Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!


Ύστερα από αυτόν έκανε το ίδιο και όλη η σύνοδος. Ήταν αποφασισμένος, έχοντας τον στρατιωτικό τρόπο σκέψης, να βάλει τέλος στη διχογνωμία. Ήταν αυτός που πρότεινε να ενταχθεί στο σχέδιο του Συμβόλου της Πίστης η λέξη -κλειδί που ρύθμιζε τη μοίρα του Αρείου. Ήταν η λέξη «ομοούσιος». Η ένταξή της στο προσχέδιο ήταν σχεδόν ταυτόσημη με μια καταδίκη του Αρειανισμού. Μόλις τέλειωσε την ομιλία του, σχεδόν όλοι οι φιλοαρειανοί τον χειροκρότησαν. Επίσης συμφώνησαν να υπογράψουν το τελικό έγγραφο. Ο Άρειος με τους λίγους οπαδούς του καταδικάστηκαν επίσημα. Για τον Κωνσταντίνο, η Πρώτη Οικουμενική Σύνοδος της Χριστιανικής εκκλησίας ήταν ένας θρίαμβος.

Στις αρχές Ιανουαρίου του 326, ο Αυτοκράτορας έφυγε για τη Ρώμη. Στο ταξίδι του αυτό συνοδευόταν από πολλά μέλη της οικογένειάς του: τη μητέρα του Ελένη, τη σύζυγο και Αυτοκράτειρα Φαύστα, την ετεροθαλή αδελφή του Κωνσταντία, τον θετό γιο της Λικιανό και το δικό του πρωτότοκο γιο τον Καίσαρα Κρίσπο. Η συντροφιά δεν ήταν ευχάριστη. Η Ελένη, πρώτα από όλα, ποτέ δεν είχε ξεχάσει ότι η Φαύστα ήταν κόρη του Αυτοκράτορα Μαξιμιανού, του θετού πατέρα της Θεοδώρας, που της είχε κλέψει τον άντρα της, τον Κωνστάντιο Χλωρό, σχεδόν σαράντα χρόνια πριν. Η Φαύστα από τη μεριά της είχε χολωθεί για την πρόσφατη απονομή από τον Κωνσταντίνο του τίτλου της Αυγούστας στη μητέρα του, τίτλο που κατείχε κι εκείνη.

Η Κωνσταντία πάλι δεν μπορούσε να ξεχάσει τον άνδρα της, τον Λικίνιο που μόλις πριν από δυο χρόνια είχε χάσει. Όσο για το θετό γιο της τον Λικιανό, ήταν γεμάτος πικρία γνωρίζοντας ότι οι ελπίδες του για εξουσία είχαν σβήσει. Ο Κρίσπος ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στο στρατό και τους πολίτες, ξεπερνώντας μάλιστα κατά πολύ τη δημοτικότητα του ίδιου του Αυτοκράτορα. Κανένας από αυτούς τους λόγους, ωστόσο, δε θα μπορούσε από μόνος του να κριθεί ως η αιτία για τα γεγονότα που ξέσπασαν. Όταν η Αυτοκρατορική συντροφιά έφτασε στη Σερδική κάποια μέρα του Φεβρουαρίου του 326, ξαφνικά και χωρίς καμιά προειδοποίηση, ο Κρίσπος και ο Λικιανός συνελήφθησαν και λίγες ημέρες αργότερα θανατώθηκαν.

Λίγο αργότερα την ίδια τύχη είχε και η Αυτοκράτειρα Φαύστα που βρήκε το θάνατο μέσα στο «calidarium» (θερμάστρα) του λουτρού της - δε θα μάθουμε ποτέ αν πέθανε από ζεμάτισμα, μαχαίρωμα ή ασφυξία. Μια πιθανή απάντηση για την αιτία αυτής της φρενίτιδας σφαγής είναι ότι ο Κρίσπος με τον Λικιανό συνωμοτούσαν για την ανατροπή του Αυτοκράτορα. Η συνωμοσία θα πρέπει να αποκαλύφθηκε έγκαιρα και ο Κωνσταντίνος έδρασε με τη συνηθισμένη του αποφασιστικότητα. Οι κατοπινές εκτελέσεις θα μπορούσαν να αποδοθούν στο ότι και άλλα μέλη του περιβάλλοντός του βρέθηκαν να εμπλέκονται στη συνωμοσία.

Ειδικά για τη Φαύστα όμως, η οποία είχε δώσει πέντε παιδιά, ο Νorwich ισχυρίζεται ότι πρέπει να ψάξουμε αλλού για τη λύση του προβλήματος. Τέσσερις αρχαίοι ιστορικοί συνδέουν την Αυγούστα με τη μοίρα του θετού της γιου. Ένας από αυτούς ο Ζώσιμος προσκομίζει ένα νέο στοιχείο «Ο Κρίσπος ήταν ύποπτος ότι είχε ερωτικές σχέσεις με την μητριά του Φαύστα και γι’ αυτό εκτελέστηκε». Πάντως οι κάτοικοι της Ρώμης τον υποδέχθηκαν με τις οφειλόμενες τιμές αν και τον ελεεινολογούσαν για την αποστασία του από τους αρχαίους θεούς και την υιοθέτηση της «μισητής Χριστιανικής θρησκείας».

Ο Κωνσταντίνος κατά την παραμονή του στη Ρώμη χρηματοδότησε την ανοικοδόμηση μιας βασιλικής, γνωστής σήμερα ως Άγιος Παύλος εκτός Τειχών, στον τόπο όπου τάφηκε, στο δρόμο προς την Όστια. Το πιο σημαντικό όμως δημιούργημά του ήταν η βασιλική που παρήγγειλε να οικοδομηθεί πάνω από τον τόπο όπου κατά την παράδοση, αναπαυόταν ο Απόστολος Πέτρος, στο Λόφο του Βατικανού. Η φρενήρης αυτή οικοδομική δραστηριότητα του Κωνσταντίνου αποδεικνύει πέρα από κάθε αμφιβολία ότι έβλεπε τη Ρώμη ως τον κύριο βωμό της Χριστιανικής πίστης, με εξαίρεση μόνο τα ίδια τα Ιεροσόλυμα. Στον ίδιο ποτέ δεν άρεσε η πόλη και δεν έμεινε σε αυτήν μια στιγμή παραπάνω από όσο θα άντεχε.

Η καρδιά του ήταν δοσμένη στην Ανατολή. Είχε πολλά να κάνει στο Βυζάντιο. Από πνευματικής και πολιτιστικής απόψεως, η Ρώμη έχανε όλο και πιο πολύ την επαφή της με τη νέα και προοδευτική σκέψη του Ελληνιστικού κόσμου. Οι ακαδημίες και οι βιβλιοθήκες της δεν μπορούσαν πια να συναγωνιστούν αυτές της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας και της Περγάμου. Στρατηγικά, τα μειονεκτήματα της παλαιάς πρωτεύουσας ήταν ακόμα πιο σοβαρά. Οι κυριότεροι κίνδυνοι για την Αυτοκρατορική ασφάλεια επικεντρώνονταν τώρα κατά μήκος των ανατολικών συνόρων της Αυτοκρατορίας.

Το κέντρο της Αυτοκρατορίας -στην πραγματικότητα, ολόκληρου του πολιτισμένου κόσμου- είχε αμετάκλητα μετακινηθεί προς την Ανατολή. Η Ιταλία είχε χάσει τη σημασία της.

Επιστροφή στην Κωνσταντινούπολη - Οικοδομική Δραστηριότητα

Από την εκστρατεία του εναντίον του Λικίνιου ο Κωνσταντίνος επισήμανε την εξαιρετικά στρατηγική θέση του Βυζαντίου και το φυσικό του λιμάνι. Η θέση είχε πιο κοντινή πρόσβαση στον Δούναβη και τον Ευφράτη, όπου καραδοκούσαν οι Γότθοι και οι Πέρσες. Επίσης, η οχυρή της θέση ως μιας μικρής χερσονήσου, με τον Βόσπορο και τον Κεράτιο να την καλύπτουν, μπορούσε να προστατεύσει πολύ καλύτερα την διοίκηση του κράτος. Αντιθέτως η Ρώμη ήταν μακριά από τα σύνορα, και είχε ακόμα έντονες τις δημοκρατικές παραδόσεις, που ήταν αντίθετες με το όλο και πιο δεσποτικό ύφος της διακυβέρνησης. Στην Ανατολή η κληρονομιά των Ελληνιστικών βασιλείων και του απολυταρχικού συστήματος διακυβέρνησης τους ήταν ακόμα ζωντανή.

Οι εργασίες της ανακατασκευής του Βυζαντίου ξεκίνησαν το 324 και η Κωνσταντινούπολη εγκαινιάστηκε στις 11 Μαΐου του 330. Ήδη ο Κωνσταντίνος, συστηματικά και αθόρυβα, συνέχισε τις μεταρρυθμίσεις του κράτους που είχε ξεκινήσει ο Διοκλητιανός. Αναδιοργάνωσε την ανακτορική υπηρεσία. Στόχευε στην ανεξαρτησία κάθε υπηρεσίας και στον ακριβή καθορισμό των δικαιοδοσιών κάθε κλάδου διοίκησης, απαγορεύοντας οποιαδήποτε υπέρβαση. Επικεφαλής της διοίκησης του κράτους ήταν ο Αυτοκράτορας με έδρα μετακινούμενη ανάλογα με τις στρατιωτικές ανάγκες. 
 
Εφάρμοσε σε όλα τα επίπεδα της επαρχιακής διοίκησης τον διαχωρισμό πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας και αφαίρεσε κι άλλες εξουσίες από την Σύγκλητο. Συνέστησε ένα ακόμη συμβουλευτικό σώμα, το Ιερόν Κονσιστόριο (Sacrum Consistorium), με επικεφαλής τον Κοιαίστορα του Ιερού Παλατίου (Quaestor Sacri Palatii) και μέλη τους ανώτατους υπάλληλους της κεντρικής διοίκησης, που έφεραν τον τίτλο κόμητες (comites, σύντροφοι). Κάποιες φορές συμμετείχαν στις συνεδριάσεις και συγκλητικοί. Οι συνεδριάσεις του συμβουλίου ονομάστηκαν σιλέντια (silentium). Το συμβούλιο αυτό αντικατέστησε το Αυτοκρατορικό συμβούλιο (consilium) της πρώιμης Αυτοκρατορικής περιόδου. 
 
 
Ο τίτλος του κόμη εισήχθη από τον Κωνσταντίνο και απονεμήθηκε στους ανώτατους υπαλλήλους του κράτους, στρατιωτικούς και πολιτικούς, που αποτελούσαν την συνοδεία του Αυτοκράτορα (comitatus). Με τον τρόπο αυτό ο Κωνσταντίνος συγχώνευσε την παλαιά αριστοκρατία με την νέα υπαλληλική αριστοκρατία και δημιούργησε μια νέα που άνηκε στον Αυτοκράτορα. Η τεράστια συρροή χρυσού από την ανατολική και την κεντρική Αφρική, μαζί με τα διαρθρωτικά μέτρα για την οικονομία και το εμπορίου σταμάτησε τον συνεχή πληθωρισμό. Ο Κωνσταντίνος έθεσε ως βάση τον σόλιδο (solidus), που έγινε το διεθνές νόμισμα του τότε γνωστού κόσμου ως τις σταυροφορίες, και ονομάστηκε από τους σύγχρονους ιστορικούς «το δολάριο του Μεσαίωνα». 
 
Είναι τα γνωστά Κωνσταντινάτα της λαϊκής μας παράδοσης. Αν και απολυταρχικότερος του Διοκλητιανού, ο Κωνσταντίνος διαφοροποίησε την ονομαστική εξουσία του Αυτοκράτορα. Ο Αυτοκράτορας δεν ήταν πλέον ο Θεός των υπηκόων του, αλλά ο εκλεκτός του Θεού. Η εξουσία δεν είναι θεμελιωμένη μόνο σε επίγειους παράγοντες, όπως τον στρατό, τη Σύγκλητο, τον λαό, αλλά και σε πηγάζει από τον Θεό που του παραχώρησε το αξίωμα. Σε αντίθεση με τον Διοκλητιανό, ο οποίος ενεργούσε βλέποντας πίσω στο ιστορικό παρελθόν, ο Κωνσταντίνος έβλεπε αποκλειστικά το μέλλον, και η Κωνσταντινούπολη ήταν η βάση για την νέα πορεία που ήθελε να πάρει η αυτοκρατορία. 
 
Σε αντίθεση με την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία των τελευταίων αιώνων, που ήταν μια συνομοσπονδία πόλεων με βάση το πρότυπο της Ρώμης, και ένας συμβιβασμός ανάμεσα στις δημοκρατικές και αυτοκρατορικές παραδόσεις, το κράτος που «επανίδρυσε» ο Κωνσταντίνος ήταν συγκεντρωτικό και πιο ενιαίο. Ήταν ένας οργανισμός με κεφάλι την Κωνσταντινούπολη και εγκέφαλο τον Αυτοκράτορα. Η νέα ιδεολογία του κράτους επεδίωκε έναν οικουμενικό χαρακτήρα πολύ μεγαλύτερο από τη Ρώμη, και ένα συνεκτικό δεσμό που να ενώνει την πανσπερμία των λαών και των πολιτισμών. Ο Κωνσταντίνος βρήκε εκείνο τον συνεκτικό δεσμό στον Χριστιανισμό.
 

Το κεντρικό σημείο της νέας πόλης του Κωνσταντίνου ήταν το Μίλιον, ο πρώτος μιλιοδείκτης. Αποτελούνταν από τέσσερις θριαμβικές ασπίδες που σχημάτιζαν τετράγωνο και στήριζαν έναν τρούλο, πάνω στον οποίον ήταν τοποθετημένο το πιο σεβαστό Χριστιανικό λείψανο - ο ίδιος ο Τίμιος Σταυρός. Από το σημείο αυτό ξεκινούσε η μέτρηση όλων των αποστάσεων μέσα στην Αυτοκρατορία. Λίγο πιο ανατολικά, σε μια τοποθεσία όπου στην αρχαιότητα βρισκόταν ο ναός της Αφροδίτης, υψώθηκε η πρώτη μεγάλη Χριστιανική εκκλησία της νέας πρωτεύουσας, αφιερωμένη όχι σε κάποιον άγιο ή μάρτυρα, αλλά στην ιερή Ειρήνη του Θεού την Αγία Ειρήνη. Μερικά χρόνια αργότερα δίπλα της θα κτιστεί η Αγία Σοφία.

Ένα τέταρτο του μιλίου από κει, προς τον Μαρμαρά, χτίστηκε ο τεράστιος ιππόδρομος του Κωνσταντίνου, στην κεντρική νύσσα του οποίου στήθηκε ένα από τα παλαιότερα κλασικά τρόπαια της πόλης, το αποκαλούμενο «Στήλη των Όφεων». Ήταν ένα τρόπαιο που ο Κωνσταντίνος είχε φέρει από τους Δελφούς και είχε προσφερθεί στο ναό του Απόλλωνα από 31 Ελληνικές πόλεις ως δείγμα ευγνωμοσύνης για τη νίκη τους στη μάχη των Πλαταιών, το 479 π.Χ. (οι κεφαλές αυτών των τριών μπρούτζινων μπλεγμένων φιδιών πιστεύεται ότι αποκόπηκαν από κάποιον μεθυσμένο διπλωμάτη της Πολωνικής Πρεσβείας στην Υψηλή Πύλη, το 1700).

Στο κέντρο της ανατολικής πλευράς του Ιπποδρόμου βρισκόταν το Αυτοκρατορικό θεωρείο που οδηγούσε στο Αυτοκρατορικό παλάτι. Ήταν η 11η Μαΐου 330 και σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, ημέρα Δευτέρα. Ο Κωνσταντίνος εγκαινίασε τη νέα πόλη - την Κωνσταντινούπολη. Παρακολούθησε την Δοξολογία στη Αγία Ειρήνη ενώ ο ειδωλολατρικός πληθυσμός προσευχόταν για την προσωπική του ευημερία και για την ευημερία της πόλης σε δικούς του ναούς. Το 327, η μητέρα του Αυτοκράτορα Ελένη που ήταν 72 ετών, πήγε ένα ταξίδι στους Αγίους Τόπους.