Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!


Με το να παύσει να είναι πρωτεύουσα η πόλη της Ρώμης έπαυσε να είναι το κέντρο της Αυτοκρατορίας όπου οι Αυτοκράτορες κυβερνούσαν και όπου λαμβάνονταν οι αποφάσεις και μετατράπηκε σε επαρχία της Αυτοκρατορίας διατηρώντας αυτή την ιδιότητα ως το 751 με διάλειμμα την περίοδο 476 - 536 που είχε καταληφθεί από τους Οστρογότθους μαζί με όλη την Ιταλία. Δεν έπαυσε βέβαια να έχει ιδιαίτερα συμβολική σημασία, αλλά τίποτα παραπάνω από αυτό.

Όταν ο Διοκλητιανός το 293 χώρισε διοικητικά την Αυτοκρατορία σε 4 τμήματα όρισε ως πρωτεύουσες για το ένα τμήμα την πόλη Τρεβήρους στην Γαλατία, για το δεύτερο τμήμα την Νικομήδεια της Βιθυνίας, για το τρίτο τμήμα το Σίρμιο στα Βαλκάνια και για το τέταρτο τμήμα που περιλάμβανε την Ιταλία δεν όρισε πρωτεύουσα την Ρώμη αλλά τα Μεδιόλανα, δηλαδή το σημερινό Μιλάνο.

Από τη Ρωμαϊκή στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία

Για να ξεπεραστεί η κρίση του 3ου αιώνα μ.Χ. έπρεπε να αναδιοργανωθούν η διοίκηση, η άμυνα και η οικονομία. Για το σκοπό αυτό στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Διοκλητιανός (284 - 305 μ.Χ.) έκανε μεγάλες διοικητικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, τις οποίες συνέχισε ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α' (306 - 337 μ.Χ.). Με τη διακυβέρνηση του Διοκλητιανού άλλαξε ο ρόλος και μεγάλωσε η δύναμη του Αυτοκράτορα. Δημιουργήθηκε ένα νέο πολίτευμα που ονομάστηκε από τους σύγχρονους ιστορικούς Δεσποτεία. Ο Αυτοκράτορας ονομάζεται πια δεσπότης (dominus), δηλαδή απόλυτος μονάρχης: θεωρείται ζωντανός Θεός και η εξουσία του είναι απεριόριστη. Παράλληλα η Σύγκλητος χάνει τη δύναμή της.

Η αλλαγή του πολιτεύματος στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ο νέος ρόλος του Αυτοκράτορα επηρεάστηκαν σημαντικά από τα κράτη της Ανατολής και κυρίως από το Περσικό Βασίλειο των Σασανιδών. Επίσης για την καλύτερη διοίκηση ο Διοκλητιανός χώρισε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σε τέσσερα τμήματα και δημιούργησε το σύστημα της Τετραρχίας. Αύγουστος και Καίσαρας ήταν δύο τίτλοι που χρησιμοποίησε ο Διοκλητιανός για τα μέλη της Τετραρχίας. Έτσι η Ρώμη έπαψε να αποτελεί αποκλειστικό κέντρο εξουσίας. Παράλληλα ο Διοκλητιανός έδωσε ιδιαίτερη σημασία στο ανατολικό τμήμα της Αυτοκρατορίας, αφού ο ίδιος εγκαταστάθηκε σε αυτό με έδρα τη Νικομήδεια.

Ακόμη ο Διοκλητιανός αναδιοργάνωσε το στρατό, ενίσχυσε τα σύνορα του Ρωμαϊκού κράτους και έκανε μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό σύστημα. Ο Μέγας Κωνσταντίνος ανέβηκε στο θρόνο ως Αύγουστος το 306 μ.Χ. Αφού νίκησε τους άλλους διεκδικητές του θρόνου, το Μαξέντιο και το Λικίνιο, έμεινε μόνος αυτοκράτορας το 324 μ.Χ. Ο Μέγας Κωνσταντίνος αναδιοργάνωσε τη διοίκηση του Ρωμαϊκού κράτους και έκοψε χρυσό νόμισμα, που έμεινε σταθερό για πολλούς αιώνες. Έβαλε καινούργιους φόρους, για να αντιμετωπίσει τα μεγάλα κρατικά έξοδα.

Προσπάθησε επίσης να αντιμετωπίσει την αύξηση της μεγάλης ιδιοκτησίας σε βάρος της μικρής για να μην αναγκάζονται οι πολίτες να εγκαταλείπουν το επάγγελμα ή τη γη τους. Ο Κωνσταντίνος έκανε το Χριστιανισμό νόμιμη θρησκεία το 313 μ.Χ. με το διάταγμα του Μεδιολάνου. Πίστευε επίσης ότι η Χριστιανική Εκκλησία θα βοηθούσε την Αυτοκρατορία να μείνει ενωμένη. Ο Μέγας Κωνσταντίνος βαφτίστηκε τελικά Χριστιανός λίγο πριν πεθάνει (337 μ.Χ.). Μία από τις πρώτες αποφάσεις του Μεγάλου Κωνσταντίνου, αφού έμεινε μόνος Αυτοκράτορας στο θρόνο, ήταν να μεταφέρει την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Ανατολή, σε μια νέα πόλη που ίδρυσε στη θέση του αρχαίου Βυζαντίου, στο νότιο άκρο του Βόσπορου.

Ο Κωνσταντίνος διάλεξε τη θέση αυτή για πολιτικούς, στρατηγικούς αλλά και εμπορικούς λόγους. Η πόλη ονομάστηκε αρχικά Νέα Ρώμη, αλλά τελικά έγινε γνωστή με το όνομα του ιδρυτή της: Κωνσταντινούπολη. Με την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης, το κέντρο βάρους της Αυτοκρατορίας μεταφέρθηκε από τη Δύση στην Ανατολή, η πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έφυγε από το χώρο όπου κυριαρχούσε η Λατινική γλώσσα και ήταν πια σε ένα χώρο όπου οι πιο πολλοί μιλούσαν ή καταλάβαιναν την Ελληνική γλώσσα και πάρα πολλοί κάτοικοι ήταν Χριστιανοί.

Η Διάδοχη Ιδεολογία της Αυτοκρατορίας

Α) Ο ίδιος ο Διοκλητιανός ανέλαβε το τμήμα που είχε πρωτεύουσα την Νικομήδεια της Βιθυνίας, μια πόλη που είναι σχεδόν απέναντι από την Κωνσταντινούπολη η οποία δεν είχε κτιστεί την εποχή του. Το γεγονός πως ο Διοκλητιανός μετακινήθηκε το 293 στην ανατολή σήμαινε ότι το κέντρο βάρους της Αυτοκρατορίας έτεινε να μετακινηθεί εκεί, γεγονός που πραγματοποιήθηκε το 330 με την κτίση της Κωνσταντινούπολης. Θεωρώντας την πόλη της Ρώμης μη Ελληνικής καταγωγής είναι ανεξήγητο γιατί ο Διοκλητιανός μετακινήθηκε τόσο μακριά από την Ιταλία και μάλιστα σε εδάφη που κατοικούνταν κυρίως από Έλληνες εκείνη την εποχή.

Η δε ενέργεια του Διοκλητιανού δεν ήταν παρένθεση αλλά μόνο η αρχή, αφού γνώρισε συνέχεια με την κτίση της Κωνσταντινούπολης. Ο Κωνσταντίνος μετέφερε το 330 την πρωτεύουσα από την Νικομήδεια στην Κωνσταντινούπολη και όχι από την Ρώμη, όπως πιστεύεται. Ο Διοκλητιανός και όχι ο Κωνσταντίνος είχε κάνει την αρχή όσον αφορά την στέρηση της ιδιότητας της πρωτεύουσας από την πόλη της Ρώμης. Από το 293 η Ρώμη έπαυσε να είναι πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και κατέστη επαρχία της. Η Νικομήδεια μάλιστα βρισκόταν κοντά στην Τροία και στην Δάρδανο γεγονός που θα έπαιξε ρόλο στην θεσμική αποδοχή της επιλογής του Διοκλητιανού.

Β) Ακόμα και για το τμήμα που περιλάμβανε την Ιταλία δεν παρέμεινε πρωτεύουσα η Ρώμη αλλά το σημερινό Μιλάνο. Θα ήταν πολύ εύκολο για τον Διοκλητιανό να αφήσει την Ρώμη πρωτεύουσα για τμήμα που συμπεριλάμβανε την Ιταλία αλλά δεν το έκανε και αυτό αποδείκνυε ότι η πόλη της Ρώμης δεν ήταν πια το κέντρο της Αυτοκρατορίας και ότι η Αυτοκρατορία συνέχιζε να υπάρχει πλέον και χωρίς αυτήν. Συνεπώς από το 293 και μετά, η Ρώμη δεν θεωρείτο το κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ούτε από τους Ρωμαίους Αυτοκράτορες, οι οποίοι μάλιστα με πρώτο τον Διοκλητιανό άρχισαν να κινούνται στην Ανατολή στα πλαίσια αναζήτησης νέου κέντρου για την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.


Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία παρέμενε διοικητικά και όχι πολιτικά διαιρεμένη όπως θα δούμε στην συνέχεια. Η ενέργεια του Διοκλητιανού να απομακρυνθεί από την πόλη της Ρώμης θα ήταν αδιανόητη την εποχή του Οκταβιανού στα τέλη του 1ου π.Χ. αιώνα που η Ρώμη ήταν το αναμφισβήτητο κέντρο της Αυτοκρατορίας, και δεν τίθετο καν θέμα αναζήτησης άλλου κέντρου. Όμως μέσα σε τρεις αιώνες η κατάσταση είχε αλλάξει, οι αστικοί πατριωτισμοί είχαν σβήσει, οι εθνικές διακρίσεις δεν είχαν σημασία και ο Οικουμενισμός είχε επικρατήσει, με αποτέλεσμα τον 3ο αιώνα οι κάτοικοι π.χ. της Αιγύπτου να είναι «Ρωμαίοι».

Όπως και οι κάτοικοι της Βρετανίας, της Γαλατίας, της Ιβηρίας, της Ελλάδας, της Μικράς Ασίας, της Συρίας, της Καρχηδονίας, της Θράκης, της Ιλλυρίας κ.λπ. ενώ τον 1ο π.Χ. αιώνα Ρωμαίοι ήταν μόνο οι κάτοικοι της Ιταλίας και της Ρώμης με τους υπολοίπους να είναι απλά υπήκοοι που γνώριζαν αστικές ή φυλετικές διαφοροποιήσεις. Όταν ο Κωνσταντίνος το 324 επανένωσε διοικητικά την Αυτοκρατορία αναζήτησε νέο κέντρο στην Ανατολή, εκεί που είχε καταφύγει και ο Διοκλητιανός μερικές δεκαετίες νωρίτερα και επειδή δεν υπήρχε πόλη ικανή για έναν τόσο σημαντικό ρόλο υποχρεώθηκε να την κτίσει ή να επεκτείνει και να επαναθεμελιώσει την ήδη υπαρκτή πόλη.

Οι δε διαδικασίες οικοδόμησης ή επέκτασης ξεκίνησαν μόλις ένα χρόνο μετά την επανένωση της Αυτοκρατορίας δηλαδή το 325. Στα πλαίσια αυτά κτίστηκε η Κωνσταντινούπολη που εγκαινιάστηκε το 330 στην θέση της αποικίας του αρχαίου Βυζαντίου με την επιλογή της τοποθεσίας της να μην είναι τυχαία, αλλά σύμφωνη με τα πλαίσια της παγανιστικής ιερής γεωγραφίας δεδομένου ότι η πόλη ισαπείχε σε σχέση με την Ρώμη από την Δωδώνη (το ίδιο ισχύει με την Αθήνα και την Σπάρτη), ενώ οι δύο πόλεις είναι αμφότερες επτάλοφες. Η δυνατότητα εύκολης οχύρωσής της και η εν γένει στρατηγικότητα της τοποθεσίας της προφανώς θα ενίσχυσαν την απόφαση του Κωνσταντίνου.

Η Κωνσταντινούπολη οικοδομήθηκε ακολουθώντας τα πρότυπα της πόλης της Ρώμης και αυτό φυσικά σήμαινε ότι η Ρώμη αποτελούσε το πρότυπο, αλλά το νέο δημιούργημα αποτελούσε την συνέχειά της. Ούτως ή άλλως από το 293 η Ρώμη δεν ήταν πλέον το κέντρο της Αυτοκρατορίας και το 330 το κέντρο της Αυτοκρατορίας κατέστη η Κωνσταντινούπολη. Έτσι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία απέκτησε ένα νέο κέντρο, μια πόλη που είχε εξ’ αρχής ιδρυθεί για να αποτελέσει την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε αντίθεση με την Ρώμη. Σε κάθε περίπτωση η μεταφορά της πρωτεύουσας το 330 από την Νικομήδεια στην Κωνσταντινούπολη έγινε στα πλαίσια δημιουργίας νέας πρωτεύουσας για την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Επρόκειτο για επαναθεμελίωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όχι για την δημιουργία νέου κράτους. Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου του Α' η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία παρ’ όλο που είχε βρει πλέον νέο κέντρο στην Κωνσταντινούπολη, διασπάστηκε το 337 και αυτό γιατί τα προβλήματα διοίκησής της δεν μπορούσαν να επιλυθούν μόνο με την δημιουργία νέου κέντρου, αφού ήταν αποτέλεσμα της υπερέκτασης της Αυτοκρατορίας. Όμως όταν η Αυτοκρατορία επανενώθηκε με τον Ιουλιανό το 361 το κέντρο της θεωρείτο πάντα η Κωνσταντινούπολη και ποτέ η Ρώμη. Μεταφέροντας την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη η τελευταία κατέστη το κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Όσον αφορά την διάσπαση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 395 από τον Θεοδόσιο τον Α' σε δύο κράτη το Ανατολικό και το Δυτικό και αυτή η διαίρεση δεν μπορεί να αποτελεί το σημείο αφετηρίας της «Βυζαντινής» Αυτοκρατορίας για τους ακόλουθους λόγους. Η διαίρεση του Θεοδοσίου δεν ήταν πολιτικής φύσης αλλά διοικητικής, δηλαδή ο Θεοδόσιος δεν αποσκοπούσε στο να διαλύσει την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και να ιδρύσει δύο νέα κράτη αλλά στο να διοικηθεί καλύτερα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο Θεοδόσιος δεν ήταν ο πρώτος που διαίρεσε την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ο πρώτος ήταν ο Διοκλητιανός που την διαίρεσε το 293 σε δύο τμήματα, δηλαδή σε Ανατολή και Δύση, (στα ίδια σχεδόν τμήματα που την διαίρεσε και ο Θεοδόσιος το 395).

Στην συνέχεια τα δύο τμήματα διαιρέθηκαν σε άλλα δύο και συνολικά η Αυτοκρατορία διαιρέθηκε σε τέσσερα τμήματα στην λεγόμενη «Τετραρχία». Ο Κωνσταντίνος ο Α' κατόπιν εμφυλίων πολέμων επανένωσε την Αυτοκρατορία το 324. Μετά τον θάνατό του Κωνσταντίνου το 337 η Αυτοκρατορία διαιρέθηκε εκ νέου πάλι διοικητικά σε μια νέα Τετραρχία. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επανενώθηκε με τον Ιουλιανό το 361 και λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του διαιρέθηκε και πάλι διοικητικά το 364 και επανενώθηκε με τον Θεοδόσιο τον Α' το 375.

Πριν τον Διοκλητιανό κατά την διάρκεια της «κρίσης του 3ου αιώνα», μιας κρίσης με προεκτάσεις οικονομικές, στρατιωτικές, πολιτικές και πληθυσμιακές (με δεδομένο τον αποδεκατισμό του πληθυσμού από αρρώστιες) η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διασπάστηκε σε τρία τμήματα που δεν αποτελούσαν απλά διοικητικές διαιρέσεις. Την περίοδο 260 - 274 στην σημερινή Γαλλία και Βρετανία (για λίγο και στην Ισπανία) απλωνόταν η βραχύβια «Γαλατική Αυτοκρατορία», ενώ την περίοδο 260 - 273 στην Αίγυπτο, στην Παλαιστίνη, στην Συρία και στην Κεντρική με Ανατολική Μικρά Ασία απλωνόταν η επίσης βραχύβια «Αυτοκρατορία της Παλμύρας».

Οι δύο αυτές Αυτοκρατορίες προήλθαν από διάσπαση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 260 και η Γαλατική Αυτοκρατορία με την Αυτοκρατορία της Παλμύρας διατηρούσαν εχθρικές σχέσεις με την Ρωμαϊκή. Αυτή η κατάσταση διατηρήθηκε μέχρι το 273 - 274 που η Γαλατική Αυτοκρατορία και η Αυτοκρατορία της Παλμύρας διαλύθηκαν και οι εκτάσεις τους εντάχθηκαν εκ νέου στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Η διαίρεση της περιόδου 260 - 274 δεν ήταν διοικητικής, αλλά πολιτικής φύσης, αυτό όμως δεν ισχύει για τις μεταγενέστερες διαιρέσεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, γιατί οι διαιρέσεις το 293, το 337 και το 364 ήταν διοικητικής και όχι πολιτικής φύσης.