Ινστιτούτο Παστέρ - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ινστιτούτο Παστέρ

ΝΕΩΤΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ  » Ινστιτούτο Παστέρ



Τα σεμινάρια αυτά παρακολουθούν πλήθος ιατρών και άλλων επιστημόνων που είναι όχι μόνο Γάλλοι, αλλά και άλλων εθνικοτήτων. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ένας επιστήμονας αποκτά επίσημα τον τίτλο του ''Παστεριανού'', ένα τίτλο που εξασφαλίζει την διεθνή και αδιαμφισβήτητη αναγνώριση. Το 1895 ο Παστέρ πεθαίνει και η Γαλλία τον αποχαιρετά με τιμές αρχηγού κράτους. Η σωρός του τίθεται σε δημόσιο προσκύνημα και στο Ι.Π.Π δημιουργείται ειδική κρύπτη για τον τάφο του, «μες στα χρυσάφια και τα μάρμαρα», σχολιάζει ο Σελίν, «Βυζαντινομπουρζουάδικο καπρίτσιο υψηλού γούστου». Από εκεί και έπειτα, ο μύθος του Παστέρ όχι μόνο δε φθίνει, αλλά αντίθετα γιγαντώνεται.

Σ' αυτό σημαντικό ρόλο παίζουν οι συνεργάτες και οι μαθητές του, οι οποίοι ενώ έχουν συμβάλει τα μέγιστα στις διάφορες ανακαλύψεις που αποδίδονται στο δάσκαλό τους, προβάλουν την ιδιοφυΐα του Παστέρ ως βασικό παράγοντα της προόδου και της τέχνης τους. Για παράδειγμα, η συνεισφορά των Chamberland και Roux στην ανακάλυψη του εμβολίου του άνθρακα ήταν καθοριστική, και χωρίς τον Roux θα ήταν αδύνατη η παραγωγή του αντιλυσσικού εμβολίου. Με αυτό τον τρόπο, ο Παστέρ γίνεται το σύμβολο της Μικροβιολογίας και της εφαρμογής της στην Ιατρική, την Υγιεινή και τη Βιομηχανία, ένα σύμβολο που απορρόφησε τελικά τη συμβολή και των συνεργατών του.

Όμως, τα εμβόλια του Παστέρ σημαδεύουν και το ξεκίνημα μιας ακόμη σημαντικής εξέλιξης, αυτής της βιομηχανικής εμπορευματοποίησης φαρμακευτικών ουσιών, που οδηγεί τελικά στη σημερινή φαρμακοβιομηχανία. Ειδικότερα, η προσπάθεια παραγωγής και τυποποίησης (standardization) του εμβολίου του άνθρακα, έχει χαρακτηριστεί ως η απαρχή της βιοχημικής βιομηχανίας (bio-industry), καθώς ο Παστέρ και οι συνεργάτες του μη μπορώντας να κατοχυρώσουν πατέντες για το συγκεκριμένο σκεύασμα, προχωρούν σε μια πολιτική απόκρυψης πληροφοριών με σκοπό, αφενός να διασφαλίσουν το μονοπώλιο στο συγκεκριμένο τομέα και αφετέρου να το εκμεταλλευτούν εμπορικά.

Κάτι αντίστοιχο, προσπάθησε να κάνει και ο Κωχ με τη φυματίνη, μια ουσία με την οποία μπορούσε να καταπολεμηθεί η φυματίωση, η αναποτελεσματικότητα της οποίας όμως τελικά στιγμάτισε την καριέρα του, και καταπόντισε τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του για δικό του ινστιτούτο. Θα πρέπει εδώ να τονιστεί ότι οι προσπάθειες αυτές έρχονταν σε αντίθεση με τις προθέσεις των τότε κυβερνήσεων, η πολιτική των οποίων ήταν η αποφυγή της εμπορευματοποίησης της υγείας. Το Γαλλικό κράτος για παράδειγμα είχε αποκλείσει τη δυνατότητα πατέντας για τις φαρμακευτικές ουσίες από το 1844, και η Γερμανική κυβέρνηση βρέθηκε προ δυσάρεστης εκπλήξεως όταν άκουσε τις απαιτήσεις του Κωχ για το μονοπώλιο φυματίνης.

Μάλιστα, ένας Γερμανός πολιτικός σχολιάζοντας την τότε κατάσταση, τόνισε ότι δεν θα έπρεπε να μαθευτεί η φιλαργυρία του Κωχ στο ευρύ κοινό, γιατί θα ήταν μια κατάφωρη δυσφήμιση στο πρότυπο του (Γερμανού) ανιδιοτελή επιστήμονα - διανοούμενου. Παρόλα αυτά, οι επιστήμονες προσέβλεπαν στη συνεργασία με την βιομηχανία, η οποία μπορούσε να τους προσφέρει τους απαραίτητους πόρους για τις έρευνές τους, σε αντίθεση με τη φειδωλή πολιτεία. Το κίνητρό τους επομένως δεν φαίνεται δεν ήταν τόσο ο πλουτισμός, όσο η απρόσκοπτη χρηματοδότηση των προγραμμάτων τους, καθώς οι περισσότεροι έδειχναν να είχαν βαθεία πίστη στην επιστημονική πρόοδο.

Άλλωστε, λίγοι από αυτούς άλλαξαν εντελώς πεδίο, και προσχώρησαν στο εμπόριο ή τη βιομηχανία. Μια άλλη συμμαχία των Παστεριανών, ίσως πιο σημαντική για την εδραίωσή τους, ήταν αυτή με τον στρατό. Η μεγάλη ανάγκη για μικροβιολογικές πρακτικές στο στράτευμα, έκανε την εκπαίδευση που πρόσφερε το Ι.Π.Π περιζήτητη στους στρατιωτικούς γιατρούς. Αλλά και οι ίδιοι οι επιστήμονες του Ι.Π.Π ήταν απαραίτητοι πολλές φορές, στην διάρκεια του πολέμου, ή στις αποικιακές αποστολές. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια του Α' Π.Π, στο Βαλκανικό Μέτωπο, στη Μακεδονία, η συμμαχική στρατιά είχε καθηλωθεί εξαιτίας επιδημίας ελονοσίας στο στράτευμα.

Ο αρχιστράτηγος Σαράιγ (Sarrail) ζήτησε τη συνδρομή των ειδικών και το Ι.Π έστειλε τους αδελφούς Σερζέν (Edmond & Etienne Sergent), από το Ι.Π του Αλγερίου, να επιληφθούν του ζητήματος. Πράγματι, οι αδελφοί Σερζέν κατέφθασαν στη Θεσσαλονίκη τον Δεκέμβριο του 1916, και συνέταξαν μια αναφορά σχετικά με τα αίτια της επιδημίας και τους τρόπους αντιμετώπισής της. Οι οδηγίες ακολουθήθηκαν, η στρατιά απαλλάχθηκε από την ελονοσία και μπόρεσε, υγιής πλέον, να συνεχίσει τον πόλεμο.

Η αμφίδρομη αυτή σχέση, μεταξύ στρατού που επωφελείται από τις γνώσεις και τις εφαρμογές των μικροβιολόγων, και των μικροβιολόγων που χρησιμοποιούν τις ευκαιρίες που τους δίνονται από το στρατιωτικό κατεστημένο για να προωθήσουν τη δική τους ατζέντα, έχει ως συνέπεια τη ζήτηση της επάνδρωσής των απανταχού στρατευμάτων με μικροβιολόγους και εργαστήρια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η εμφάνιση αυτοκίνητων-εργαστηρίων κατά τη διάρκεια του Α' Π.Π. Η αναγκαιότητα αυτή, της προάσπισης της υγείας των στρατευμάτων, χρησιμοποιείται από το Ι.Π ως μέσο πίεσης αφενός για κρατική επιχορήγηση, αφετέρου για τη δημιουργία παραρτημάτων σε κάθε αποικία της Γαλλίας.

Η σύνδεση Ι.Π και στρατού καταγράφεται και από τους γνωστούς επιστήμονες που υπήρξαν πρώτα στρατιωτικοί ιατροί και μετά πέρασαν στο δυναμικό του Ι.Π, όπως ο Καλμέτ, ο οποίος μάλιστα ανέλαβε την οργάνωση των παραρτημάτων του Ι.Π στις αποικίες, αλλά και της Ελλάδας. Αλλά ακόμα και κατά την περίοδο της ειρήνης, οι Παστεριανοί είχαν ισχυρούς συμμάχους, καθώς το κίνημα των Υγιεινιστών (hygienists) ήταν και αυτό συμπληρωματικό και ενισχυτικό στις προθέσεις τους. Το κίνημα αυτό ξεπήδησε από το βιομηχανικό αστικό περιβάλλον, σαν μια επιστημονική απάντηση στα μεγάλα υγειονομικά προβλήματα των πόλεων.

Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης και υγιεινής του μεγαλύτερου ποσοστού των κατοίκων των πόλεων, των εργατών δηλαδή, οδηγούσαν συχνά σε επιδημίες όπως πανώλη, χολέρα, δυσεντερία, τύφο, ευλογιά. Αλλά και τα χρόνια νοσήματα, όπως η φυματίωση, τα αφροδίσια, η λέπρα, ήταν σε έξαρση. Οι Υγιεινιστές προσπαθούσαν να βρουν λύσεις σε αυτά τα προβλήματα, και οι Παστεριανοί, αλλά και γενικότερα οι μικροβιολόγοι, καταδεικνύοντας πλέον τα μικρόβια ως αιτίες των ασθενειών, κατάφεραν να δώσουν έναν ''χειροπιαστό'' και καταπολεμήσιμο εχθρό.

Οι μικροβιολόγοι λοιπόν, συνέβαλλαν στη ''μεταμόρφωση'' των πόλεων του 19ου αιώνα, από εστίες μικροβίων και παράδεισο επιδημιών σε υγειονομικά ελεγχόμενα περιβάλλοντα. Κινούμενοι ανάμεσα στην ιατρική, την υγιεινή, τη βιολογία, τη χημεία, την κοινωνία, την πολιτεία αλλά και τη βιομηχανία, κατάφεραν ''να ανανεώσουν την ιατρική χωρίς ποτέ να θέσουν την ασθένεια ως αντικείμενο μελέτης, να ανανεώσουν την πολιτική και τη δημόσια υγεία χωρίς ποτέ να θέσουν τους φτωχούς ή τους κοινωνικά απόβλητους ως μονάδα ανάλυσης''.

ΤΟ ''ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΠΑΣΤΕΡ'' ΤΟΥ ΠΑΜΠΟΥΚΗ
Η πρώτη ''παραφωνία'' στην επίσημη ιστορία λοιπόν είναι αυτή του ιατρού - μικροβιολόγου Παναγιώτη Παμπούκη (Ακράτα 1858 - Αθήνα 1956). Ο Παμπούκης ήταν ένας από τους δύο γνωστούς Έλληνες μαθητές του Λουί Παστέρ. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στην Ιατρική Σχολή και εργάστηκε για σύντομο διάστημα στο Δημοτικό Νοσοκομείο Αθηνών. Το 1883 πήγε στο Παρίσι για περαιτέρω ειδίκευση, έχοντας εξασφαλίσει υποτροφία από τη Μονή Πετράκη. Αρχικά μαθήτευσε δίπλα στον καθηγητή Ιστολογίας Κορνίλ (André-Victor Cornil), γνωστό για τις σημαντικές συνεισφορές του στα πεδία της μικροβιολογίας, ιστολογίας και μικροανατομίας.

Έπειτα ενσωματώθηκε στο εργαστήριο του Παστέρ, όπου παρέμεινε για 2 χρόνια, με υποτροφία του Πανεπιστημίου Αθηνών αυτή τη φορά. Συνεργάστηκε με τον Παστέρ την περίοδο που δοκιμάστηκε για πρώτη φορά επιτυχώς σε άνθρωπο η αντιλυσσική θεραπεία που είχε εφεύρει ο Γάλλος επιστήμονας, και έτσι έζησε από κοντά όλον τον ενθουσιασμό της επιτυχίας, καθώς και την επακόλουθη έξαρση γενναιοδωρίας που οδήγησαν στη δημιουργία του Ινστιτούτου Παστέρ, στο Παρίσι. Ο ίδιος είχε μια αρκετά παραγωγική επιστημονική πορεία όσο βρισκόταν στη Γαλλία, και η εργασία του φαίνεται ότι ήταν αναγνωρισμένη από την ιατρική κοινότητα της εποχής και πολλά υποσχόμενη.

Το 1888, ο Παμπούκης έχοντας λάβει το «χρίσμα» του Παστεριανού, ως πρωτοπόρος της νέας επιστήμης της Μικροβιολογίας, επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα και προσπάθησε να δημιουργήσει ένα χώρο για την ανάπτυξη της μικροβιολογίας, όπως αντίστοιχα συνέβαινε στη Γαλλία και σε άλλες χώρες. Η πρώτη του κίνηση ήταν να προτείνει τη δημιουργία Εργαστηρίου Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η πρότασή του πραγματοποιήθηκε το 1889, και ο Παμπούκης ορίζεται διευθύνων επιμελητής. Το 1893 όμως παραιτήθηκε από το Πανεπιστήμιο για να ακολουθήσει ατομική πορεία, δημιουργώντας ιδιωτικό Μικροβιολογικό και Παθολογο-ανατομικό εργαστήριο.

Απώτερος σκοπός του ήταν η δημιουργία ενός λυσσιατρείου, σύμφωνα με τα πρότυπα του Ινστιτούτου Παστέρ. Είχε πραγματοποιήσει σχετικά διαβήματα προς το Υπουργείο Εσωτερικών ήδη από το 1891, προσκομίζοντας και κατάλληλο πιστοποιητικό από το Ινστιτούτο Παστέρ. Μάλιστα, αναφέρεται ότι το Γαλλικό ίδρυμα είχε εφοδιάσει τον Παμπούκη, πέραν της βεβαίωσης, και με χρηματικό ποσό για την επιχορήγηση του εγχειρήματος. Η λύσσα στην Ελλάδα, παρότι δεν ήταν τόσο σημαντικό πρόβλημα σε σχέση με άλλες ασθένειες, όπως η φυματίωση ή η ελονοσία, ήταν πιο εξαπλωμένη από ό,τι στη Γαλλία και την Δ. Ευρώπη.

Μάλιστα, ο ίδιος ο Παστέρ τοποθετούσε την Ελλάδα ανάμεσα στις χώρες με την μεγαλύτερη εξάπλωση της νόσου. Ο ειδεχθής και σχεδόν βέβαιος θάνατος των θυμάτων της νόσου, ήταν σίγουρα ένας από τους λόγους που συνέβαλαν ώστε το Ελληνικό κράτος μεριμνούσε την αποστολή των λυσσόδηκτων Ελλήνων στη Γαλλία, για να υποβληθούν στη θεραπεία του Παστέρ, με δημόσια έξοδα. Η ανάγκη, λοιπόν, για ένα λυσσιατρείο στην Ελλάδα ήταν μάλλον εύλογη. Όμως, η προώθηση της διαδικασίας και η παραχώρηση σχετικής άδειας, απαιτούσε την έγκριση του Ιατροσυνεδρίου, που αποτελούσε το ανώτερο συμβουλευτικό όργανο του κράτους σε θέματα υγείας εκείνην την εποχή.

Το Ιατροσυνέδριο ωστόσο, δημιουργούσε κωλύματα στον Παμπούκη, καθώς καθυστερούσε να πάρει απόφαση και επιπλέον ζήτησε από τον Παμπούκη τη διεξαγωγή πειραμάτων επίδειξης της μεθόδου, μολονότι υπήρχε η αντίστοιχη βεβαίωση από το Ινστιτούτο Παστέρ. Ο Παμπούκης ολοκλήρωσε με επιτυχία τα πειράματα, και το Ιατροσυνέδριο, προκειμένου να δικαιολογήσει την απροθυμία του να αποφανθεί για το Λυσσιατρείο του Παμπούκη, ανακοίνωσε επίσημα στον Τύπο, ότι η υπόθεση έχρηζε μελέτης. Θεωρούσαν ότι ένα τέτοιο ίδρυμα είναι καλύτερο να έχει δημόσιο χαρακτήρα, παρά να παραχωρηθεί σε μια ''ιδιωτική επιχείρηση''.

Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της δημόσιας υγείας στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο, συμπεραίνει κανείς ότι πίσω από τέτοιου είδους δηλώσεις κρύβεται κάτι παραπάνω. Τα μέλη του Ιατροσυνέδριου γνώριζαν καλά τη δυναμική που έφερνε ο τίτλος του λυσσιατρείου, καθώς και τις μεγάλες δωρεές που είχε αποσπάσει το λυσσιατρείο του Παστέρ, το μετέπειτα Ινστιτούτο Παστέρ. Για αυτούς τους λόγους, κάποιοι από αυτούς προσπάθησαν να σταματήσουν τον Παμπούκη, ενώ άλλοι συνεργάστηκαν μαζί του. Για παράδειγμα, δύο από τους ιατρούς της επιτροπής του Ιατροσυνεδρίου που παρακολούθησαν τα πειράματα, ο Πιλάβιος και ο Χατζιμιχάλης, έλαβαν αργότερα διοικητικές θέσεις στο ινστιτούτο του Παμπούκη.

Τελικά ο Παμπούκης προχώρησε στην ίδρυση του Λυσσιατρείου, τον Αύγουστο του 1894, χωρίς την επίσημη έγκριση της πολιτείας, αλλά με την ομόφωνη στήριξη και προβολή του Αθηναϊκού Τύπου. Η μία μετά την άλλη, οι εφημερίδες χαιρέτησαν την πρωτοβουλία Παμπούκη, και μάλιστα κατέκριναν την αδιαφορία του κράτους που δεν μερίμνησε σχετικά. Όταν δε το Ιατροσυνέδριο με ανακοίνωσή του εξέφρασε τη δυσφορία του για την κίνηση του Παμπούκη, οι εφημερίδες κατακεραύνωσαν τα μέλη του Ιατροσυνεδρίου και ουσιαστικά στήριξαν τον Παμπούκη. Είναι μάλιστα τέτοια η αντίδραση του Τύπου, ώστε ο Παμπούκης προέβει σε ανακοίνωση ευχαριστίας, δηλώνοντας παράλληλα τη δωρεάν θεραπεία των απόρων λυσσόδηκτων.