Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ


Τα κείμενα των πινακίδων είναι ως επί το πλείστον κατάλογοι και αρχεία απογραφής. Δεν έχουν διατηρηθεί αφηγηματικά κείμενα ούτε, πολλώ μάλλον, ποιητικά ή μυθικά κείμενα. Εντούτοις, είναι δυνατόν να αποκτήσουμε κάποια γνώση για τον λαό που παρήγαγε αυτά τα κείμενα, καθώς και για τη Μυκηναϊκή περίοδο, λίγο πριν από την έναρξη των αποκαλούμενων Σκοτεινών Αιώνων τής Ελληνικής ιστορίας.

Σε αντιδιαστολή προς μεταγενέστερες μορφές/ποικιλίες τής Ελληνικής, η Μυκηναϊκή διέθετε επτά διακριτές πτώσεις: ονομαστική, γενική, δοτική, αιτιατική, οργανική, τοπική και κλητική (παρ' ότι η οργανική και η τοπική εμφανίζονται μόνο υπολειμματικά, δηλ. χωρίς οργανική λειτουργία στα κείμενα, πράγμα που ερμηνεύει τη σταδιακή εξαφάνιση της μορφολογικής κατηγορίας τους).

Φωνολογία και Ορθογραφία

Η Μυκηναϊκή γλώσσα γραφόταν με την Γραμμική Β, την οποία αποτελούν περίπου 200 συλλαβικά σημάδια και λογογραφήματα. Δεδομένου ότι η Γραμμική Β προήλθε από τη Γραμμική Α, μια αποκρυπτογραφημένη γλώσσα Μινωικής πιθανώς προέλευσης ανεξάρτητης από τα Ελληνικά, δεν απεικονίζει πλήρως τη Μυκηναϊκή. 
 
Φωνολογικά οι συστάδες του συμφώνου διαλύθηκαν ορθογραφικά, και το ρ και το λ δεν είναι , ούτε αποσαφηνισμένες για τις ελληνικές φωνολογικές κατηγορίες εκφρασμένων /άφωνων ( με εξαίρεση των οδοντικών το δ, T) και απορροφημένο / συλλαβικά-τελικό λ, μ, ν, ρ, s παραλείπεται. Το χειρόγραφο διαφοροποιεί πέντε ιδιότητες φωνηέντων, α, ε, ι, ο, u, τα ημίφωνα W και j (που μεταγράφονται επίσης και ως Y), τρία ηχηρά, μ, ν, ρ, ένα συριστικό s και έξι occlusive, π, τ, δ, Κ, q (η συνηθισμένη μεταγραφή για όλα τα χειλόφωνα) κα το ζ (που περιλαμβάνει [ Κ; ], [ γ; ] και [ δ; ] ήχοι που αργότερα εξελληνίστηκαν;). 
 
Κατά συνέπεια * τα khrusos, "χρυσός" συλλαβίστηκαν με τα συλλαβικά σημάδια κu-RU-E'TSJ;.;.;., * gwous, "αγελάδα" με το qο-u σημαδιών;.;., και * khalkos "χαλκός" ως Κα -Κα-κο;.;.. Η Μυκηναϊκή μορφή των ελληνικών διατηρεί διάφορα αρχαΐζοντα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής κληρονομιάς της, όπως τα υπερωικά σύμφωνα που υποβλήθηκαν στις πλαίσιο-εξαρτώμενες υγιείς αλλαγές ώσπου να άρχισε το αλφαβητικό ελληνικό γράψιμο μερικές εκατοντάδες έτη αργότερα.

Γραφή

Το σώμα Μυκηναϊκής εποχής αποτελείται από περίπου 6000 ταμπλέτες και επιγραφές στη Γραμμική Β, από τη Μινωική χρονολογία στην Ελλαδική Περίοδο. Κανένα μνημείο της Γραμμικής Β ούτε μη γραμμική μεταγραφή Β δεν έχει βρεθεί ακόμα. Εάν είναι γνήσιo, το βότσαλο της Καυκανιάς, που χρονολογείται στο 17ο αιώνα Π.Χ., θα ήταν η παλαιότερη γνωστή Μυκηναϊκή επιγραφή, και ως εκ τούτου η πιο πρόωρη συντηρημένη κατάθεση της Ελληνικής γλώσσας.
 
Η Μυκηναϊκή Γραμμική Β’

Η Μυκηναϊκή Γραμμική Β’ γραφή ονομάστηκε έτσι από τον ανασκαφέα της Κνωσού Άρθουρ Έβανς (Α. Evans) σε αντιδιαστολή με το πρώτο είδος της μινωικής Γραμμικής Α’. Οι ομοιότητες των δύο γραμμικών γραφών οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Γραμμική Β’ προέκυψε από τη Γραμμική Α’. Παράλληλα όμως με τις ομοιότητές οι δύο γραφές παρουσιάζουν και σαφείς διαφορές, οι οποίες εντοπίζονται τόσο στην εσωτερική τους δομή όσο και στην εξωτερική μορφή των συμβόλων τους.
 
Και οι δύο γραφές χρησιμοποιούν τον ίδιο αριθμό φωνητικών συμβόλων, ορισμένα από τα οποία είναι κοινά και στις δύο γραφές, ενώ άλλα εμφανίζονται μόνο σε μία από αυτές. Σήμερα πιστεύεται ότι η δομή της Γραμμικής Β’ προήλθε από τη Γραμμική Α’, αλλά τροποποιήθηκε προκειμένου να εκφράσει καλύτερα την Ελληνική γλώσσα.

Η Γραμμική Β’ δομείται από ομάδες φωνητικών συμβόλων, οι οποίες συνοδεύονται από ιδεογράμματα. Τα φωνητικά σύμβολα και το αντίστοιχο ιδεόγραμμα αναφέρονται στο ίδιο αντικείμενο. Τα συλλαβογράμματα, όπως ονομάζονται τα διαδοχικά φωνητικά σημεία, αναπαριστούν φωνήεντα και ανοιχτές συλλαβές με συνδυασμό ενός συμφώνου και ενός φωνήεντος, όπου το τελευταίο είναι πάντοτε φωνήεν. 
 
Σε σαρανταπέντε από τα συνολικά ογδόντα εννέα σημεία παρατηρούνται αντιστοιχίες με σημεία της Γραμμικής Α και σε άλλα δέκα παρατηρούνται αντιστοιχίες με στοιχεία των παλαιότερων μινωικών γραφών. Εκτός από τα φωνητικά σύμβολα υπάρχουν και περισσότερα από εκατό ιδεογράμματα που παριστάνουν αντικείμενα, αριθμούς, οι οποίοι ακολουθούν το δεκαδικό σύστημα και μονάδες μέτρησης του βάρους και της χωρητικότητας. 
 
Αρκετά συλλαβογράμματα, ιδεογράμματα ή μονάδες μέτρησης παραμένουν ακόμη άγνωστα. Τα κενά αυτά της αποκρυπτογράφησης συμπληρώνονται σταδιακά με την ανάγνωση περισσότερων νέων κειμένων.

Βασικά Χαρακτηριστικά της Μυκηναϊκής

Όπως ανέφερα και παραπάνω, η μυκηναϊκή είναι συλλαβογραφική γραφή. Περιλαμβάνει συλλαβογράμματα αλλά και ιδεογράμματα. Οι πινακίδες που διασώθηκαν αναφέρονται σε ανθρωπωνύμια, τοπωνύμια, γεωργική παραγωγή, γαιοκτησία, θρησκευτικές προσφορές, στρατιωτικό εξοπλισμό. Οι κανόνες γραφής της μυκηναϊκής είναι οι εξής:

  • Περιέχει τα πέντε βασικά φωνήεντα δίχως να διακρίνει μεταξύ μακρών και βραχέων.
  • Στους διφθόγγους δεν δηλώνεται το φωνήεν i παρά μόνο του.
  • Τα κλειστά σύμφωνα δηλώνονται με τα ψιλά p, t, k εκτός από το d που έχει ιδιαίτερα συλλαβογράμματα.
  • Οι χειλοϋπερωικοί φθόγγοι kw, gw, gwh δηλώνονται με την κλάση q.
  • Τα υγρά l, r ανήκουν στην ίδια κλάση r.
  • Τα διπλά σύμφωνα δεν δηλώνονται.
  • Στο συμφωνικό σύμπλεγμα η δήλωση του πρώτου φωνήεντος γίνεται με την ποιότητα του δεύτερου.
  • Υγρά, έρρινα και s που βρίσκονται πριν από άλλο σύμφωνο παραλείπονται.
  • Τα ληκτικά σύμφωνα παραλείπονται.
  • Υπάρχει κλάση του δίγαμμα.

Μπορούμε επιπλέον να παρατηρήσουμε ότι γραμματικά η Μυκηναϊκή διατηρεί τη γενική του ενικού σε –οiο και τον παλαιό τύπο τοπικής -ει ως δοτική. Και ακόμη, η Μυκηναϊκή διέθετε επτά διακριτές πτώσεις: ονομαστική, γενική, δοτική, οργανική, τοπική και κλιτική.

Παραδείγματα:

a-ko-so-ne = άξονες
ti-ri-po = τρίπος
wanaks = άναξ ‘άρχοντας’
marathuwon = µάραθον ‘µάραθο’
torpegja = τράπεζα ‘τραπέζι’
phasganon = φάσγανον ‘εγχειρίδιο’
gwasileus ‘τοπικός άρχοντας’ = βασιλεύς ‘βασιλιάς’
talasija: ‘αγγαρεία’ = ταλάσια ‘γνέσιµο’

Aνοµοίωση των χειλoϋπερωικών:

1) */gwunaia/ → [gunaja] ‘γυναικεία’ ku-na-ja
2) */lukwos/ → [lukos] ‘λύκος’ ru-ko
3) /gwou+kwolos/ → [gwoukolos] ‘βοσκός βοδιών’ qo-u-ko-ro
4) /eu+kwolos/ → [eukolos] ‘εύκολος’ e-u-koro
5) /ou+kwis/ → [oukis] ‘κανένας’ o-u-ki

Με αυτούς τους κανόνες αντιλαμβανόμαστε ότι η Μυκηναϊκή γραφή δεν αποτελεί μια αντιστοιχία με το ελληνικό αλφάβητο. Συνεπώς η ανάγνωση ακολουθεί την εξής διαδικασία. Μέσω των κανόνων παράγουμε όλες τις δυνατές μορφές Ελληνικής γραφής που προβολικά συμπίπτουν με τη μυκηναϊκή γραφή της λέξης. Με άλλα λόγια η συνάρτηση της παραγωγής είναι πολύμορφη. Επαναλαμβάνουμε αυτό το σχήμα με κάθε λέξη της πινακίδας.

Στο τέλος έχουμε μια συλλογή από πιθανά κείμενα. Εξετάζουμε αν συμπίπτουν με τα ιδεογράμματα, όταν αυτά υπάρχουν, και μετά κάνουμε τη σημασιολογική ανάλυση όταν αυτή είναι εφικτή. Ως αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, έχουμε πιθανές εκδοχές του κειμένου. Με άλλα λόγια, η ανάγνωση της Μυκηναϊκής δεν είναι απαραίτητα μοναδική, όχι μόνο ως προς τη λέξη μα και ως προς την πρόταση.

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Με τον όρο αρχαία Ελληνική γλώσσα εννοείται η Ελληνική γλώσσα των αρχαϊκών χρόνων και της κλασικής αρχαιότητας. Στο όρο περιλαμβάνεται συνήθως και η μετακλασική εποχή της Ελληνιστικής περιόδου. Ωστόσο, οι μεταλλάξεις της γλώσσας κατά την Ελληνιστική περίοδο δικαιολογούν μεθοδολογικά την διακριτή θεώρηση της αρχαίας Ελληνικής με τον όρο Ελληνιστική κοινή.

Η μελέτη της Ελληνικής γλώσσας μέσα από τις πηγές που επιβιώνουν στην προφορική εκφορά της γλώσσας και τα γραπτά τεκμήρια, μας επιτρέπει να διατρέξουμε την εξελικτική πορεία της γλώσσας, να εντοπίσουμε την ινδοευρωπαϊκή της καταγωγή, τους αρχαϊσμούς, τα προελληνικά δάνεια και να επισημάνουμε την εμφάνισή της κατά τη μυκηναϊκή εποχή. Οι κύριες φάσεις της εξελικτικής πορείας που περιγράφουν την πορεία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας είναι πέντε:

• Αρχαϊκή γλώσσα των Μυκηναϊκών χρόνων, έτσι όπως καταγράφεται στη συλλαβογράμματη γραφή που οι αρχαιολόγοι ονομάζουν Γραμμική Β΄.
• Αρχαία Ελληνική γλώσσα με την αλφαβητική γραφή και τις διαλέκτους της
• Ελληνιστική κοινή των Ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων
• Μεσαιωνική γλώσσα του Βυζαντινού Ελληνισμού, κομβικό σημείο μετουσίωσης της Ελληνικής κατά τον 15ο αιώνα.