Αρχαία Νομίσματα - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Αρχαία Νομίσματα

ΑΡΧΑΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ » Αρχαία Νομίσματα

 


Αργυρό δεκάδραχμον Συρακουσών, περ. 395 π.Χ.

  

Άλλη άποψη ταυτί­ζει τη μορφή με τον οικιστή ήρωα Τάραντα, που ήταν γιος του Πο­σειδώνα. Οι αποικίες στη Σικελία άρχισαν να κόβουν νομίσματα από το β’ μι­σό του 6ου αιώνα π.Χ. Οι Συρα­κούσες, αποικία της Κορίνθου, ήταν η πιο σημαντική πόλη του νησιού με σπουδαία νομισματοκοπία. Η πρόσθια όψη των τετραδράχμων των Συρακουσών φέρει τέθριππο άρμα και Νίκη που υπερίπταται, ενώ την άλλη όψη των κοπών αυτών κοσμεί η κεφαλή της τοπικής νύμφης Αρέθουσας. Οι νομισματικοί τύποι των Συρακουσών επη­ρέασαν και άλλες σικελικές πόλεις, όπως για παράδειγμα τα τετράδραχμα της Μεσσήνης και της Γέλας.

Στη Σικελία εργάσθηκαν πολλοί σημαντικοί χαράκτες σφραγίδων κοπής νομισμάτων. Αυτό είναι εμφανές στα ίδια τα νομίσματα, καθώς ορισμένα που εκδόθηκαν κατά τον ύστερο 5ο και πρώιμο 4ο αιώνα π.Χ. θεωρούνται από τα πιο εντυπωσιακά του αρχαίου κόσμου από άποψη αισθητικής. Επιπλέον, οι ίδιοι οι χαράκτες αρχίζουν να υπογράφουν υπερήφανοι για τα έργα τους από το τελευταίο τέταρτο του 5ου αιώνα π.Χ. και εξής. Συγκριτικά, ανάμεσα στο πλήθος των νομισμάτων που κόπηκαν στους αρχαίους χρόνους και που είναι δυνατόν να θεωρηθούν αριστουργήματα μικροτεχνίας, ελάχιστα είναι εκείνα που αναγράφουν το όνομα του καλλιτέχνη, αφού οι χαράκτες κρατούσαν την ανωνυμία.

Εξαίρετο παράδειγμα της καινοτομίας αυτής βλέπουμε σε ένα δεκάδραχμο των Συρακουσών, στην οπίσθια όψη του οποίου, κάτω από το λαιμό της Αρέθουσας διαβάζουμε το όνομα του φημισμένου χαράκτη Ευαίνετου. Η επίδραση των μεγάλων χαρακτών της Σικελίας διαδόθηκε σε πολλές κοπές περιοχών της μητροπολιτικής Ελλάδας (Θεσσαλία, Αμφίπολη, Ρόδος κ.ά.) και της νότιας Μικράς Ασίας (Λυκία, Κιλικία).

 Τα νομίσματα των ελληνικών αποικιών στη Μ. Ασία, την Προποντίδα και τον Εύξεινο Πόντο

 Ο χώρος της Μικράς Ασίας απο­τέλεσε το γενέθλιο λίκνο του νομίσματος κατά τον ύστερο 7ο αι­ώνα π.Χ. και οι εκεί ελληνικές πόλεις παρήγαγαν στο πέρασμα των αιώ­νων μερικά από τα πλέον εξαιρετικά δείγματα νομισματοκοπίας. Τα πρώ­τα νομίσματα κόπηκαν σε ήλεκτρο. Σύντομα η πρακτική αυτή εγκαταλεί­φθηκε κατά τη διάρκεια του 6ου αιώ­να και παγιώθηκε η χρήση του αργύ­ρου, με εξαίρεση τις πόλεις της Κυζίκου, της Λαμψάκου, της Φωκαίας, της Μυτιλήνης και της Χίου που συ­νέχισαν και αργότερα να εκδίδουν νομίσματα ηλέκτρου.


Αργυρό τρετράδραχμον Εφέσου, περ. 370-350 π.Χ.

Η νομισματοκοπία της Εφέσου συν­δέεται με τη λατρεία της Αρτέμιδος, της θεάς που κατεξοχήν λατρευόταν στην πόλη. Η μέλισσα, συχνή απει­κόνιση στην πρόσθια όψη των εφεσιακών νομισμάτων, ήταν σύμβολο της αρχαίας ασιατικής θεότητας της φύσης, την οποία οι Ίωνες ταύτισαν με την Άρτεμη. Έμβλημα της θεάς του κυνηγιού επίσης αποτελεί το ελά­φι, που εικονίζεται συνήθως στην άλ­λη όψη, ενώ ο φοίνικας δηλώνει το δέντρο κάτω από το οποίο σύμφωνα με τον μύθο γεννήθηκε η θεά.

Η ιωνική Φώκαια είναι γνωστή από πρώιμες κοπές της που φέ­ρουν ως εμπροσθότυπο μία φώ­κια, το λαλούν σύμβολον (εικονι­στική απόδοση του ονόματος) της πόλεως. Γρήγορα εξελίχθηκε σε σημαντικό νομισματοκοπείο, όπου για δύο περίπου αιώνες (6ο – 4ος αιώνας π.Χ.) επικράτησε η έκδοση μικρών κερμάτων από ήλεκτρο, ίσων με το 1/6 (έκτη) του στατήρα που φέρει κεφαλή νύμφης. Από τη νομισματική παραγωγή της Φωκαίας αξίζει να μνημονευθεί η περίσταση της εμπορικής σύμπρα­ξης με τη γειτονική Μυτιλήνη, όταν γύρω στα 394-390 π.Χ. απο­φασίστηκε η κοπή νομισμάτων εκ περιτροπής και η από κοινού λήψη μέτρων κατά των παραχαρακτών.

Η Κύζικος, αποικία της Μιλήτου στην Προποντίδα, εξέδιδε επί μακρόν στατήρες και υποδιαιρέσεις από ήλεκτρο. Χαρακτηριστικό εικονογραφικό στοιχείο που συνοδεύει την παράσταση της πρόσθιας πλευράς αποτελεί ο θύννος, το ψάρι γνωστό σήμερα ως τόνος. Συχνά ο τόνος λειτουργεί ως γραμμή εδάφους, όπως για παράδειγμα σε κυζικηνό νόμισμα όπου παριστάνεται Ηρακλής· παρομοίως σε κυζικηνές κοπές που φέρουν κεφαλή Αθηνάς, ο τόνος εμφανίζεται στο σημείο τομής του λαιμού. Η εμβληματική παρουσία του ψαριού αυτού συνδέεται με τη θέση της πόλης που συνιστούσε πέρασμα για αγέλες τόνων και συνακόλουθα καίριο σημείο για την αλίευση και την εμπορία ενός ιδιαίτερα προσοδοφόρου είδους διατροφής.

Η πόλη Ιστρία ή Ίστρος είχε ιδρυ­θεί κοντά στο δέλτα του Δούναβη από Μιλησίους αποίκους γύρω στο 625 π.Χ. Τα νομίσματα της πόλεως φέρουν στην πίσω πλευρά θαλάσ­σιο αετό πάνω σε δελφίνι. Την πρό­σθια όψη των εκδόσεων της Ιστρίας, κοσμούν δυο εκφραστικά ανδρι­κά κεφάλια, τοποθετημένα σε αντί­θετο άξονα: ίσως αποδίδουν τους Διοσκούρους, η λατρεία των οποίων ήταν διαδεδομένη στα παράλια του Ευξείνου. Κατά μια άλλη ερμηνεία οι δυο αντίρροπες κεφαλές συμβολίζουν τα δυο αντίθετα στόμια του Δούναβη, για τον οποίο πιστευόταν για μια περίοδο ότι εξέβαλλε τόσο στη Μαύρη Θάλασσα όσο και στην Αδριατική.

Η Ολβία, άλλη μια μιλησιακή αποικία, ιδρύθηκε γύρω στο 600 π.Χ. σε καίριο σημείο των παραλίων της σημερινής Ουκρανίας. Η πόλη ήταν για αιώνες σημαντικό εμπορικό κέντρο, γεγονός που εναρμο­νίζεται με την ευδαιμονία που υπονοεί το όνομά της. Η νομισματι­κή παραγωγή της Ολβίας παρουσιάζει ιδιοτυπίες. Τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Ολβιοπολίτες εξέδωσαν δελφινόσχημα χάλκινα νομίσματα. Έχει προταθεί η σύνδεση του δελφινιού ως συμβόλου με την τοπι­κή λατρεία του Απόλλωνος, αλλά η ερμηνεία της συγκεκριμένης νομισματικής σειράς παραμένει υπό συζήτηση. Κατά τον ύστερο 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. η πόλη επιδόθηκε στην έκδοση χάλκινων χυτών νομισμάτων μεγάλου βάρους, πριν προχωρήσει στην κοπή παιστών νομισμάτων, δηλ. κερμάτων προερχόμενων από χτύπημα μεταξύ σφραγίδων (παιστά).

Άποικοι από τη Μίλητο είχαν ιδρύσει και το Παντικάπαιον στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ. Κατέχοντας στρατηγική θέση στη χερσόνησο της Κριμαίας η πόλη αυτή θα ακμάσει στο διάβα των αιώνων. Οι χρυσοί στατήρες του Παντικαπαίου χρονολογούνται από τα μέσα του 4ου αιώνα και αποτελούν έξοχα δείγματα μικρογλυφίας. Στην πρόσθια όψη τους παριστάνεται η κεφαλή του Πάνα, του θεού που ήταν άμεσα συνδεδεμένος με το όνομα της πόλης, ενώ την άλλη πλευρά κοσμεί γρύπας. 

 Τα νομίσματα των βασιλέων: Φίλιππος Β’ 


Αργυρό τετράδραχμον Φιλίππου Β, 355-349 π.Χ.

Μια νέα εποχή στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική δομή του αρχαίου κόσμου σηματοδοτήθηκε με το Φίλιππο Β’, βασιλιά της Μακεδονίας. Από το 359 ως το 336 π.Χ. κατόρθωσε να επεκτείνει τα όρια του κράτους του και να το καταστήσει τη σπουδαιότερη δύναμη στον ελλαδικό χώρο. Έχοντας τον έλεγχο μεταλλείωνστη Μακεδονία και τη Θράκη, ιδι­αίτερα τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου στην περιοχή του Παγ­γαίου, ο Φίλιππος ήταν σε θέση να εκδόσει νομίσματα σε μεγαλύ­τερες ποσότητες από ότι όλοι οι προκάτοχοί του και να ξεπεράσει τα έσοδα κάθε ελληνικής πόλης – κράτους, με εξαίρεση ίσως την Αθή­να.

Ο Φίλιππος εξέδωσε νομίσματα και στα τρία μέταλλα, το χρυσό, τον άργυρο και το χαλκό. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του συστήματός του ήταν ότι για τα νομίσματα από πολύ­τιμο μέταλλο ακολουθήθηκαν δυο διαφορετικοί σταθμητικοί κανόνες. Ο άργυρος κοβόταν καθόλη τη δι­άρκεια της βασιλείας του Φιλίππου ακολουθώντας ένα τοπικό σταθμητικό κανόνα, τον οποίο εφάρμοζαν για τις αργυρές νομισματοκοπίες τους το Κοινό των Χαλκιδέων με έδρα την Όλυνθο, η Άκανθος στην ανατολική ακτή της Χαλκιδικής, και η Αμφίπολη κοντά στις εκβολές του Στρυμόνα, όπου το τετράδραχμο είχε θεωρητι­κό βάρος 14,52 γραμ. 


Αργυρό τετράδραχμον Δημητρίου Πολιορκητή Μακεδονίας (301-295 π.χ.)

Ως εμπροσθότυπος των αργυρών  τετραδράχμων, επιλέχθηκε —για πρώτη φορά στα νομίσματα των βασιλέων της Μακεδονίας— το κεφάλι του Δία. Για την άλλη όψη επιλέχθηκαν δυο τύποι: ο έφιππος άνδρας, που σύμφωνα με κάποιες απόψεις είναι ο ίδιος ο Φίλιππος, και ο νεαρός ιππέας που κρατά κλαδί φοίνικα, και αποτελεί αναφορά στη νίκη του αλόγου του Φιλίππου στην Ολυ­μπιάδα του 356 π.Χ.

Η κοπή του χρυσού άρχισε γύρω στα 345 π.Χ., σύμφωνα με τον αττικό σταθμητικό κανόνα, όπου ο στατήρας είχε θεωρητικό βάρος 8,54 γραμμάρια. Στην πρόσθια όψη των στατήρων απεικονίζεται το κεφάλι του θεού Απόλλωνα, ενώ η παράσταση της πίσω πλευράς, ένα άρμα που το σέρνουν δυο άλογα, σχετίζεται με ανάλογη νίκη του Φιλίππου στους Ολυμπιακούς αγώνες.

Νομίσματα με τους τύπους και το όνομα του Φιλίππου συνέχισαν να εκδίδονται και μετά το θάνατό του το 336 π.Χ. και κυκλοφόρη­σαν ευρέως στον ελλαδικό χώρο, τη Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια. Οι χρυσοί στατήρες και τα αργυρά τετράδραχμα, που διείσδυσαν στην Ευρώπη μέσω των Βαλ­κανίων, έγιναν σταδιακά αντικείμενο μίμησης από τους κελτικούς λαούς κατά μήκος του Δούναβη και οι απομιμήσεις αυτές επηρέα­σαν με τη σειρά τους τα νομίσματα της Γαλατίας και της Βρετανίας κατά τον 1ο αιώνα π.Χ.

 

Μέγας Αλέξανδρος

 Ο Μέγας Αλέξανδρος βασίλεψε από το 336 ως το 323 π.Χ. Συνέχισε το έργο του πατέρα του Φιλίππου Β’ και δημιούργησε μια τεράστια αυτοκρατο­ρία, που εκτεινόταν από τη Μακεδονία μέχρι τα βάθη της Ανατολής. Η ρευστοποίηση μέρους από τα αμύθητα πλούτη των Αχαιμενιδών, που περιήλθαν στην κατοχή του, επέφερε σημαντικές αλλαγές στις οικονομικές συνήθειες του ελληνικού κόσμου.