ΑΛΩΣΗ ΚΩΝΣΤ/ΠΟΛΗΣ - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

ΑΛΩΣΗ ΚΩΝΣΤ/ΠΟΛΗΣ



Ο Σφραντζής, όπως ο ίδιος μας πληροφορεί, έσπευσε να αναφέρει την είδηση στον Κωνσταντίνο και να τον παρακινήσει να στείλει πρεσβεία στην πατρίδα και στους γονείς της χήρας του σουλτάνου με σκοπό ένα επωφελές συνοικέσιο για τον ίδιο τον Αυτοκράτορα, αλλά και για την Κωνσταντινούπολη. Οι Βυζαντινοί όμως δεν έτρεφαν αυταπάτες, καθώς διέκριναν στο πρόσωπο του νέου σουλτάνου έναν ορμητικό, φιλόδοξο και σκληρό χαρακτήρα, ο οποίος φανέρωνε, ότι δεν υπήρχε καμιά ελπίδα για ένα ειρηνικό μέλλον. Άλλωστε η Κωνσταντινούπολη βρισκόταν μέσα στην καρδιά της Οθωμανικής επικράτειας.

Ο Μωάμεθ γνώριζε πολύ καλά, ότι για να ισχυροποιήσει την εξουσία του έπρεπε να εξαφανίσει το ξένο αυτό σώμα και να μετατρέψει την Πόλη σε ένα σταθερό κέντρο της ανερχόμενης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης θα ολοκλήρωνε τη σύνδεση μεταξύ των Ευρωπαϊκών και των Ασιατικών κτήσεων των Οθωμανών, θα αποδυνάμωνε την εκδήλωση διασπαστικών κινημάτων και επιπλέον θα προσφερόταν ως ένα επίφοβο ορμητήριο σε περίπτωση πολέμου εναντίον της Δύσης. Δυστυχώς όμως για τους Βυζαντινούς ο προαναφερθείς γάμος με τη χήρα του σουλτάνου δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, για αυτό και αναζητήθηκε άλλη υποψήφια σύζυγος για τον Κωνσταντίνο, η οποία και βρέθηκε στο πρόσωπο της κόρης του βασιλιά της Ιβηρίας.

Ο Σφραντζής είχε επιδοθεί σε ένα αδιάκοπο γύρο διπλωματικών επαφών αναζητώντας κατάλληλη σύντροφο για τον δεσπότη του, με σκοπό να ενισχυθεί η δυσχερέστατη θέση του, να αποκτήσει διάδοχο και χρήματα από την προίκα της μέλλουσας Αυτοκράτειρας, τα οποία θα αποτελούσαν πολύτιμη βοήθεια στην προσπάθεια για ανόρθωση των οικονομικών της καθημαγμένης πρωτεύουσας. Επιπλέον ο Κωνσταντίνος έσπευσε να στείλει διπλωματική αποστολή, για να συγχαρεί το νέο σουλτάνο και να ζητήσει διαβεβαιώσεις για την τήρηση της υπάρχουσας συνθήκης ειρήνης. Ο σουλτάνος δέχτηκε τους πρεσβευτές με μεγάλο σεβασμό και τους καθησύχασε με ψεύτικους όρκους για τις καλές τους προθέσεις.

Ο Αυτοκράτορας προέβη όμως, πολύ σύντομα, σε μία άτοπη κίνηση, όταν ζήτησε από το Μωάμεθ να καταβάλλει μεγαλύτερο ποσό για τις ανάγκες του ανταπαιτητή του σουλτανικού θρόνου Ορχάν, ο οποίος ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, κίνηση πού έδειξε έλλειψη διπλωματικότητας από μέρους του Αυτοκράτορα, αλλά και έδωσε στο νέο σουλτάνο την αφορμή που περίμενε, για να καταλύσει τις υπάρχουσες συνθήκες και να θέσει σε εφαρμογή το φιλόδοξο σχέδιο του, να καταλάβει δηλαδή την Κωνσταντινούπολη. Ο Κωνσταντίνος είχε κάνει το μοιραίο λάθος να υποτιμήσει τον αντίπαλο του, καθώς το παιχνίδι που έπαιξε είχε αμφίβολη επιτυχία και τη δεδομένη χρονική στιγμή αποδείχτηκε πολύ επικίνδυνο.

Οι Μοιραίοι Γάμοι του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου

Δύο φορές είχε έρθει «εις γάμου κοινωνίαν» ο τελευταίος βασιλιάς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Και τις δύο φορές όμως στάθηκε άτυχος, καθώς και οι δύο σύζυγοι του πέθαναν πρόωρα και δεν απέκτησε απογόνους με καμία από τις δύο. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος παντρεύτηκε πρώτη φορά σε ηλικία 23 ετών τον Ιούλιο του 1428, τη Μαγδαληνή (Μαντελένα Τόκκο), ανιψιά του Λεονάρδου Β' Τόκκου, Λατίνου ηγεμόνα της Δυτικής Ελλάδας. Μετά τον γάμο έγινε ορθόδοξη και άλλαξε το όνομά της σε Θεοδώρα. Η τελετή του γάμου έγινε μέσα σε ένα στρατόπεδο στην Πάτρα, την οποία σκόπευαν να πολιορκήσουν τα στρατεύματα των Παλαιολόγων. 
 
Μαρτυρίες της εποχής αναφέρουν ότι ο αρραβώνας έγινε χωρίς την παρουσία της νύφης. Όπως συνηθιζόταν τότε στους γάμους, ο Κωνσταντίνος πήρε ως προίκα την πόλη Γλαρέντζα της Πελοποννήσου, τη σημερινή Κυλλήνη. Η σύζυγός του βαφτίστηκε Ορθόδοξη με το όνομα Θεοδώρα και τελέστηκε το μυστήριο. Δυστυχώς μετά από ένα χρόνο περίπου, το 1429, η Μαγδαληνή - Θεοδώρα πέθανε στο Στάμηρο - Σανταμέρι της Αχαΐας, ενώ ήταν έγκυος. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος συντετριμμένος από τον θάνατο της συζύγου του, αρνιόταν να ξαναπαντρευτεί. 
 
Παρόλα αυτά, μετά από 12 χρόνια χηρείας και κάτω από την ασφυκτική πίεση της μητέρας του Ελένης, επειδή ο αδερφός του, ο Αυτοκράτορας Ιωάννης δεν είχε παντρευτεί, έκανε δεύτερο γάμο. Αν δεν παντρευόταν και δεν έκανε αγόρι (ο αδελφός του Θωμάς απέκτησε γιους αργότερα, τον Ανδρέα και τον Μανουήλ, από την Αικατερίνη Ασάνη), η οικογένεια των Παλαιολόγων κινδύνευε να εκλείψει. Η δεύτερη «επιλαχούσα» ήταν η Αικατερίνη (Caterina Gattilusio), κόρη του Δορίνου Γατελούζου, επίσης Λατινικής προελεύσεως, ο οποίος ηγεμόνευε στη Λέσβο, όπου έγινε και ο γάμος το 1441. 
 
Τότε ο Κωνσταντίνος ήταν δεσπότης της Πελοποννήσου. Αλλά όταν ο αδερφός του Δημήτριος, που ήθελε τον θρόνο της Κωνσταντινούπολης, συνεννοήθηκε με τους Τούρκους και απέκλεισαν την Πόλη, έσπευσε να βοηθήσει τον αδελφό του Ιωάννη. Στον ταξίδι του προς την Πόλη πήρε μαζί με την σύζυγό του Αικατερίνη, που είχε μείνει έγκυος. Λόγω θαλασσοταραχής παρέμειναν στο νησί της Λήμνου, όπου τους επιτέθηκε Τούρκικος στόλος. Εκεί η Αικατερίνη αρρώστησε, απέβαλλε και πέθανε το 1443, όπως λένε οι ιστοριογράφοι, λόγω των επιπλοκών. Μετά την απώλεια και της δεύτερης συζύγου του, ο βασιλικός ακόλουθος και προσωπικός φίλος του Κωνσταντίνου, Φραντζής, άρχισε πάλι να ψάχνει να βρει μια κατάλληλη νύφη για τον Κωνσταντίνο. 
 
Κατάλληλη νύφη, σήμαινε μια κοπέλα νέα, με μεγάλη προίκα και από οικογένεια που θα είχε τις κατάλληλες διεθνείς διασυνδέσεις για την συνέχεια της Αυτοκρατορίας. Επειδή ο Φραντζής δεν έβρισκε την κατάλληλη, ο ίδιος ο Κωνσταντίνος έστειλε άλλους προξενητές να ψάξουν για νύφη στην Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία. Κάποιος διπλωμάτης πρότεινε στο Κωνσταντίνο μία από τις τέσσερις κόρες του δόγη της Βενετίας, οι οποίες ήταν πολύ όμορφες. Ενώ οι διαπραγματεύσεις για τον γάμο με τη Βενετσιάνα πριγκίπισσα προχωρούσαν, πέθανε ο αδερφός του Κωνσταντίνου, Ιωάννης Η' το 1448. 
 
 
Ο Κωνσταντίνος στέφθηκε Αυτοκράτορας στον Μυστρά και πήγε στην Κωνσταντινούπολη με πολλές ελπίδες και μεγάλη αγωνία για το μέλλον της Αυτοκρατορίας. Οι διαπραγματεύσεις του γάμου κράτησαν αρκετά, αλλά στο τέλος το σχέδιο «ναυάγησε», καθώς υπήρξαν έντονες αντιδράσεις για τον γάμο του Αυτοκράτορα με μια αιρετική από τους άρχοντες του Βυζαντίου. Ο Κωνσταντίνος για να μην τους δυσαρεστήσει απάντησε αρνητικά στον Δόγη της Βενετίας και εγκατέλειψε την προσπάθεια εξεύρεσης νύφης και αφοσιώθηκε στην αναδιοργάνωση του κράτους. Παρόλα αυτά ο Φραντζής συνέχισε την αναζήτηση νύφης, στρεφόμενος πια προς την Ανατολή. 
 
Το 1450 κατέληξε στην κόρη του βασιλιά της Ιβηρίας, της σημερινής Γεωργίας και στην κόρη του Αυτοκράτορα της Τραπεζούντας, οι οποίες είχαν μεγάλη προίκα και θα ήταν «χρήσιμες» για το Βυζαντινό κράτος που παρήκμαζε. Ενώ οι διαπραγματεύσεις προχωρούσαν, συνέβη ένα περιστατικό που άλλαξε τα σχέδια του Φραντζή. Το 1451 πέθανε ο σουλτάνος Μουράτ Β'. Η σύζυγός του Μάρα, στην οποία είχε ιδιαίτερη συμπάθεια ο διάδοχος του Μουράτ, Μωάμεθ ο Β', είχε σταλεί πίσω στον πατέρα της φορτωμένη με δώρα και τιμές. Μόλις το νέο αυτό έγινε γνωστό στην Κωνσταντινούπολη, αποφασίστηκε να γίνει επίσημη πρόταση στη Μάρα να νυμφευτεί τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα. 
 
Ο γάμος αυτός θα ανέτρεπε τα ιστορικά γεγονότα, καθώς η μεγάλη αγάπη του Μωάμεθ για τη Μάρα και τη Χριστιανική παιδεία που είχε λάβει από εκείνη στην παιδική του ηλικία, θα τον απέτρεπε να προχωρήσει στην πολιορκία και τελικά στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Όμως, η πριγκίπισσα Μάρα, λόγω του ότι ήταν 50 ετών και είχε κάνει τάμα ότι αν απελευθερωνόταν από τα χέρια τον Μουσουλμάνων θα αφιερωνόταν στον Θεό, αρνήθηκε να παντρευτεί τον Κωνσταντίνο και κλείστηκε σε ορθόδοξο μοναστήρι. Μετά την απόρριψη της πρότασης γάμου από τη Μάρα, ο Κωνσταντίνος έστειλε τον Φραντζή να κάνει τις διαπραγματεύσεις για τον γάμο του με την πριγκίπισσα της Ιβηρίας. 
 
Τον Σεπτέμβριο του 1451 ο Κωνσταντίνος υπέγραψε ένα συμφωνητικό που επικύρωνε τον λόγο του και την απόφασή του να παντρευτεί την πριγκίπισσα και το έστειλε στον βασιλιά Γεώργιο. Έτσι, την άνοιξη του 1452 ο Φραντζής ετοίμασε το επιτελείο για να πάει στην Ιβηρία και να συνοδέψει την νεαρή μνηστή του Κωνσταντίνου στην Βασιλεύουσα. Ενώ ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος περίμενε την μέλλουσα σύζυγό του, ο Μωάμεθ επιτέθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Η πατρίδα του κινδύνευε πλέον, με αποτέλεσμα ο γάμος να ματαιωθεί και η πριγκίπισσα της Ιβηρίας να μην φτάσει ποτέ στην Πόλη. 
 
Στις 29 Μάιου του 1453 η Πόλη «έπεσε» στα χέρια των Οθωμανών και ο Κωνσταντίνος πέθανε χωρίς επίσημη σύζυγο και χωρίς να έχει αφήσει απογόνους πίσω του. Ωστόσο, πολλά τραγούδια και λαϊκοί θρύλοι μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης κάνουν αναφορές στη σύζυγο του Αυτοκράτορα και τα παιδιά τους. Ορισμένοι μελετητές ερευνώντας αρχεία και βιβλιοθήκες ανακάλυψαν ότι ο Κωνσταντίνος ήταν μνηστευμένος με την Άννα Νοταρά, την κόρη του δούκα Λουκά Νοταρά, ο οποίος μετά την Άλωση θανατώθηκε από τον Μωάμεθ τον Πορθητή. 
 
Στα Λατινικά έγγραφα της εποχής μνημονεύεται ως sponsa imperialis, (μνηστή του Αυτοκράτορα), έστω και εάν δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις για αυτό. Η Άννα ωστόσο πέθανε σε μεγάλη ηλικία και ανύμφευτη, -καθώς δεν είχε παντρευτεί τον Παλαιολόγο-, στη Βενετία το 1507. 

β) Πρώτες Στρατηγικές Κινήσεις του Σουλτάνου 

Η αφορμή για να συγκεντρώσει ο Μωάμεθ όλη του την προσοχή και όλες του τις δυνάμεις για την πολιορκία και την άλωση της Κωνσταντινούπολης είχε, όπως έχει ήδη αναφερθεί, δοθεί. Αυτή ήταν η φιλοδοξία του από τη στιγμή που ανέβηκε στο σουλτανικό θρόνο και είχε φθάσει η ώρα για την πραγματοποίηση της. Στις 26 Μαρτίου του 1452 ο σουλτάνος κατέφθασε στην Ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου με σκοπό να χτίσει ένα φρούριο, που θα του έδινε τη δυνατότητα να ελέγχει τα Στενά. Πριν από μερικές δεκαετίες άλλωστε, ο σουλτάνος Βαγιαζήτ είχε κατασκευάσει στην ανατολική ακτή το φρούριο Ανατολού Χισάρ.

Ελέγχοντας τα δύο αυτά καλά εξοπλισμένα φρούρια, θα μπορούσε να αποκόψει τον ανεφοδιασμό της Πόλης, αλλά και να στερήσει τα έσοδα από τους δασμούς που επέβαλε η Κωνσταντινούπολη στα πλοία, που ανεβοκατέβαιναν στο Βόσπορο. Αυτός ήταν άλλωστε ο στόχος, να εξαντληθεί δηλαδή η Πόλη από την έλλειψη τροφίμων και χρημάτων. Το χειρότερο όμως ήταν ότι το νέο φρούριο θα γινόταν η βάση από την οποία θα κατευθυνόταν η άλωση της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα έδωσε διαταγή να ετοιμαστεί μεγάλος στόλο.