ΑΛΩΣΗ ΚΩΝΣΤ/ΠΟΛΗΣ - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

ΑΛΩΣΗ ΚΩΝΣΤ/ΠΟΛΗΣ


Μετά από την κατάληψη της Ίμβρου ο Κριτόβουλος κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και άρχισε τη συγγραφή της ιστορίας του, την οποία αφιερώνει στο Μωάμεθ. Το έργο του δεν είχε την αναμενόμενη απήχηση στον κατακτητή, για αυτό και ο Κριτόβουλος μετέβη στο Άγιο Όρος και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ως άσημος μοναχός, χωρίς όμως να είναι γνωστή η ακριβής χρονολογία του θανάτου του. Το έργο του, που φέρει τον τίτλο «Ιστορίαι», είναι χωρισμένο σε πέντε βιβλία και πραγματεύεται τα γεγονότα των ετών 1451 - 1467 από την Τουρκική σκοπιά.

Είναι αφιερωμένο στο Μωάμεθ Β', ένας ύμνος στο πρόσωπο του, κάτι που γίνεται φανερό και από μία επιστολή προς το Μωάμεθ στην αρχή του έργου, στην οποία ο Κριτόβουλος απευθύνεται στο σουλτάνο με πολύ κολακευτικούς χαρακτηρισμούς. Σκοπός του συγγραφέα είναι να κερδίσει την εύνοια του Μωάμεθ για να εξασφαλίσει πολιτικά προνόμια για τον ίδιο και το νησί του, την Ίμβρο. Άλλωστε είναι ο μόνος από τους τέσσερις ιστορικούς που κατά τη διάρκεια της συγγραφής ζει μέσα στα όρια της Οθωμανικής επικράτειας και εκπροσωπεί τη ρεαλιστική τάση απέναντι στη σκληρή πραγματικότητα και την προσπάθεια του Γένους για επιβίωση κάτω από την κυριαρχία του ξένου δυνάστη.


Παρόλα αυτά δε διστάζει να δείξει το θαυμασμό του προς τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και τους Έλληνες αγωνιστές. Έχει ως πρότυπα του τους αρχαίους ιστορικούς, τον Ηρόδοτο και κυρίως το Θουκυδίδη, του οποίου μιμείται τη γλώσσα, το ύφος αλλά και τον τρόπο διάρθρωσης και δομής του έργου, καθώς και την προσπάθεια για αντικειμενική θεώρηση των γεγονότων. Αν εξαιρέσει κανείς την μεροληπτική στάση και την αποσιώπηση ορισμένων γεγονότων από τον Κριτόβουλο, τα οποία ενδεχομένως θα προκαλούσαν ενόχληση στο σουλτάνο, το έργο του αποτελεί αξιόλογη πηγή για τα γεγονότα της άλωσης, γιατί μας παρέχει πληροφορίες που δεν υπάρχουν σε άλλες πηγές.

Nicolo Barbaro (1400 - μετά το 1453)

Μία ακόμη σημαντική πηγή, η οποία συμπληρώνει ή επιβεβαιώνει τις προηγούμενες πηγές είναι το έργο του Nicolo Barbaro. Γεννήθηκε το 1400 ή λίγο αργότερα στη Βενετία και πέθανε μετά το 1453. Ο Barbaro, όπως και ο Σφραντζής, ήταν παρών στην πολιορκία και την άλωση της Κωνσταντινούπολης ως γιατρός σε ένα από τα Βενετικά πλοία, που είχαν φτάσει στην πρωτεύουσα λίγο πριν την πτώση. Αποφάσισε, όπως ο ίδιος δηλώνει, να κρατήσει ημερολόγιο για αυτό και είναι πολύ ακριβής στην περιγραφή των γεγονότων, τα οποία παραθέτει με αυστηρή χρονολογική σειρά, φροντίζοντας να δίνει επίσης και ακριβή αριθμητικά στοιχεία.

Στο ημερολόγιο του περιγράφει όσα συνέβησαν από τις 2 Μαρτίου 1451 ως τις 29 Μαΐου 1453 και παραθέτει στο τέλος και μία προσθήκη του πατέρα του Marco Barbaro με ημερομηνία 18 Ιουλίου 1453. Το έργο του πιθανότατα το ολοκλήρωσε το 1454 με την επιστροφή του στην πατρίδα του. Δεν υπάρχουν όμως στοιχεία για τη μετέπειτα πορεία της ζωής του. Όπως είναι φυσικό μεροληπτεί υπέρ της προσφοράς των Βενετών συμπατριωτών του κατά την άλωση, ενώ δείχνει αντιπάθεια για τους Γενουάτες και είναι εχθρικός και μεροληπτικός απέναντι τους ιδιαίτερα δε προς τον Ιουστινιάνη, όπως επίσης είναι περιφρονητικός προς τους Έλληνες, λιγότερο όμως από τις υπόλοιπες δυτικές πηγές.

Άλλοι Δυτικοί Ιστοριογράφοι της Άλωσης 

Εκτός βέβαια από το ημερολόγιο του Barbaro σημαντική είναι και η έκθεση, την οποία έγραψε ο Λεονάρδος, αρχιεπίσκοπος Λέσβου, στη Χίο έξι εβδομάδες μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, όπου οι μνήμες είναι ακόμη νωπές και η αφήγηση ζωηρή και πειστική αν εξαιρέσει κανείς το μίσος του συγγραφέα για τους Έλληνες. Για τη ζωή του αρχιεπισκόπου δεν έχουμε πολλές πληροφορίες. Γεννήθηκε στη Χίο το 1395 - 1396, σπούδασε στην Ιταλία και μπήκε στο τάγμα των Δομινικανών. Αρχιεπίσκοπος Λέσβου έγινε τον Ιούλιο του 1444 και παρέμεινε μέχρι τις 22 Δεκεμβρίου 1446.

Έπειτα επιστρέφει στη Ιταλία και επανέρχεται στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Κωνσταντινούπολη, στις 26 Οκτωβρίου 1452, μαζί με τον καρδινάλιο Ισίδωρο του Κιέβου, ως απεσταλμένοι του Πάπα για την υπογραφή της διακήρυξης της Ένωσης των Εκκλησιών. Μετά την επίσημη τελετή της Ένωσης στην Αγία Σοφία, παραμένει στην Κωνσταντινούπολη κατά τη διάρκεια της πολιορκίας. Αιχμαλωτίζεται αλλά καταφέρνει να δραπετεύσει περνώντας αρχικά στη συνοικία του Πέρα και από εκεί με κάποιο τρόπο, που παραμένει άγνωστος, στη Χίο, από όπου και γράφει στον Πάπα Νικόλαο Ε' την αναφορά του σχετικά με την Άλωση στις 19 Αυγούστου 1453.

Το 1458 επιστρέφει στην Ιταλία και το 1459 βρίσκεται στη Γένοβα, όπου και πεθαίνει τον επόμενο χρόνο. Άλλοι δυτικοί, που ήταν παρόντες κατά τη διάρκεια της πολιορκίας και κατέθεσαν γραπτά τις δικές τους μαρτυρίες, σχετικά με τα όσα διαδραματίστηκαν είναι οι Άντζελλο Τζιοβάνι Λομελλίνο, ποντεστά του Πέραν, ο οποίος λίγες ημέρες μετά την Άλωση συνέταξε μία έκθεση, για να τη στείλει στη Γενουατική κυβέρνηση, ο Φλωρεντινός έμπορος Τετάλντι αλλά και ο λόγιος από την Μπρέσια Ουμπερτίνο Πούσκουλους. Όσον αφορά την έκθεση του Λομελλίνο, αξίζει να σημειωθεί πέραν της αφήγησης των γεγονότων, η άποψη του για τους Γενουάτες του Πέραν.

Υποστηρίζει ότι, ένας μεγάλος αριθμός από αυτούς και μαζί και ο ίδιος, πήγαν να πολεμήσουν στα τείχη και έκαναν ότι μπορούσαν για τη σωτηρία της βασιλεύουσας, γιατί πίστευαν ότι αν έπεφτε η Κωνσταντινούπολη, το Πέραν δεν θα μπορούσε να επιβιώσει. Σχετικά με τον Τετάλντι θα πρέπει να σημειωθούν τα εξής:

  • Πρώτον ότι η αφήγηση του προοριζόταν για τον καρδινάλιο της Αβινιόν Αλαίν ντε Κοετιβύ και παρέχει πολλές λεπτομέρειες, που δεν υπάρχουν σε άλλες πηγές και 
  • Δεύτερον ότι ενώ πολέμησε στα τείχη για τη σωτηρία της Πόλης, λίγο πριν την είσοδο των Τούρκων στη Βυζαντινή πρωτεύουσα, πιθανότατα συνειδητοποίησε ότι ήταν ανώφελο να συνεχίσει τη μάχη, απέδρασε και κολύμπησε μέχρι σ' ένα Βενετσιάνικο πλοίο, που ήταν έτοιμο να σαλπάρει και με αυτό τον τρόπο κατάφερε να σωθεί.