Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!



Το 535 στην Οστρογοτθική Ιταλία, το 551 στην Βησιγοτθική Ισπανία και απελευθέρωσε πρώην Ρωμαϊκά εδάφη ως Ρωμαίος Αυτοκράτορας. Το ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία άλλαξε μετά τον 5ο αιώνα και ως τον 15ο αιώνα είναι γεγονός, αυτό όμως δεν σημαίνει πως έπαψε να είναι Ρωμαϊκή. Το όνομα «Ρωμαίος» δεν είναι ούτε υπήρξε ποτέ εθνικός χαρακτηρισμός αλλά πολιτικός που περιλάμβανε όλους τους υπηκόους του Ρωμαϊκού κράτους ιδίως από το 212 και μετά. Θα ήταν αδύνατο η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία να μην αλλάξει και να επιζήσει ως τον 15ο αιώνα χωρίς να προσαρμόζεται στις αλλαγές των καιρών.

Εξ’ άλλου η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία άλλαξε και πριν την μεταφορά της πρωτεύουσας στην Κωνσταντινούπολη όταν η Ρώμη από πόλη κράτος στην διάρκεια του 2ου και του 3ου αιώνα μεταμορφώθηκε σε Αυτοκρατορία. Είναι γεγονός ότι η Ρώμη από πρωτεύουσα κατέστη το 293 επαρχία της Αυτοκρατορίας και στην συνέχεια αυτή η Αυτοκρατορία επέζησε ως τον 15ο αιώνα χωρίς να σχετίζεται με την πόλη της Ρώμης που έπαψε να είναι κτίση της από τα μέσα του 8ου αιώνα.

ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΜΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ 

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ 

Ο Μέγας Κωνσταντίνος

Flavius Valerius Aurelius Constantinus Augustus, γνωστός και ως Κωνσταντίνος Α', ήταν Ρωμαίος Αυτοκράτορας από το 306 έως το 337 με Θρακική - Ιλλυρική καταγωγή. Ήταν Αυτοκράτορας της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από το 312 έως το 324 και μονοκράτορας από το 324 έως το 337. Έμεινε γνωστός για τρεις κοσμοϊστορικές αποφάσεις του:

  • Υπέγραψε το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο θεσπιζόταν η αρχή ανεξιθρησκίας. Έτσι, για πρώτη φορά ο Χριστιανισμός βρισκόταν υπό την προστασία του Αυτοκράτορος (Ο Μ. Κωνσταντίνος δεν ανακήρυξε το Χριστιανισμό επίσημη θρησκεία της Αυτοκρατορίας, όπως λανθασμένα αναφέρεται κάποιες φορές. Αυτό το έπραξε αρκετά χρόνια αργότερα ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος). Με την κίνηση αυτή ο διορατικός Μέγας Κωνσταντίνος συνέχιζε την πολιτική του Γαλέριου, που αντιλαμβανόμενος πως οι διωγμοί κάθε άλλο παρά συνέβαλλαν στην εδραίωση της εσωτερικής ειρήνης (Pax Romana). Το 311 μ.Χ. τους κατέπαυσε με διάταγμα και εν συνεχεία στα Μεδιόλανα νομιμοποίησε τον Χριστιανισμό ως «επιτρεπομένη θρησκεία», οι οπαδοί της οποίας όφειλαν να προσεύχονται στον δικό τους Θεό για την ευτυχία του κράτους. 
  • Μετέφερε την πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας του από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη.
  • Συγκάλεσε την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, την πλέον καθοριστική για την μετέπειτα εξέλιξη της παγκόσμιας Χριστιανικής Εκκλησίας.

Γεννήθηκε στη Ναϊσσό στις 27 Φεβρουαρίου του 272. Γονείς του Κωνσταντίνου ήταν ο Ρωμαίος Καίσαρας Κωνστάντιος Α' Χλωρός (Aurelius Valerius Constantius), που ανήκε πιθανόν σε οικογένεια Ιλλυριών, και η Ελένη (μετέπειτα Αγία Ελένη, η Ισαπόστολος), κόρη ξενοδόχου. Ο Κωνστάντιος ήταν μάλλον ταπεινής καταγωγής, παρά τους ισχυρισμούς του γιου του ότι καταγόταν από τον Αυτοκράτορα Κλαύδιο Β' και η Ελένη κόρη κάποιου πανδοχέα από το Δρέπανο της Βιθυνίας. Όταν γνωρίστηκαν στη γενέτειρα της Ελένης, το 270 μ.Χ., ο Κωνστάντιος είχε ήδη ανέλθει στην ιεραρχία του Ρωμαϊκού στρατού και του είχε απονεμηθεί ο τίτλος του «δούκα» (dux, ηγεμών).

Η Ελένη ακολούθησε το σύντροφό της στις εκστρατείες του στη Γερμανία και στη Βρετανία και περίπου το 274 μ.Χ., στη Ναϊσσό της Μοισίας (σημερινή Νις της Σερβίας), γέννησε το γιο τους Κωνσταντίνο, στην πόλη από όπου καταγόταν και ο σύζυγός της. Η χρονολογία γέννησης του Κωνσταντίνου αποτελεί θέμα προς έρευνα για τους ιστορικούς, αφού δεν έχει προσδιορισθεί επακριβώς. Άλλες χρονολογίες που προτείνονται είναι το 271, το 272 ή το 273, ενώ κάποιοι τοποθετούν τη γέννησή του ακόμη και 10 χρόνια μετά, περίπου δηλαδή στα 285 μ.Χ. Τον πρώτο καιρό ο Κωνσταντίνος έζησε κοντά στον πατέρα του, παρακολουθώντας τους στρατιωτικούς του αγώνες.

Στο περιβάλλον του Κωνστάντιου ο Κωνσταντίνος έλαβε τη στρατιωτική εκπαίδευση και έμαθε τα εγκύκλια γράμματα. Ο Αυτοκράτορας Διοκλητιανός προέβη στη διοικητική μεταρρύθμιση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εισάγοντας το θεσμό της «τετραρχίας» και το 293 μ.Χ. όρισε τον Κωνστάντιο Α' Χλωρό Καίσαρα της Γαλατίας, της Ισπανίας και της Βρετανίας (των δυτικών επαρχιών). Ο νόμος όμως απαγόρευε σε ανώτατους αξιωματούχους να είναι παντρεμένοι με γυναίκες ταπεινής καταγωγής. Έτσι ο Κωνστάντιος χώρισε, ύστερα από «έδικτο» (αυτοκρατορικό διάταγμα) του Διοκλητιανού, την Ελένη και παντρεύτηκε τη Θεοδώρα, συγγενή του Μαξιμιανού, Αυγούστου της Δύσης.


Ο γιος του Κωνσταντίνος και η Ελένη παρέμειναν στη Νικομήδεια, όμηροι του Διοκλητιανού και του Καίσαρα της Ανατολής Γαλέριου, για να εξασφαλιστεί η πίστη του Κωνστάντιου. Στο περιβάλλον του Διοκλητιανού, όπου έμεινε για πολλά χρόνια, ο Κωνσταντίνος συμπλήρωσε τη μόρφωσή του δίπλα σε αξιόλογους λογίους. Η παλιότερη άποψη ότι ο Κωνσταντίνος στερείτο μόρφωσης δεν είναι πια αποδεκτή. Πολλά χρόνια αργότερα έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μόρφωση των δικών του παιδιών και αυτό υποδεικνύει άνθρωπο που αναγνώριζε και εκτιμούσε τα αγαθά της μόρφωσης.

Ταυτόχρονα συμμετείχε στις εκστρατείες του Διοκλητιανού και του Γαλέριου και ανήλθε στο βαθμό του «τριβούνου» (Tribunus, διοικούσε την Αυτοκρατορική σωματοφυλακή και τις βοηθητικές κοόρτεις). Στην αυλή του Αυτοκράτορα ο νεαρός Κωνσταντίνος ξεχώρισε και επιβλήθηκε με την εντυπωσιακή του εμφάνιση και τα σωματικά χαρίσματα, τις φυσικές δεξιότητες, τις διοικητικές ικανότητες, το αυξημένο αίσθημα καθήκοντος, την ευγένεια τρόπων και συμπεριφοράς. Όλα αυτά καθιστούσαν αισθητή την παρουσία του και ο Κωνσταντίνος κέρδισε την ιδιαίτερη εύνοια του Διοκλητιανού.

Ένα περιστατικό είναι ενδεικτικό της ορμητικότητας και του οξύθυμου χαρακτήρα του Κωνσταντίνου, που δεν τον εγκατέλειψαν ποτέ και που, όπως θα δούμε, τον οδήγησαν σε σκληρές αποφάσεις, οι οποίες σημάδεψαν την οικογενειακή του ζωή. Ο Καίσαρας Γαλέριος γιόρταζε τη νικηφόρα εκστρατεία του εναντίον των Περσών με θηριομαχίες στην αρένα της Νικομήδειας, τις οποίες παρακολουθούσε ο Αυτοκράτορας Διοκλητιανός, όλοι οι ανώτατοι αξιωματούχοι, μεταξύ τους ο Κωνσταντίνος και βέβαια ο λαός. Ο Γαλέριος, που στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου διέβλεπε έναν ικανότατο μελλοντικό αντίπαλο.

Με τον ανιψιό του Μαξιμίνο Δάια αμφισβήτησαν το θάρρος του Κωνσταντίνου και τον προκάλεσαν να αντιμετωπίσει ένα λιοντάρι Νουμιδίας, για να αποδείξει τις ικανότητές του. Ο Κωνσταντίνος, οργισμένος για τη δημόσια προσβολή του Γαλερίου, αποδέχτηκε την πρόκληση, παρά τις ρητές αντιρρήσεις του Διοκλητιανού, ο οποίος φοβόταν για τη ζωή του νεαρού αξιωματικού του. Ο Κωνσταντίνος σκότωσε το λιοντάρι μέσα στην αρένα, κάτω από τις επευφημίες του πλήθους, που εύλογα δεν ήταν συνηθισμένο να βλέπει τους γιους της ανώτατης στρατιωτικής και διοικητικής αριστοκρατίας να συμμετέχουν στις άγριες επικίνδυνες θηριομαχίες.

Δίπλα στον Διοκλητιανό ο Κωνσταντίνος έζησε από κοντά έναν από τους μεγαλύτερους διωγμούς εναντίον των Χριστιανών, τα βασανιστήρια και τις δημόσιες εκτελέσεις των οπαδών της νέας θρησκείας, που ξεκίνησε με το «έδικτο» του Αυτοκράτορα το 303 μ.Χ. από τη Νικομήδεια. Η Χριστιανή μητέρα του και ο πατέρας του, που παρέβλεπε όλα τα διατάγματα κατά του Χριστιανισμού και δεν κατεδίωξε ποτέ τους Χριστιανούς, πρέπει να λειτούργησαν ως αντίβαρο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του νεαρού τριβούνου.

Τα προ της Αναρρήσεώς του στην Εξουσία Γεγονότα 

Το 293 ο Αυτοκράτορας Διοκλητιανός αποφάσισε να διαιρέσει την Αυτοκρατορική εξουσία στα τέσσερα, κρατώντας την Ανατολή του και αναθέτοντας τις άλλες τρεις περιοχές σε έναν παλαιό συμπολεμιστή του τον Μαξιμιανό, σε έναν σκληρό και άγριο επαγγελματία στρατιωτικό από τη Θράκη που ονομαζόταν Γαλέριος και στον Κωνστάντιο Χλωρό. Όσο κι αν ο Διοκλητιανός τόνιζε ότι η Αυτοκρατορία παρέμεινε μία, μοναδική και αδιαίρετη, αργά ή γρήγορα η διάσπαση ήταν αναπόφευκτη. Το 305 συνέβη ένα γεγονός, εξαιρετικής ιστορικής σημασίας για την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία: η παραίτηση του Αυτοκράτορα.

Ύστερα από είκοσι χρόνια στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Διοκλητιανός αποσύρθηκε, υποχρεώνοντας και τον απρόθυμο Μαξιμιανό να παραιτηθεί μαζί του. Ο Γαλέριος και ο Κωνστάντιος Χλωρός -που είχε πια τότε εγκαταλείψει την Ελένη, για να παντρευτεί τη θετή κόρη του Μαξιμιανού Θεοδώρα- ανακηρύχθηκαν Αύγουστοι (οι δυο πρεσβύτεροι Αυτοκράτορες), αλλά ο διορισμός των διαδόχων τους των δυο νέων Καισάρων αμφισβητείτο. Ο Κωνσταντίνος ανακαλύπτοντας ότι υποβαθμιζόταν κι από φόβο για τη ζωή του, έφυγε νύχτα από την Αυλή του Γαλέριου στη Νικομήδεια για να συναντήσει τον πατέρα του στη Βουλώνη, όπου εκείνος προετοιμαζόταν για μια νέα εκστρατεία στη Βρετανία.

Πατέρας και γιος πέρασαν μαζί τη Μάγχη, αλλά στις 26 Ιουλίου του 306 ο Κωνστάντιος πέθανε στην Υόρκη. Την ίδια στιγμή οι λεγεώνες που βρίσκονταν εκεί έριξαν την πορφυρή Αυτοκρατορική τήβεννο στους ώμους του Κωνσταντίνου, τον σήκωσαν στις ασπίδες τους και τον ζητωκραύγασαν όσο πιο δυνατά μπορούσαν. Έχοντας όμως ανάγκη κι από επίσημη αναγνώριση, ο Κωνσταντίνος έστειλε στον Γαλέριο, στη Νικομήδεια, μαζί με την επίσημη ανακοίνωση του θανάτου του πατέρα του, ένα πορτραίτο δικό του με τα διάσημα του Αυγούστου της Δύσης. Ο Γαλέριος αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον νεαρό αντάρτη. Ήταν προετοιμασμένος απρόθυμα να τον αναγνωρίσει ως Καίσαρα.

Για τον Κωνσταντίνο κάτι τέτοιο ήταν αρκετό για την ώρα. Παρέμεινε στη Γαλατία και τη Βρετανία τα επόμενα έξι χρόνια, κυβερνώντας με σοφία και αποτελεσματικότητα αυτές τις επαρχίες. Αυτή η εντιμότητα, ωστόσο, δεν τον εμπόδισε να παραγκωνίσει την πρώτη του γυναίκα το 307, με σκοπό να πραγματοποιήσει μια απείρως πιο αξιόλογη συμμαχία - με τη Φαύστα, την κόρη του γερο Αυτοκράτορα Μαξιμιανού, ο οποίος είχε επανενδυθεί την πορφύρα και είχε ορίσει συν -Αυτοκράτορα το γιο του Μαξέντιο. Οι δυο μαζί είχαν πάρει ολόκληρη την Ιταλία με το μέρος τους. Ο γάμος αυτός λοιπόν ήταν διπλωματικά ωφέλιμος και για τις δυο μεριές.