Αρχαία Νομίσματα
ΑΡΧΑΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ » Αρχαία Νομίσματα
Ο Αλέξανδρος εφάρμοσε ενιαία νομισματική πολιτική στο αχανές κράτος. Επέβαλε την έκδοση των ίδιων τύπων από πολλά συγχρόνως νομισματοκοπεία ενώ για τα νομίσματά του σε ευγενή μέταλλα ακολούθησε τον αθηναϊκό σταθμητικό κανόνα που ήταν ευρύτατα αποδεκτός την εποχή εκείνη. Εντυπωσιακές ποσότητες αργυρών και χρυσών αλεξάνδρειων κοπών κατέκλυσαν τις αγορές της Ανατολικής Μεσογείου, και σε αυτό συνέβαλε και η επιστροφή των παλαιμάχων και των μισθοφόρων του Αλεξάνδρου στις πατρίδες τους.
Στην πρόσθια όψη των χρυσών στατήρων, απεικονίζεται η κεφαλή της θεάς Αθηνάς με κορινθιακό κράνος, πιθανόν εμπνευσμένη από το κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς Προμάχου του Φειδία στην Ακρόπολη. Η οπίσθια όψη αυτών των νομισμάτων φέρει την καθαρά συμβολική παράσταση της Νίκης και προβάλει την ιδέα ότι η Νίκη αποτελεί μια από τις ιδιότητες του Μακεδόνα βασιλιά.
Το κεφάλι του Ηρακλή, μυθικού προγόνου του βασιλικού οίκου της Μακεδονίας, επιλέγεται ως εμπροσθότυπος των αργυρών και χάλκινων κοπών. Ο Δίας καθισμένος σε θρόνο να κρατά αετό και σκήπτρο απεικονίζεται στις αργυρές κοπές, όπως τετράδραχμα, δραχμές αλλά και δεκάδραχμα. Οι συγκεκριμένοι τύποι είχαν γενική παραδοχή από τους Έλληνες. Ταυτόχρονα ήταν αποδεκτοί και από τους λαούς της Ανατολής οι οποίοι έβλεπαν σε αυτούς τους δικούς τους θεούς, όπως τον Βάαλ στη μορφή του Διός και τον Μελκάρτ ή τον Γκιλγκαμές στο πρόσωπο του Ηρακλή.
Νομίσματα με τους τύπους και το όνομα του Αλεξάνδρου συνέχισαν να παράγονται και να κυκλοφορούν μετά το θάνατο του βασιλιά από τους Διαδόχους, τους Επιγόνους και πολλές πόλεις μέχρι και το 2ο αιώνα π.Χ. Ενδεικτικό της αποδοχής των αργυρών νομισμάτων του είναι το γεγονός ότι πλήθος απομιμήσεών τους εκδόθηκαν από διάφορους λαούς και ηγεμόνες στις παρυφές του ελληνιστικού κόσμου.
Συμμαχικά και Κοινά νομίσματα
Στη διάρκεια της ελληνικής αρχαιότητας συνάφθηκαν διάφορες στρατιωτικές συμμαχίες πόλεων ή εθνών, προκειμένου να αντιμετωπίσουν συλλογικά ένα προβλεπόμενο κίνδυνο (π.χ. Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία) ή να απαλλαγούν από άλλης μορφής υποτέλεια, όπως η αθηναϊκή ηγεμονία, που προάσπιζε τα αθηναϊκά κυρίως συμφέροντα με δυσβάστακτο για τους λοιπούς Έλληνες τρόπο. Σε ορισμένες περιπτώσεις το κοινό νόμισμα αποτελούσε μέρος της ενιαίας τακτικής της συμμαχίας. Επίσης ιδρύθηκαν Συμπολιτείες και Κοινά, πολιτικό-στρατιωτικές και πολιτειακές ενώσεις των πόλεων σε διάφορες περιοχές, που μεταξύ των άλλων κοινής αποδοχής δεσμεύσεων, ήταν η έκδοση κοινού νομίσματος. Οι κοπές αυτές χαρακτηρίζονταν από περιορισμένη και τοπική κυκλοφορία.
Ευβοϊκή Συμπολιτεία. Συστάθηκε και ανέπτυξε τοπικό ρόλο τον 4ο αιώνα π.Χ. Καταρχάς υπό την επιρροή της Θήβας εντάχθηκε στο μέτωπο εναντίον των Αθηναίων και στη συνέχεια, σε ρήξη πλέον με τη Θήβα, οδηγήθηκε σε προσωρινή προσέγγιση με την Αθήνα. Οι νομισματικές εκδόσεις της Ευβοϊκής Συμπολιτείας έχουν ως κύριες παραστάσεις την κεφαλή της νύμφης Εύβοιας και το μοσχάρι, το οποίο αποτελούσε τη σπουδαιότερη πηγή πλούτου του τόπου, καθιστό ή όρθιο. Οι παραστάσεις αυτές εναλλάσσονται στις δύο όψεις των νομισμάτων, ενώ το βάρος τους ακολουθεί αρχικά τον αιγινιτικό, στη συνέχεια τον αττικό σταθμητικό κανόνα, ανάλογα με τη σφαίρα επιρροής στην οποία βρισκόταν η Συμπολιτεία.
Κοινόν των Βοιωτών. Υπήρχε ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. Η περίοδος της μεγαλύτερης ανάπτυξης του συμπίπτει με κείνη της θηβαϊκής ηγεμονίας, 378-362 π.Χ. Στην πρόσθια όψη των στατήρων κυριαρχεί η παράσταση της βοιωτικής ασπίδας, το εθνικό έμβλημα των Βοιωτών. Στην άλλη συναντάται ποικιλία παραστάσεων, συνήθως αυτή του κρατήρα.
Δελφική Αμφικτυονία. (336/5-334 π.Χ.) Ο θρησκευτικός αυτός οργανισμός περιελάμβανε δώδεκα αντιπροσώπους ελληνικών πόλεων, που ανέλαβαν την ευθύνη του ιερού για πολύ μικρό χρονικό διάστημα, αμέσως μετά το θάνατο του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας. Εξέδωσε ξεχωριστής ποιότητας αργυρά νομίσματα, στατήρες και δραχμές. Η κεφαλή της Δήμητρας, πεπλοφόρου και με στεφάνι από στάχυα, εικονίζεται στην πρόσθια όψη των στατήρων ενώ στην άλλη, ο Απόλλων, η κυρίαρχη θεότητα των Δελφών, καθισμένος στον ομφαλό της γης, στηρίζεται στη λύρα του.
Κοινόν των Αιτωλών. Τέλη 4ου – μέσα 2ου αιώνα π.Χ. Απέκτησε αξιόλογη υπόσταση και δράση κυρίως ύστερα από την ανάδειξη των Αιτωλών σε υπολογίσιμη πολιτική δύναμη της κεντρικής Ελλάδας τον 3ο αιώνα π.Χ. Από τις νομισματικές εκδόσεις της Αιτωλικής Συμπολιτείας, τα τριώβολα (ημίδραχμα) κόπηκαν σε εξαιρετικά μεγάλες ποσότητες ιδίως στις τελευταίες δεκαετίες της ύπαρξής της, εξυπηρετώντας την κάλυψη ασταμάτητων στρατιωτικών αναγκών. Στην πρόσθια όψη τους απεικονίζεται το κεφάλι της Αταλάντης με καυσία (κάλυμμα κεφαλιού) και στην άλλη ο Καλυδώνιος κάπρος που τρέχει προς τα δεξιά. Στο κυνήγι του άγριου αυτού ζώου πρωταγωνίστησε η μυθική ηρωίδα Αταλάντη με τα βέλη της, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, που αποδόθηκε και στις παραστάσεις των νομισμάτων.
Κοινόν των Ακαρνάνων. Έδρασε από τον 4ο αι. π.Χ. μέχρι το 167 π.Χ., ως αντίποδας του Κοινού των Αιτωλών, ασθενέστερος αλλά υπολογίσιμος. Στην πρόσθια όψη των στατήρων, που εξέδωσε το Κοινό, κυριαρχεί η παράσταση του ανθρωπόμορφου ταύρου, προσωποποίηση του ποτάμιου θεού Αχελώου. Η προάσπιση του ποταμού, πηγής ζωής και ανάπτυξης της Ακαρνανίας, και της διατήρησης του ελέγχου του ως φυσικού συνόρου, υπήρξε η πρωταρχική μέριμνα των Ακαρνάνων, στον συνεχή ανταγωνισμό τους με τους Αιτωλούς. Στην οπίσθια όψη των στατήρων εικονίζεται καθιστός ο Απόλλων Άκτιος.
Κοινόν Ηπειρωτών (234/3-168 π.Χ.) Η δράση του συμπίπτει με τα κρίσιμα χρόνια της ιδιόμορφης και καταλυτικής εμφάνισης των Ρωμαίων στον ελλαδικό χώρο, 234/3-168 π.Χ. Η νομισματοκοπία του Κοινού, στατήρες και δραχμές κυρίως, αναπτύσσεται στις τελευταίες δεκαετίες του, ξεκινώντας πριν από το 180 π.Χ., ενώ τη μεγαλύτερη ακμή της παρουσιάζει το τελευταίο διάστημα, ειδικά τις παραμονές της τελικής αναμέτρησης με τους Ρωμαίους, το 168 π.Χ., που επεφύλασσε το βάναυσο τέλος της Ηπείρου. Οι συζευγμένες κεφαλές του Δωδωναίου Δία με στεφάνι από φύλλα δρυός και της νύμφης Διώνης, στην πρόσθια όψη των στατήρων, θυμίζουν τη σύνθεση στα νομίσματα της Πτολεμαϊκής δυναστείας. Σε μια σύγχρονη περίπου πτολεμαϊκή κοπή εικονίζονται ενωμένες οι κεφαλές του Σαράπιδος και της Ίσιδος. Στην οπίσθια όψη αποδίδεται επιτιθέμενος ταύρος, μέσα σε στεφάνι δρυός.
Κοινόν των Θεσσαλών. Ιδρύθηκε τον 2ο αιώνα π.Χ. και λειτούργησε υπό ρωμαϊκή κηδεμονία μέχρι την εποχή του Αυγούστου. Στην πλούσια νομισματοκοπία του δεσπόζουν οι αργυροί στατήρες, με την κεφαλή του δαφνοστεφανωμένου Δία στην πρόσθια όψη και στην άλλη τον αγαλματικό τύπο της Αθηνάς Ιτωνίας.
Αχαϊκή Συμπολιτεία (τέλη 3ου-2ος αιώνας π.Χ.). Μια από τις σπουδαιότερες συμμαχίες της ελληνιστικής περιόδου, συγκροτήθηκε προς τα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ. και σύντομα ήλεγχε πολιτικά όλη την Πελοπόννησο. Μετά τις πρώτες εκδόσεις αργυρών τριωβόλων (ημιδράχμων) που είχαν κοινούς τύπους, κεφαλή Δία δαφνοστεφανωμένου στην εμπρόσθια όψη και στην άλλη το μονόγραμμα ΑΧ της συμμαχίας μέσα σε στεφάνι, οι πόλεις-μέλη χάραξαν ενδεικτικά σύμβολα και μονογραφήματα, που δήλωναν την ταυτότητά τους. Τα νομίσματα αυτά χρησίμευαν για την πληρωμή του σιτηρέσιου των στρατιωτών αλλά και για άλλες συναλλαγές, όπως οι εμπορικές.
Τεχνική κατασκευής
Οι σφραγίδες– μήτρες ήταν κατασκευασμένες από ορείχαλκο, σίδηρο ή μπρούντζο. Μια μήτρα μπορούσε να παράγει από 10.000 έως 30.000 νομίσματα. Ειδικοί τεχνίτες χάρασσαν τις μήτρες για την τύπωση των νομισμάτων.
Η κατασκευή του αρχαίου νομίσματος γινόταν σε ειδικά κρατικά εργαστήρια, τα νομισματοκοπεία. Οι μεγαλύτερες πόλεις διέθεταν οργανωμένες εγκαταστάσεις. Στην ανασκαφή της αρχαίας Αγοράς της Αθήνας εντοπίστηκε και νομισματοκοπείο, που λειτουργούσε από τα τέλη του 5ου αιώνα έως και τα χρόνια του Αυγούστου (27 π.Χ. – 14 μ.Χ.).
Η τεχνική κατασκευής ξεκινούσε με τον καθαρισμό και με το λιώσιμο του μετάλλου. Όταν το μέταλλο με τη θέρμανση αποκτούσε υγρή μορφή το έχυναν σε καλούπια για να πάρει κυκλικό σχήμα, ή σχημάτιζαν ράβδους από τις οποίες έκοβαν κυκλικές πλάκες. Οι κυκλικές αυτές πλάκες μετάλλου, ακόμα και σήμερα, ονομάζονται πέταλα. Η αποτύπωση των παραστάσεων γινόταν με την τοποθέτηση των πετάλων ανάμεσα σε δυο σφραγίδες-μήτρες. Με την πίεση που προκαλούσε το χτύπημα ενός σφυριού στις σφραγίδες οι παραστάσεις αποτυπωνόταν στο πέταλο. Όταν το «πέταλο» ήταν παχύ, συνήθως θερμαινόταν πριν να χτυπηθεί. Η τεχνική αυτή κατασκευής νομισμάτων χρησιμοποιήθηκε έως και το 17ο αιώνα, οπότε γενικεύτηκε η χρήση των μηχανών.