Ινστιτούτο Παστέρ - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ινστιτούτο Παστέρ

ΝΕΩΤΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ  » Ινστιτούτο Παστέρ

Το πρώτο Ινστιτούτο Παστέρ ιδρύεται στο Παρίσι το 1888 με σκοπό τη μελέτη της νέας επιστήμης της Μικροβιολογίας και των εφαρμογών της στην Ιατρική, στη Δημόσια Υγεία, στη Γεωργία και στη Βιομηχανία, καθώς επίσης και στην έρευνα για την ανάπτυξη εμβολίων και ορών. Ακολουθεί η ίδρυση ενός δικτύου από Ινστιτούτα Παστέρ σε διάφορα μέρη του κόσμου, κυρίως σε Γαλλικές αποικίες, αλλά και σε άλλες χώρες. Η ίδρυση του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ προκύπτει μέσα από μια σειρά γεγονότων που ξεκινάει από την ανάγκη αναδιοργάνωσης του Ελληνικού στρατού στις αρχές του 20ου αιώνα ύστερα από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897. Το έργο της αναδιοργάνωσης αυτής, ανατίθεται από το Ελληνικό Κράτος σε αποστολή του Γαλλικού Στρατού. Ο αρχηγός αυτής της αποστολής, ταξίαρχος Eydoux,το 1911 προτείνει στο Υπουργείο Στρατιωτικών την ίδρυση ενός Ινστιτούτου Παστέρ στην Ελλάδα. Ακολουθεί πρόταση του υπεύθυνου του Υγειονομικού της ίδιας αποστολής, αρχίατρου Odilon Arnaud, αυτή τη φορά προς τον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας, Ελευθέριο Βενιζέλο, το 1912...

Ο Βενιζέλος υποστήριζε την ίδρυση του Ινστιτούτου, στο πλαίσιο τόσο της κοινωνικής πολιτικής για τη δημόσια υγεία, όσο και της σύσφιξης των διμερών σχέσεων με τη Γαλλία. Θα περάσει όμως αρκετός καιρός μέχρι να καρποφορήσει το σχέδιο των Γάλλων στρατιωτικών. Το 1919, το εγχείρημα χρηματοδοτείται κυρίως από τον Ελληνικής καταγωγής Sir Basil Zaharoff, φίλο και υποστηρικτή του Βενιζέλου, όχι μόνο για την αγορά του οικοπέδου και των κτηρίων, αλλά και με ετήσια επιχορήγηση για τη λειτουργία του Ινστιτούτου, μέχρι το θάνατό του. Στις 26 Απριλίου 1919, λοιπόν, εγκρίνεται με Βασιλικό Διάταγμα η ίδρυση του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ - Ιδρύματος Ζαχάρωφ.

Με δεδομένη την πολιτική βούληση και την οικονομική στήριξη, την οργάνωση του Ινστιτούτου αναλαμβάνει ο Albert Calmette, υποδιευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Παστέρ, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την οργάνωση του διεθνούς δικτύου Ινστιτούτων Παστέρ. Μαζί με τους George Abt και George Blanc φτάνει στην Αθήνα το 1920 και επιδίδεται στην οργάνωση του Ινστιτούτου. Σχεδιάζει τους χώρους, τη στελέχωση, τους θεσμούς. Τον Μαρτίου του 1920 πραγματοποιούνται τα εγκαίνια του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ από τον Albert Calmette.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ 
Η παρούσα μελέτη αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση στην ιστορία του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ (Ε.Ι.Π) που προκύπτει μέσα από τα ιστορικά τεκμήρια που ήρθαν στο φως από τη συγκρότηση του Αρχείου του Ε.Ι.Π. Το βασικό ερώτημα το οποίο επιχειρείται να απαντηθεί είναι: Γιατί και πώς δημιουργήθηκε το Ε.Ι.Π το 1919. Επιχειρείται δηλαδή μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση από την παρουσίαση μιας ''ορφανής'' ιστορικής πορείας από το 1919 έως σήμερα, η οποία θα αφαιρούσε από την ταυτότητα του Ε.Ι.Π ένα ουσιώδες χαρακτηριστικό του: την καταγωγή του. Αυτή η προβληματική έφερε στο φως νέα τεκμήρια που μας υποχρέωναν σε βαθύτερη μελέτη και περαιτέρω έρευνα, και ανέδειξε πολλές και ενδιαφέρουσες, άγνωστες ή ξεχασμένες πτυχές της ιστορίας.

Στην ουσία, η ιστορία που παρουσιάζεται εδώ δεν είναι μια μονοσήμαντη εξέταση της ιστορία της επιστήμης της Μικροβιολογίας που αντιπροσωπεύει το Ε.Ι.Π, αλλά μια πολυεπίπεδη ιστορία, μέσα πάντα από την προβληματική της δημιουργίας του Ε.Ι.Π. Η χρονική περίοδος που θα εξεταστεί εκτείνεται από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τα χρόνια του Μεσοπολέμου. Γεωγραφικά, πέραν του Ελλαδικού χώρου, θα πρέπει να αναφερθούμε τόσο στις εξελίξεις στα Βαλκάνια και στη Γαλλία, όσο και στον ευρύτερο Ευρωπαϊκό χώρο, αλλά και στις Γαλλικές αποικίες. Η περίοδος αυτή είναι γνωστή στην ιστορία για τις διεργασίες που οδήγησαν στα σημαντικότερα γεγονότα της νεώτερης ιστορίας ΄

Τους δύο παγκόσμιους πολέμους και τη Ρωσική επανάσταση, και φυσικά σημάδεψε την πορεία της σύγχρονης Ευρώπης. Ο εθνικισμός του 19ου αιώνα, ήταν το όχημα για την συγκρότηση νέων κρατών (Ιταλία, Γερμανία, Ελλάδα, κλπ) αλλά και για την ενίσχυση της συλλογικής ταυτότητας των ήδη υπαρχόντων. Όμως ο 19ος αιώνας έχει χαρακτηριστεί και από μια άλλη συνιστώσα, την κυριαρχία της αστικής τάξης. Η νέα αυτή δύναμη, έπειτα από μια περίοδο συνύπαρξης με το παλιό κατεστημένο (αριστοκρατία - φεουδαρχία), κατάφερε να το απορροφήσει ή να το απαξιώσει, και άρχισε να αναπτύσσει τις δικές της πρακτικές και θεσμούς.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αναπτύχθηκε μια επιστημονική δραστηριότητα, που ενώ προάσπιζε (ευθέως ή έμμεσα) τους δεσμούς της με τον εθνικισμό και τους αστική δημοκρατία, ταυτόχρονα διεκδικούσε μια ''ουδέτερη'' ταυτότητα, ελεύθερη από ιδεολογικές φορτίσεις. Αλληλένδετη με την επιστημονική ανάπτυξη ήταν και η έντονη βιομηχανοποίηση. Η χημεία, η κλασική μηχανική, ο ηλεκτρομαγνητισμός, η θερμοδυναμική, η ιατρική, η νεοσύστατη μικροβιολογία και οι εφαρμογές τους, έγιναν οι φορείς αυτής της παράλληλης ανέλιξης βιομηχανίας και επιστήμης - τεχνολογίας. Η επιστημονική δραστηριότητα της περιόδου χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα από τη θετικιστική φιλοσοφία, όπως αυτή εκφράστηκε από τον κορυφαίο εκπρόσωπό της, τον Ωγκύστ Κοντ.

Σημαντικές ανακαλύψεις και εφευρέσεις συνέβαλαν προς αυτήν την κατεύθυνση. Η έννοια της προόδου συνυφάνθηκε με αυτή της επιστημονικής ανάπτυξης. Η θεωρία της εξέλιξης μέσω φυσικής επιλογής δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια παραποιημένη ερμηνεία των κοινωνικών φαινόμενων (Κοινωνικός Δαρβινισμός), η οποία υποστήριζε την ανωτερότητα του Δυτικού Λευκού Άνδρα και παρείχε άλλοθι στις κοινωνικές ανισότητες. Ο Δυτικός Λευκός Άνδρας χρειαζόταν να είναι και υγιής για να μπορέσει να επιβάλει την ανωτερότητά του, αλλά και ηθικά καλυμμένος, ως φορέας της σωτήριας επιστήμης και υγιεινής, την οποία μοίραζε απλόχερα στους υποτελείς του.

Η αποικιοκρατία των Ευρωπαϊκών μεγάλων δυνάμεων μπορούσε να έχει πια και την θεωρητική κάλυψη, με επιστημονική -και άρα ''αντικειμενική''- υπογραφή. Πρακτική κάλυψη σε αυτή την τάση θα δώσει, σε μεγάλο βαθμό, η μικροβιολογία. Στην Ευρώπη των μητροπόλεων, οι επιδημίες και οι ασθένειες αποτέλεσαν ισχυρή τροχοπέδη της ''προόδου'' και της κοινωνικής συνοχής, με σαφείς συνδέσεις με την ''πάλη των τάξεων''. Εκεί όμως που η εφαρμογή της Μικροβιολογίας αποτέλεσε επιτακτική ανάγκη ήταν στις πολεμικές συγκρούσεις: σχεδόν σε κάθε στρατιωτική επιχείρηση της εποχής, περισσότεροι στρατιώτες πέθαιναν από επιδημίες και μολύνσεις, παρά από τα όπλα του εχθρού.

Μετά τον πόλεμο, βέβαια, στόχος των επικίνδυνων μικροβίων γίνονται οι πρόσφυγες. Έτσι, η Μικροβιολογία κλήθηκε να παίξει ένα ρόλο - κλειδί σε ένα ευρύ φάσμα αναγκών για τη δημόσια υγεία και την ιατρική (αστικοποίηση, αποικιοκρατία, ιμπεριαλισμός). Στη Γαλλία και τις αποικίες της, ο ρόλος αυτός καλύφθηκε μέσα από το έργο του Λουί Παστέρ και των μαθητών του (pastorien). Και ενώ στο Κοινωνικό Δαρβινισμό και τον Ευγονισμό είναι προφανείς οι ιδεολογικές συνυποδηλώσεις, στην επιστήμη του Παστέρ υπολανθάνουν. Η αποικιοκρατία-ιμπεριαλισμός του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου, μετεξελίχτηκε στην εθνικιστική πολιτική των δύο παγκοσμίων πολέμων, καθώς και της μετέπειτα ψυχροπολεμικής εποχής.

Η επιστημονική κοινότητα παρότι συνομιλούσε και συνεργαζόταν με τους φορείς αυτών των πολιτικών, κατάφερε να παραμείνει αλώβητη από την κοινωνική και ιδεολογική κριτική (τουλάχιστον μέχρι την ρίψη της ατομικής βόμβας), που δέχθηκε η υπόλοιπη άρχουσα τάξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και επιστήμονες που συνεργάστηκαν με απολυταρχικά και φασιστικά καθεστώτα, πήραν «άφεση αμαρτιών», εφόσον ήταν χρήσιμοι στις νέες πατρίδες τους. Αντίστοιχα, επιστημονικοί θεσμοί και οργανισμοί που δημιουργήθηκαν -ως ένα βαθμό- μέσα στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής πολιτικής, διατηρήθηκαν ζωντανοί και εκτός αυτού του πλαισίου, ακριβώς λόγω της χρησιμότητάς τους και του αποφορτισμένου ιδεολογικά χαρακτήρα τους.

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα λοιπόν, συστήνονται επιστημονικά ιδρύματα και εκτός των εθνικών συνόρων, κυρίως σε αποικίες και υποτελείς περιοχές. Για παράδειγμα, η Γερμανία ιδρύει το 1902 το Γεωφυσικό Σταθμό στην Απία, στα νησιά Σαμόα του Ειρηνικού, το 1907 ιδρύει την Ανώτατη Σχολή Ιατρικής στη Σαγκάη, το 1909 την Ανώτατη Σινογερμανική Σχολή, κα. Η Γαλλία, αντίστοιχα, ιδρύει στη Σαγκάη και στην Αλγερία γεωφυσικά ινστιτούτα. Την αιχμή του δόρατος, όμως, για τη Γαλλία αποτελεί το Ινστιτούτο Παστέρ, το οποίο αντιπροσώπευε ένα ευρύ φάσμα επιστημών και των εφαρμογών τους (χημεία, βιολογία, ιατρική, κτηνιατρική, υγιεινή, βιομηχανία, γεωργία).

Το ινστιτούτο υπηρετούσε τις επιστήμες της ζωής και τη δημόσια υγεία, που είχαν όχι μόνο ουδέτερο πολιτικά φορτίο, αλλά παρείχαν και θετικό κοινωνικά έργο. Ήταν ένας συνδυασμός που διασφάλιζε άριστες προϋποθέσεις αποδοχής και εδραίωσης σε οποιοδήποτε σχεδόν περιβάλλον. Έτσι το Ινστιτούτο Παστέρ μπορούσε να λειτουργεί τόσο στη φιλελεύθερη Γαλλία, όσο και στη κομμουνιστική Ρωσία, ακόμα και υπό δικτατορικά καθεστώτα και επαναστάσεις στα διάφορα παραρτήματα του ανά τον κόσμο (πχ. Βιετνάμ, Ιράν, Τυνησία, κλπ). Το Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ ιδρύθηκε στην Ελλάδα του Βενιζέλου και του βασιλιά Αλέξανδρου το 1919.

Συνέχισε μέσα σε διαφορετικά πολιτικά καθεστώτα (''Δεύτερη Ελληνική Δημοκρατία'' έπειτα από την Μικρασιατική Καταστροφή, δικτατορία Πάγκαλου, επιστροφή του Βενιζέλου το 1928, δικτατορία Μεταξά, κατοχή, εμφύλιος, Ελλάδα του σχεδίου Μάρσαλ, δικτατορία του 1967, μεταπολίτευση, κλπ) και συνεχίζει μέχρι σήμερα να αποτελεί ένα σημείο αναφοράς για τη δημόσια υγεία και την βιοιατρική έρευνα στην Ελλάδα. Η επιβίωση σε όλα αυτά τα πολιτικά καθεστώτα δεν στηρίζεται στον α-πολιτικό χαρακτήρα του Ινστιτούτου (και κατά συνέπεια και της Επιστήμης), αλλά αντίθετα στις υπερ-πολιτικές ποιότητες (αυθεντία επιστήμης, αναγκαιότητα ιατρικής) που ξεπερνούν την καθιερωμένη σημειολογία της δημόσιας πολιτικής σκηνής.
 
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ 
Η τέχνη της ιστοριογραφίας είναι μια περίπλοκη δραστηριότητα αποδόμησης και σύνθεσης, η ισορροπία ανάμεσα στις δύο αντίθετες αυτές δυνάμεις είναι απαραίτητη για μια επιτυχημένη μελέτη. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, η προσπάθεια παρουσίασης της ιστορίας ενός επιστημονικού ιδρύματος, μέσα στο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο στο οποίο δημιουργήθηκε και λειτούργησε, αποδείχθηκε εξαιρετικά αμφίρροπη. Και αυτό γιατί, το πλήθος των τεκμηρίων, αλλά και των εννοιών που χρειάζεται να αναλυθούν και να ανασυντεθούν, ώστε να υπάρξει μια συγκροτημένη εικόνα της περίπτωσης που παρουσιάζουμε, ήταν πολύ μεγάλο και πολλές φορές χωρίς σαφή όρια.

Έτσι, άλλοτε η συλλογή και η ανάλυση στοιχείων ήταν χρονοβόρα και απατηλή, και άλλοτε η σύνθεση του ετερόκλητου αυτού υλικού φαινόταν αδύνατη. Για αυτό, κρίναμε ως απαραίτητη τη δημιουργία ενός άξονα ανάλυσης και σύνθεσης, έχοντας υπόψη και την ανάγκη αφηγηματικής ομαλότητας. Ο άξονας αυτός λοιπόν, στηρίζεται σε κάτι αρκετά προφανές και ίσως κοινότυπο, θα προσπαθήσουμε να συνθέσουμε την ιστορία του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ μέσα από την αποδόμηση του τίτλου του, όπως αυτός διατυπώθηκε στο καταστατικό ίδρυσής του, δηλαδή «Ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur ιδρυθέν υπό Β. Ζαχάρωφ».

Όπως θα δούμε και παρακάτω, ο τίτλος αυτός εμπεριέχει σχεδόν όλα τα σημεία αναφοράς που μας χρειάζονται για να προσεγγίσουμε το θέμα. Η ανάλυσή μας θα προχωρήσει λοιπόν, εξετάζοντας αυτόν τον τίτλο, σε μία προσπάθεια να διακρίνουμε τους βασικούς παράγοντες, ανθρώπινους και μη, που κρύβονται πίσω από τις λέξεις. Σημειώνεται ότι δεν υποστηρίζουμε με αυτόν τον τρόπο μια αναγωγιστική θεώρηση, η οποία θα μας έδινε όλες τις απαντήσεις εφόσον είχαμε δεδομένα τα βασικά στοιχεία. Αντίθετα, πιστεύουμε ότι η ιστορία του Ε.Ι.Π είναι κάτι παραπάνω από την ιστορία των πρωταγωνιστών της ίδρυσης, του προσωπικού του ιδρύματος ή των θεσμών που το διέπουν.

Ο οργανισμός αυτός, στην πορεία του χρόνου, αποκτά τη δική του υπόσταση και είναι μια ξεχωριστή ιστορική οντότητα. Πώς λοιπόν θα επιτύχουμε την πολυπόθητη σύνθεση, μέσα στο πλαίσιο του προτεινόμενου άξονα ανάλυσης; Καταρχάς οφείλουμε να παρουσιάσουμε την ιστορία του Ε.Ι.Π όπως έχει γραφτεί μέχρι σήμερα. Την ιστορία αυτή ονομάζουμε ''επίσημη'' ιστορία, αφού είναι αυτή που παρουσιάζει τόσο το Ε.Ι.Π, όσο και άλλοι, ως την ταυτότητα του ιδρύματος. Απέναντι σε αυτή την ιστορία, η παρούσα προσπάθεια, δεν είναι συμπληρωματική, είναι ουσιαστικά μια καινούργια αφήγηση και μια προσπάθεια ανάδειξης της «κρυφής» ιστορίας του Ε.Ι.Π.

Το έργο λοιπόν είναι διπλό, αφού θα πρέπει να κλονίσουμε την προηγούμενη κατάσταση, υπερασπιζόμενοι μια νέα θέαση. Από την αρχή, επίσης, θα πρέπει να αναλυθούν η χρήση και η σημασιολογία του ονόματος ''Παστέρ'' και ''Ινστιτούτο Παστέρ'', αφού έχουν ουσιαστική σημασία. Η δημόσια εικόνα των δραστηριοτήτων του Ε.Ι.Π, είναι μια ακόμα πτυχή που πρέπει να εξεταστεί, καθώς έχουμε να κάνουμε με ένα ίδρυμα με ρητά δηλωμένο κοινωφελές χαρακτήρα, που μάλιστα έχει και άμεση επαφή με το κοινό (εμβολιασμοί, εξετάσεις). Ο ρόλος του θα προκύψει, λοιπόν, από όλες αυτές τις συνιστώσες.