Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!


Ο οποίος είχε αποκλειστικά τη δυνατότητα να απονέμει όλες τις άλλες εξουσίες. Το δίπλωμα που ο Αναστάσιος απέστειλε στον Κλόβι, πιστοποιούσε στους Γαλάτες τη νομιμότητα της εξουσίας του τελευταίου, ενώ συγχρόνως τον έκανε ένα είδος αντιβασιλέα της Γαλατίας, η οποία, θεωρητικώς, παρέμενε τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι σχέσεις αυτές του Αυτοκράτορα του Βυζαντίου με το Βασίλειο των Γερμανών δείχνουν καθαρά ότι, κατά τα τέλη του 5ου και στις αρχές του 6ου αιώνα, η ιδέα της ενιαίας Αυτοκρατορίας παρέμενε ακόμη ισχυρή.

Η Θρησκευτική Πολιτική του Αναστασίου - Η Επανάσταση του Βιταλιανού - Εσωτερικές Μεταρρυθμίσεις

Παρά τις υποσχέσεις που έδωσε ο Αναστάσιος στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, υπεστήριξε τους Μονοφυσίτες, με το μέρος των οποίων ετάχθη, αργότερα, φανερά. Το γεγονός αυτό έγινε δεκτό με χαρά στην Αίγυπτο και την Συρία, όπου ο Μονοφυσιτισμός είχε διαδοθεί ευρέως.

Στην πρωτεύουσα όμως η συμπάθεια του Αυτοκράτορα προς τους Μονοφυσίτες, προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση και όταν ο Αναστάσιος, ακολουθώντας το παράδειγμα της Αντιοχείας, διέταξε να ψέλνεται ο «τρισάγιος ύμνος» με την προσθήκη της «θεοπασχιτικής» φράσεως (έπαθεν ο Xριστός δηλαδή επί του σταυρού ως Θεός) «ο σrαυρωθείς δι' ημάς » («Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ο σταυρωθείς δι' ημάς, ελέησον ημάς»), ξέσπασαν στην Κωνσταντινούπολη μεγάλες ταραχές, που λίγο έλειψε να εκθρονισθεί ο Αυτοκράτορας. Η θρησκευτική πολιτική του Αναστασίου είχε ως αποτέλεσμα την επανάσταση του Βιταλιανού στη Θράκη.

Επικεφαλής ενός μεγάλου στρατιού, που τον αποτελούσαν Ούννοι, Βούλγαροι και -ίσως- Σλάβοι, και με τη βοήθεια μεγάλου στόλου, ο Βιταλιανός βάδισε εναντίον της πρωτεύουσας, με τον πολιτικό σκοπό -τον οποίο καταλλήλως έκρυβε πίσω θρησκευτικές δήθεν επιδιώξεις- να εκθρονίσει τον Αυτοκράτορα. Ύστερα από έναν μεγάλο και εντατικό αγώνα, η επανάσταση τελικά κατεστάλη, αν και η σημασία της, από ιστορική πλευρά, δεν υπήρξε μικρή. Φέρνοντας τρεις φορές τα ετερόκλητα στρατεύματά του κοντά στην Κωνσταντινούπολη και αποσπώντας αρκετά χρήματα από την κυβέρνηση, ο Βιταλιανός -όπως λέει ο Θ. Ουσπένσκι- αποκάλυψε στους βαρβάρους την αδυναμία της Αυτοκρατορίας και τα πλούτη της Κωνσταντινουπόλεως.

Ενώ συγχρόνως τους δίδαξε πώς να επιχειρούν συνδυασμένες, από την ξηρά και τη θάλασσα, επιδρομές. Η εσωτερική πολιτική του Αναστασίου, η οποία δεν έχει ακόμη αρκετά μελετηθεί και αξιολογηθεί από την ιστορία, φέρει τα χαρακτηριστικά μιας έντονης δραστηριότητας που είχε, από οικονομική άποψη, αξιόλογα αποτελέσματα. Μια από τις πιο σπουδαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις υπήρξε η κατάργηση του μισητού χρυσαργύρου, το οποίο πληρωνόταν, ως φόρος, με χρυσό ή άργυρο (Λατινικά ονομαζόταν lustralis collatio ή, μερικές φορές, lttstralis auri argentive collatio). Ο φόρος αυτός, από τις αρχές του 4ου αιώνα, ήταν υποχρεωτικός για όλα τα επαγγέλματα, ακόμη και για τους υπηρέτες, τους ζητιάνους και τις πόρνες.

Εισεπράττετο ακόμη και για τα εργαλεία και τα ζώα των αγροτών, με αποτέλεσμα να υποφέρουν οι πτωχοί πολύ από το χρυσάργυρον. Επισήμως ο φόρος αυτός εισεπράττετο μόνον μία φορά κάθε πέντε χρόνια, αλλά στην πραγματικότητα η ημερομηνία εισπράξεώς του καθοριζόταν από τη διοίκηση αυθαίρετα και απροειδοποίητα, με αποτέλεσμα να οδηγείται ο λαός στην απελπισία. Παρά τα τεράστια εισοδήματα που είχε το κράτος από αυτήν την φορολογία, ο Αναστάσιος την κατάργησε οριστικά, αφού έκαψε δημοσία κάθε σχετικό με αυτήν διαταγή.

Ο λαός γιόρτασε, με μεγάλη χαρά, την κατάργηση του φόρου και, όπως αναφέρει ένας ιστορικός τού 6ου αιώνα, για να περιγράψει κανείς αυτή τη χειρονομία του Αυτοκράτορα ''χρειάζεται την ευγλωττία του Θουκυδίδη ή κάτι το ανώτερο ακόμη''. Μια Συριακή πηγή του 6ου αιώνα περιγράφει τη χαρά με την οποία δέχθηκε ο λαός της Εδέσσης το διάταγμα καταργήσεως του φόρου ως εξής:

«Όλη η πόλη χάρηκε και όλοι, μικροί και μεγάλοι, φόρεσαν λευκά φορέματα, πήραν αναμμένα κεριά και λιβανιστήρια γεμάτα λιβάνι και βάδισαν, ψέλνοντας και ευχαριστώντας τον Θεό και τον Αυτοκράτορα, προς την εκκλησία του Αγίου Σεργίου και του Αγίου Συμεών, όπου και λειτούργησαν. Κατόπιν γύρισαν στην πόλη όπου γλέντησαν εύθυμα και ευτυχισμένα μια ολόκληρη εβδομάδα κι αποφάσισαν να γιορτάζουν το γεγονός αυτό κάθε χρόνο. Όλοι οι τεχνίτες γιόρταζαν και διασκέδαζαν με λουτρά και ευωχίες στον περίβολο της μεγάλης εκκλησίας και σε όλα τα περιστύλια της πόλης».

Το ποσόν που απέδιδε στην Έδεσσα το χρυσάργυρον ήταν 140 λίτρες χρυσού, κάθε τέσσερα χρόνια. Η κατάργηση αυτού του φόρου ικανοποίησε ιδιαίτερα την Εκκλησία, γιατί οι πόρνες, πληρώνοντας τον φόρο αυτό, εμμέσως νομιμοποιούνταν. Φυσικά η κατάργηση του χρυσαργύρου στέρησε το θησαυροφυλάκιο από ένα σεβαστό εισόδημα, αλλά η απώλεια αυτή γρήγορα αντισταθμίστηκε με την καθιέρωση νέου φόρου: της χρυσοτελείας, που ήταν ένας φόρος «εις χρυσόν». Ο φόρος αυτός ήταν εμφανώς ένας φόρος επί της γαιοκτησίας, ο οποίος επιβλήθηκε κυρίως για την ενίσχυση του στρατού, και βάρυνε, όπως και η προηγούμενη φορολογία, τους φτωχούς.

Η όλη δε οικονομική μεταρρύθμιση είχε ως αποτέλεσμα μια πιο ομαλή κατανομή των φορολογικών βαρών και όχι μια πραγματική ελάττωσή τους. Ίσως η πιο σπουδαία οικονομική μεταρρύθμιση τού Αναστασίου υπήρξε η, με βάση την καθοδήγηση τού εκ Συρίας εμπίστου του συμβούλου Μαρίνου, αλλαγή του τρόπου με τον οποίο γινόταν η είσπραξη των φόρων, η οποία ανετέθη στους βίνδικες. Αν και το νέο σύστημα εισπράξεως των φόρων αύξησε αρκετά τα εισοδήματα του κράτους, τροποποιήθηκε αργότερα. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αναστασίου το πρόβλημα των άγονων γαιών φαίνεται ότι παρουσιάστηκε περισσότερο έντονο από κάθε άλλη φορά.


Το βάρος των πρόσθετων φόρων έπεσε σε πρόσωπα που δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν, καθώς και σε μη παραγωγικές γαίες, με αποτέλεσμα να πληρώνουν στην κυβέρνηση όλους τους φόρους οι ιδιοκτήτες των παραγωγικών γαιών. Η πρόσθετη αυτή εισφορά που ονομαζόταν -στα Ελληνικά- επιβολή, ήταν ένας παλαιότατος θεσμός που ανάγεται στην Αίγυπτο των Πτολεμαίων και ο οποίος εφαρμόστηκε απαρέγκλιτα από τον Μεγάλο Ιουστινιανό. Ο Αναστάσιος όρισε επίσης ότι ένας ελεύθερος αγρότης που θα ζούσε στο ίδιο μέρος τριάντα χρόνια, θα γινόταν άποικος (colonus) δίχως να χάνει την προσωπική του ελευθερία και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.

Η εποχή του Αναστασίου είναι επίσης χαρακτηριστική για τις νομισματικές μεταβολές που έγιναν τότε. Το 498 καθιερώθηκε το μεγάλο ορειχάλκινο νόμισμα, ο φόλλις, με όλες τις μικρότερές του υποδιαιρέσεις. Το νέο νόμισμα έγινε δεκτό, κυρίως από τους φτωχούς, με ευχαρίστηση, γιατί το μέχρι τότε χρησιμοποιούμενο χάλκινο νόμισμα είχε αρχίσει να σπανίζει, ενώ συγχρόνως ήταν κακής ποιότητας και δεν έφερε ένδειξη της αξίας του. Τα νέα νομίσματα κόπηκαν στα τρία νομισματοκοπεία που λειτουργούσαν, επί Αναστασίου, στην Κωνσταντινούπολη, την Νικομήδεια και την Αντιόχεια. Το νόμισμα του Αναστασίου έμεινε ως πρότυπο Αυτοκρατορικού νομίσματος μέχρι το δεύτερο ήμισυ του 7ου αιώνα.

Στις ανθρωπιστικές του μεταρρυθμίσεις ο Αναστάσιος προσέθεσε ένα διάταγμα, που απαγόρευε τις μονομαχίες ανθρώπων και θηρίων στον ιππόδρομο. Αν και ο Αναστάσιος συχνά ελάττωνε τους φόρους πολλών επαρχιών και πόλεων, ιδιαίτερα δε εκείνων των περιοχών που επλήγησαν από τον Περσικό πόλεμο, και μολονότι πραγματοποίησε ένα οικονομικό πρόγραμμα, που συμπεριλάμβανε το «Μακρόν Τείχος», υδραγωγεία, τον Φάρο της Αλεξανδρείας και άλλα έργα, η κυβέρνηση, προς το τέλος της βασιλείας του Αναστασίου, είχε ένα μεγάλο απόθεμα το οποίο ο ιστορικός Προκόπιος υπολογίζει - ίσως με κάποια υπερβολή- σε 320 χιλιάδες λίβρες χρυσού (65.000.000 ή 70.000.000 δολάρια).

Η οικονομική τακτική του Αναστασίου υπήρξε πολύ σημαντική για τη μεγαλόπνοη πολιτική του δεύτερου διαδόχου του, Ιουστινιανού του Μεγάλου. Η εποχή του Αναστασίου υπήρξε μια θαυμάσια εισαγωγή στην εποχή του Ιουστινιανού.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Το κύριο ενδιαφέρον της εποχής που αρχίζει με τον Αρκάδιο και κλείνει με τον Αναστάσιο (395 - 518) εντοπίζεται στα εθνικά και θρησκευτικά προβλήματα, καθώς και τα πολιτικά ζητήματα που ήταν πάντα σχετικά με τις θρησκευτικές τάσεις. Η Γερμανική ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, η Γοτθική τυραννία δυνάμωσε πολύ στην πρωτεύουσα και απείλησε όλο το κράτος κατά τα τέλη του 4ου αιώνα. Αργότερα η κατάσταση έγινε ακόμη πιο περίπλοκη λόγω των φιλικών προς τον Αρειανισμό διαθέσεων των Γότθων. Η απειλή των Γερμανών ελαττώθηκε στις αρχές τού 5ου αιώνα επί Αρκαδίου για να εξαφανισθεί τελείως επί Λέοντος Α', την εποχή δηλαδή της μεταγενέστερης αλλά αδύναμης εκδηλώσεώς της κατά τα μέσα του 5ου αιώνα.

Αργότερα, στα τέλη του ίδιου αιώνα, παρουσιάσθηκε από τον Βορρά ο κίνδυνος των Οστρογότθων, ο οποίος διοχετεύθηκε με επιτυχία από τον Ζήνωνα στην Ιταλία, με αποτέλεσμα να ρυθμιστεί, προς όφελος του κράτους, το Γερμανικό πρόβλημα στο ανατολικό τμήμα της Αυτοκρατορίας. Το ανατολικό τμήμα της Αυτοκρατορίας κατόρθωσε επίσης να επιλύσει προς όφελός του, τα πενήντα τελευταία χρόνια του 5ου αιώνα, το λιγότερο οξύ εθνικό πρόβλημα της κυριαρχίας των Ισαύρων. Οι Βούλγαροι και οι Σλάβοι μόλις άρχιζαν την περίοδο αυτή τις επιδρομές τους στα σύνορα της Αυτοκρατορίας και δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθεί ο σπουδαίος ρόλος που οι βόρειοι αυτοί λαοί επρόκειτο να διαδραματίσουν στην ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Η εποχή τού Αναστασίου μπορεί να θεωρηθεί ως απλή εισαγωγή στην εποχή των Σλάβων. Το θρησκευτικό πρόβλημα της εποχής αυτής εκδηλώνεται σε δύο φάσεις: την ορθόδοξη, μέχρι την εποχή του Ζήνωνος, και την μονοφυσιτική, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ζήνωνος και του Αναστασίου. Η συμπαθής προς τους Μονοφυσίτες στάση του Ζήνωνος και οι μονοφυσιτικές τάσεις του Αναστασίου υπήρξαν σημαντικές όχι μόνον από θρησκευτική αλλά και από πολιτική άποψη. Στα τέλη του 5ου αιώνα το δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας, παρά τη θεωρητική του ενότητα με την Ανατολή, είχε στην πράξη αποξενωθεί από την Κωνσταντινούπολη.

Στη Γαλατία, στην Ισπανία και στη Βόρειο Αφρική σχηματίσθηκαν νέα βασίλεια των Βαρβάρων, η Ιταλία κυβερνιόταν από Γερμανούς και, στα τέλη του 5ου αιώνα, ιδρύθηκε, σε ιταλικό έδαφος, το Βασίλειο των Οστρογότθων. Η κατάσταση αυτή των πραγμάτων εξηγεί γιατί οι Ανατολικές Επαρχίες -Αίγυπτος, Παλαιστίνη και Συρία- απέκτησαν εξαιρετική σπουδαιότητα στο ανατολικό τμήμα της Αυτοκρατορίας. Η μεγάλη αξία τόσο του Ζήνωνος όσο και τού Αναστασίου έγκειται στο γεγονός ότι αντιλήφθηκαν πως το κέντρο βάρους είχε μετακινηθεί και στο ότι, εκτιμώντας τη σημασία των ανατολικών επαρχιών, χρησιμοποίησαν κάθε μέσο προκειμένου να βρουν έναν τρόπο ώστε να τις προσκολλήσουν στην πρωτεύουσα.

Εφόσον δε οι επαρχίες αυτές -κυρίως η Αίγυπτος και η Συρία- ήταν αφοσιωμένες στο δόγμα των Μονοφυσιτών, η μόνη λύση ήταν να ειρηνεύσει η Αυτοκρατορία με τους Μονοφυσίτες, αδιαφορώντας για τις υποχωρήσεις που ήταν αναγκασμένη να κάνει. Το γεγονός αυτό εξηγεί το σκοπίμως μάλλον σκοτεινό «Ενωτικόν» τού Ζήνωνος, το οποίο υπήρξε ένα από τα πρώτα βήματα προς τον συμβιβασμό με τους Μονοφυσίτες. Όταν η προσπάθεια του Ζήνωνος απέτυχε, ο Αναστάσιος αποφάσισε ν' ακολουθήσει μια απροσχημάτιστη μονοφυσιτική τακτική. Και οι δύο αυτοί Αυτοκράτορες υπήρξαν, εν συγκρίσει με τους μεταγενέστερους Άρχοντες της Αυτοκρατορίας, πολύ διορατικοί.

Η μονοφυσιτική τους τακτική ήλθε σε αντίθεση με την κίνηση των Ορθοδόξων, η οποία βρήκε μεγάλη υποστήριξη στην πρωτεύουσα, στη Βαλκανική Χερσόνησο, στις περισσότερες επαρχίες της Μικράς Ασίας, στα νησιά και σε μερικές περιοχές της Παλαιστίνης. Η Ορθοδοξία υποστηρίχθηκε επίσης από τον Πάπα, που διέκοψε, λόγω του «Ενωτικού», κάθε σχέση με την Κωνσταντινούπολη. Η αναπόφευκτη σύγκρουση θρησκείας και πολιτικής εξηγεί τις εσωτερικές ταραχές της εποχής του Αναστασίου, ο οποίος δεν κατόρθωσε, όσο ζούσε, να εδραιώσει στην Αυτοκρατορία του την ειρήνη και την αρμονία που επιθυμούσε.

Οι διάδοχοί του οδήγησαν την Αυτοκρατορία σε έναν τελείως διαφορετικό δρόμο και, από τα τέλη της εποχής αυτής, είχε ήδη αρχίσει να γίνεται αισθητή η αποξένωση των Ανατολικών Επαρχιών. Γενικά η περίοδος αυτή υπήρξε περίοδος αγώνων των διαφόρων Εθνικοτήτων, οι οποίες ξεκινούσαν στον αγώνα τους με διαφορετικούς σκοπούς και ελπίδες. Οι Γερμανοί και οι Ίσαυροι επεδίωκαν πολιτική υπεροχή, ενώ οι Κόπτες στην Αίγυτπο και οι Σύριοι νοιάζονταν κυρίως για τον θρίαμβο των θρησκευτικών τους δογμάτων.