται δεξιοτεχνικά στοιχεία. Είναι η εποχή της μεγάλης πτώσης στη μουσική στην Ελλάδα, η οποία και θα συνεχιστεί ως το τέλος της Ελληνιστικής περιόδου, ενώ οι εικαστικές τέχνες βρίσκονταν σε μεγάλη ακμή. Αίτια αυτής της παρακμής (όπως μαρτυρεί ο Πλάτων και άλλοι συγγραφείς) ήταν:

1) Η κοινωνική και ηθική οπισθοδρόμηση, η οποία γίνεται αισθητή στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ.
Τώρα, η μουσική μετατρέπεται σε δραστηριότητα λίγων διάσημων δεξιοτεχνών, ενώ ταυτόχρονα, οι ποιητές, θέλοντας να κολακέψουν το γούστο του κοινού τους, έβαζαν στα διαλείμματα των δραμάτων τους, χορούς και τραγούδια, άσχετα με το έργο, αδιαφορώντας για το ηθικό και δραματικό περιεχόμενο. Παραδείγματα του νέου ύφους στη μουσική : υπερβολικές τονές στα μακρά, επαναλήψεις συλλαβών, προβολή της χασμωδίας, υπερβολική χρήση κομπισμών και μελισμών. Αυτά τα χαρακτηριστικά ο Αριστοφάνης τα αποκαλούσε γλωσσοκτόνα.

2) Οι μουσικοί νεωτερισμοί.
Κάθε νεωτερισμός και καινοτομία προκαλεί την ανατροπή της παλαιάς τάξης και βρίσκει βέβαια τη σφοδρή αντίδραση των συντηρητικών της εποχής. Οι παλαιοί νόμοι ήταν συνάμα και θεϊκοί (λόγω της θεϊκής προέλευσης της μουσικής) και αντανακλούσαν την αρμονία του σύμπαντος. Έτσι, κάθε μουσική καινοτομία αποτελούσε έμμεση προσβολή του θείου και της ηθικής τάξης. Κορυφαίος εκπρόσωπος του νέου ύφους αναδεικνύεται ο Ευριπίδης. Κύριος επικριτής του ύφους αυτού υπήρξε ο Αριστοφάνης, που δεν δίσταζε να κάνει ειρωνικούς υπαινιγμούς από σκηνής στηλιτεύοντας το νέο ύφος της μουσικής σε πολλά έργα του :

Στην Ειρήνη, χαρακτηρίζει τη μουσική του Σοφοκλή «μέλη» σε αντίθεση προς τα «επύλλια» (τραγουδάκια) του Ευριπίδη. Στους Βατράχους, κάνει τη σύγκριση μεταξύ του παλαιού και του νέου ύφους, αντιπαραβάλλοντας τον Αισχύλο με τον Ευριπίδη. Στην υπόθεση του έργου, παρουσιάζεται ο θεός Διόνυσος να πηγαίνει στον Άδη για να ζητήσει να επανέλθει στη ζωή ο Ευριπίδης. Ακόμη δηλ. και ο θεός του θεάτρου έχει διαφθαρεί κατά τον Αριστοφάνη, από το νέο ύφος. Στο τέλος όμως, ο δραματικός αγώνας που γίνεται στον Κάτω Κόσμο μεταξύ του Αισχύλου και του Ευριπίδη, νικητής αναδεικνύεται ο Αισχύλος, δηλαδή νικά το παλαιό ύφος και ήθος.
 
Παραδείγματα της νέας εποχής:
1) Η κιθάρα περνά πια στα χέρια των επαγγελματιών. Οι αγγειογράφοι την τοποθετούν συχνά στα χέρια του προστάτη θεού, του Απόλλωνα, ενώ άλλοι θεοί (Ερμής, Διόνυσος) παίζουν απλούστερα όργανα. Ο Αριστοτέλης την αποκαλεί «όργανον τεχνικόν», άρα απρόσφορο για γενικού χαρακτήρα εκπαιδευτική χρήση. Από την άλλη, ο κιθαριστής έκανε ό,τι μπορούσε για να τονίσει πως είναι ένας ξεχωριστός άνθρωπος, φορώντας ένα ιδιαίτερο κομψό ένδυμα : έναν ποδήρη, πλούσια διακοσμημένο ή με άφθονες πτυχώσεις χιτώνα, έναν διαποίκιλτο μανδύα και χρυσό στεφάνι στα μαλλιά του.
Η κιθάρα του μπορούσε να έχει επιχρυσωμένους βραχίονες ή να είναι διακοσμημένη με σκαλιστό ελεφαντόδοντο και αργότερα, να στολίζεται με πετράδια και πολύτιμους λίθους. Κάποιες φορές, κρεμούσε πάνω της ένα κομμάτι κεντημένου υφάσματος, πρακτική που εμπνεόταν από την ανατολίτικη μεγαλοπρέπεια.

2) Τα Κάρνεια, η δεύτερη σε σπουδαιότητα εορτή στη Σπάρτη, από πλευράς μουσικής παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον. Διεξάγονταν ονομαστοί μουσικοί αγώνες. Γνωρίζουμε πως ο Τέρπανδρος αναδείχθηκε πρώτος νικητής στο αγώνισμα των κιθαρωδών γύρω στο 676 π.Χ. Από τον Πλούταρχο έχουμε την πληροφορία πως οι έφοροι ήταν πολύ αυστηροί στους αγώνες αυτούς και δεν συγχωρούσαν καινοτομίες, όπως συνέβη στην περίπτωση του μεγάλου Μιλήσιου μουσικού Τιμόθεου (450 - 360 π.Χ.), στον οποίο αποδίδεται η προσθήκη της 11ης ίσως και της 12ης χορδής στην κιθάρα.
Όταν δε διηγωνίζετο στα Κάρνεια ο Τιμόθεος, ένας από τους εφόρους, αφού πήρε στο χέρι του μαχαίρι, τον ρώτησε από ποιο από τα δύο μέρη του οργάνου να κόψει τις χορδές τις επιπλέον των επτά.

3) Η εμπορευματοποίηση των θρησκευτικών εορτών και των αγώνων που τις συνόδευαν ήταν εμφανής, οι διάφορες πόλεις-κράτη εκμεταλλεύτηκαν την αίγλη των εορτών για να κολακεύσουν τους εκάστοτε ισχυρούς. Το 307 π.Χ., οι Αθηναίοι έφθασαν στο σημείο να μετονομάσουν την εορτή των Μεγάλων Διονυσίων σε Δημήτρια, προς τιμήν του Δημητρίου του Πολιορκητού, ο οποίος ήθελε να ταυτίζεται με το Διόνυσο. Στη Μακεδονία του 4ου αιώνα π.Χ., η μουσική διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στη ζωή των Μακεδόνων. Αυτό καταμαρτυρείται από το πλήθος των αρχαιολογικών ευρημάτων (σκεύη συμποσίων, ευρήματα με μουσικές παραστάσεις κ.ά.).
Την περίοδο αυτή παρουσιάστηκε η μεγαλύτερη ανάπτυξη που γνώρισε η μουσική αλλά και όλες οι τέχνες γενικά. Ανακαλύφθηκαν οι μαθηματικές σχέσεις που διέπουν τη μουσική, εφευρέθηκαν καινούργια όργανα και τελειοποιήθηκαν τα υπάρχοντα. O Τέρπανδρος, ένας σπουδαίος μουσικός ανακάλυψε την μουσική γραφή και έτσι όλοι έπαιζαν τα διάφορα τραγούδια ομοιόμορφα. Δημιούργησε το "Νόμο", που ήταν τραγούδι προς τιμή του Απόλλωνα με συγκεκριμένη όμως κατασκευή. Υπήρχαν αυλητικοί, αυλωδικοί, κιθαριστικοί και κιθαρωδικοί "Νόμοι". Έρχεται και η γένεση της τραγωδίας όπου η μουσική βρήκε εφαρμογή στη συνοδεία του έργου, και ήταν ανάλογη με το περιεχόμενό του.
Η τραγωδία γεννήθηκε από τον Διθύραμβο, όταν κάποιοι σκέφτηκαν ότι είναι δυνατόν να παριστάνονται περισσότεροι ήρωες αντί για έναν όπως γινόταν στη λατρεία του Διόνυσου. Είναι μάλιστα μια εποχή που άρεσε στους ανθρώπους να βλέπουν ιστορίες για ήρωες που γεννιούνται μέσα από τους πολέμους της περιόδου αυτής. Ο χορός που συνόδευε τη Διονυσιακή λατρεία μετατράπηκε σε σύνολο ατόμων (Χορός) που εξυπηρετούσαν συγκεκριμένους σκοπούς στο έργο π.χ. να συμβουλέψουν, να διηγηθούν κ.λπ. Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι θεωρούν την μουσική απαραίτητη για τρεις λόγους:

α) Ψυχαγωγία και ανάπαυση
β) Διαμόρφωση του χαρακτήρα
γ) Διανοητική και αισθητική καλλιέργεια

Στην εποχή εκείνη άλλωστε ο καλλιεργημένος άνθρωπος λεγόταν και μουσικός ανήρ.

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (323 π.Χ. - 30 π.Χ.) & ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (30 π.Χ. - 324 μ.Χ.)
Η περίοδος αυτή ξεκινά με το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου και τελειώνει με την μεταφορά της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Ανατολή από το Μ. Κωνσταντίνο και την ίδρυση της νέας Ρώμης ή αλλιώς Κωνσταντινούπολης. Η μουσική της Ρώμης διαμορφώθηκε από τη συγχώνευση πολιτιστικών στοιχείων από τους Ετρούσκους, τους Έλληνες και άλλους αρχαίους πολιτισμούς της Ανατολής. Παρά τη Ρωμαϊκή κατάκτηση, η νικημένη Ελλάδα νίκησε με την τέχνη και τον πολιτισμό της τον κατακτητή της. Ο θαυμασμός των Ρωμαίων για την Ελληνική τέχνη, τους έκαναν να τη μιμηθούν, τόσο στις πλαστικές τέχνες, στην ποίηση, όσο φυσικά και στη μουσική.
Αυτό που χαρακτηρίζει τους Ρωμαίους είναι η τάση για επίδειξη και φανταχτερά θεάματα. Ο χαρακτήρας της Ρωμαϊκής μουσικής ήταν εξωστρεφής και πομπώδης, με μόνη επιδίωξη τη διασκέδαση. Έτσι, πλήθος ξένων μουσικών (εκτελεστών κατά κύριο λόγο και όχι συνθετών) συνέρρεαν στη Ρώμη. Τιμώνταν ιδιαιτέρως οι δεξιοτέχνες, στους οποίους προσφέρονταν πολλά χρήματα ή στήνονταν προς τιμήν τους αγάλματα. Έτσι, ενώ γνωρίζουμε ονόματα δεκάδων επευφημούμενων από το κοινό ποιητών, τραγουδιστών, ηθοποιών και αυλητών, οι μόνοι συνθέτες που μπορούμε να κατονομάσουμε είναι:
Ο Αθήναιος και ο Λιμένιος, των οποίων παιάνες ψάλθηκαν στους Δελφούς το 127 π.Χ. ή ο Γλαύκος και ο Πύρρος. Τέλος, αναφέρουμε το Μεσομήδη την εποχή του Αδριανού (2ος αιώνας μ.Χ.). Οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν στις παραστάσεις τους την κιθάρα και τον αυλό. Έδειξαν ιδιαίτερη προτίμηση στον αυλό, που έγινε γρήγορα το επίσημο όργανο. Στο δράμα, η μουσική καταλάμβανε ολοένα και μικρότερη θέση. Δύο καινοτομίες εισήγαγαν οι Ρωμαίοι :

α) Τη μεταφορά του χορού στη σκηνή, οπότε συμμετέχοντας στη δράση έχανε το λυρικό του χαρακτήρα.
β) Την εισαγωγή ανάμεσα στις πράξεις ενός είδους μελωδικής απαγγελίας με συνοδεία διπλού αυλού, που θα την ονομάσουν μουσικό ιντερμέδιο, με σκοπό να ξεκουράσει και να διασκεδάσει το θεατή.
Οι πλούσιοι πατρίκιοι συντηρούσαν ορχήστρες στα μέγαρά τους και τις χρησιμοποιούσαν για να λαμπρύνουν τα συμπόσια και τα γλέντια τους. Οι ορχήστρες αποτελούνταν από μουσικούς που έφερναν από την Ασία ή την Αίγυπτο. Έτσι έγιναν γνωστά τα ασιατικά όργανα και κοντά σε αυτά ήρθε και ο ασιατικός χορός με τις καλογυμνασμένες χορεύτριες της Ανατολής. Για τη δημιουργία εντυπώσεων στο λαό, χρησιμοποιούσαν στις αρένες χάλκινα πνευστά και κρουστά σε εκκωφαντική ένταση.
Απροσδόκητα από τα μέσα του 5ου αιώνα, η μουσική στην Ελλάδα, προτρέχοντας όλων των άλλων τεχνών, αρχίζει μια αργή καθοδική πορεία και μάλιστα σε μια εποχή που οι εικαστικές τέχνες είναι στη μεγάλη ακμή τους. Αυτή η προοδευτική κατάπτωση της μουσικής θα συνεχισθεί αδιάκοπα ως το τέλος της Ελληνιστικής εποχής. Όπως συνάγεται μέσα από τις διαμαρτυρίες του Πλάτωνα και πολλών άλλων κλασικών συγγραφέων, η παρακμή στη μουσική φαίνεται να έχει δύο συνιστώσες, αδιάσπαστα δεμένες μεταξύ τους: την κοινωνική και ηθική οπισθοδρόμηση και τους μουσικούς νεωτερισμούς.