Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!



Το κύριο έργο των ερευνητών επικεντρώθηκε στο να καταλάβουν και να εξηγήσουν αυτόν τον τόσο ενθουσιώδη «Έλληνα» που ήταν τόσο πεπεισμένος για το δίκαιο και την επιτυχία της προσπάθειάς του, ώστε να αποφασίσει -προς τα τέλη τού 4ου αιώνα- να αποκαταστήσει και να αναζωογονήσει την ειδωλολατρία, κάνοντάς την βάση της θρησκευτικής ζωής της Αυτοκρατορίας. Ο Ιουλιανός έχασε πολύ μικρός τους γονείς του. Η μητέρα του πέθανε λίγους μήνες μετά τη γέννησή του, ενώ ο πατέρας του πέθανε όταν ο Ιουλιανός ήταν έξι ετών. Η αγωγή του υπήρξε πολύ καλή, εκείνος δε που τον επηρέασε περισσότερο, ήταν ο δάσκαλός του Μαρδόνιος -ειδικός στην Ελληνική φιλολογία και φιλοσοφία- ο οποίος είχε διδάξει Όμηρο και Ησίοδο τη μητέρα του Ιουλιανού.

Ενώ ο Μαρδόνιος δίδασκε τον Ιουλιανό κλασική φιλολογία, ένας Χριστιανός κληρικός, πιθανόν ο Επίσκοπος Νικομηδείας -αργότερα Επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως- Ευσέβιος, τον εισήγαγε στη μελέτη των Γραφών. Έτσι, όπως αναφέρει ένας ιστορικός, ο Ιουλιανός μυήθηκε σε δύο διαφορετικής μορφής διδασκαλίες, που βάδιζαν η μία κοντά στην άλλη χωρίς να αλληλοεπηρεάζονται. Ο Ιουλιανός βαπτίστηκε μικρός, πράγμα το οποίο ο ίδιος ονόμαζε, αργότερα, εφιάλτη, τον οποίο έπρεπε να ξεχάσει. Τα πρώτα του χρόνια ο Ιουλιανός τα πέρασε μέσα σε φόβους και ανησυχίες.

Ο Κωνστάντιος, θεωρώντας τον ως έναν πιθανό αντίπαλο και υποψιαζόμενος ότι ίσως είχε βλέψεις στον θρόνο, άλλοτε τον κρατούσε, σαν σε εξορία, μακριά από την πρωτεύουσα, στις επαρχίες, και άλλοτε τον κρατούσε στην πρωτεύουσα για να τον έχει υπό τον έλεγχό του. Ξέροντας καθετί το σχετικό με τη σφαγή των μελών της οικογένειάς του, που είχαν θανατωθεί ύστερα από εντολή του Κωνσταντίου, ο Ιουλιανός φοβόταν πολύ για τη ζωή του. Ο Κωνστάντιος τον ανάγκασε να μείνει λίγα χρόνια στην Καππαδοκία, όπου συνέχισε τη μελέτη των αρχαίων συγγραφέων, υπό την καθοδήγηση τού Μαρδονίου - που τον συνόδευε - και όπου γνώρισε ακόμη καλύτερα τη Βίβλο.

Αργότερα ο Κωνστάντιος έφερε τον Ιουλιανό πρώτα στην Κωνσταντινούπολη και κατόπιν στη Νικομήδεια, όπου συνέχισε τις σπουδές του εκδηλώνοντας, εκεί, για πρώτη φορά τη μεγάλη του κλίση προς την ειδωλολατρία. Την εποχή αυτή δίδασκε στη Νικομήδεια ο Λιβάνιος, ο μεγαλύτερος διδάσκαλος ρητορικής της εποχής, ο οποίος υπήρξε ένας αληθινός ηγέτης του Ελληνισμού, που αρνήθηκε να σπουδάσει Λατινικά, περιφρονώντας τα. Καταφρονούσε τον Χριστιανισμό, αποδίδοντας τη λύση όλων των προβλημάτων στον Ελληνισμό. Ο ενθουσιασμός του για την ειδωλολατρία δεν είχε όρια και τα μαθήματά του είχαν κατακτήσει στη Νικομήδεια το ευρύ κοινό.


Όταν ο Κωνστάντιος αποφάσισε να στείλει τον Ιουλιανό στη Νικομήδεια, κατάλαβε ίσως την πιθανή επιρροή που θα είχαν πάνω στον νεαρό σπουδαστή τα ενθουσιώδη μαθήματα του Λιβανίου και γι' αυτό τού απαγόρευσε να παρακολουθεί τον φημισμένο διδάσκαλο. Ο Ιουλιανός δεν παράκουσε, τυπικά, την Αυτοκρατορική εντολή, αλλά μελετούσε τα γραπτά του Λιβανίου, συζητούσε τα μαθήματά του με εκείνους που τα παρακολουθούσαν και υιοθέτησε τόσο πολύ το ύφος και τον τρόπο γραφής του μεγάλου διδασκάλου, ώστε αργότερα χαρακτηριζόταν ως μαθητής του. Στη Νικομήδεια, επίσης, ο Ιουλιανός μελέτησε με ενθουσιασμό τις νεοπλατωνικές διδασκαλίες.

Οι οποίες, την εποχή εκείνη, προσπαθούσαν να διαβλέψουν το μέλλον καλώντας, με τυπικές επωδές, όχι μόνο νεκρούς ανθρώπους, αλλά και θεούς (θεουργία). Ο πολυμαθής φιλόσοφος Μάξιμος ο Εφέσιος, επηρέασε πολύ, στο ζήτημα αυτό, τον Ιουλιανό. Αφού επέζησε, κατά την επικίνδυνη περίοδο του θανάτου του αδελφού του Γάλλου, ο οποίος θανατώθηκε βάσει διαταγής του Κωνσταντίου, ο Ιουλιανός κλήθηκε στα Μεδιόλανα και κατόπιν εξορίστηκε στην Αθήνα. Η πόλη αυτή, φημισμένη για το ένδοξό της παρελθόν, την εποχή εκείνη ήταν μια ήσυχη επαρχιακή πόλη, στην οποία είχε απομείνει η φημισμένη της Σχολή για να θυμίζει τις παλιές ένδοξες μέρες της.

Η διαμονή του Ιουλιανού στην Αθήνα υπήρξε πολύ ενδιαφέρουσα. Αργότερα, σε μια από τις επιστολές του, «Θυμάται με μεγάλη ευχαρίστηση τους κήπους και τα περίχωρα των Αθηνών, τους μύρτους της και το ταπεινό σπίτι του Σωκράτη». Πολλοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αθήνα, ο Ιουλιανός είχε μυηθεί, από έναν ιεροφάντη, στα μυστήρια της Ελευσίνας. Το γεγονός αυτό, κατά τον Μπουασιέ, υπήρξε ένα είδος νέου βαπτίσματος. Μερικοί επιστήμονες όμως αμφιβάλλουν αν πράγματι ο Ιουλιανός στράφηκε προς τα Ελευσίνια Μυστήρια.

Το 355 ο Κωνστάντιος ονόμασε τον Ιουλιανό Καίσαρα, τον πάντρεψε με την αδελφή του Ελένη και τον έστειλε αρχηγό του στρατού της Γαλατίας για να βοηθήσει στην εκστρατεία εναντίον των Γερμανών που προχωρούσαν ερημώνοντας τη χώρα, καταστρέφοντας τις πόλεις και σκοτώνοντας τους ανθρώπους. Ο Ιουλιανός έφερε εις πέρας την αποστολή του, σώζοντας τη Γαλατία και νικώντας τους Γερμανούς κοντά στο Αργεντόρατο (σημερινό Στρασβούργο). Έδρα του Ιουλιανού στη Γαλατία ήταν η Λουτέτια (Lutetia Parisiorum, το σημερινό Παρίσι). Την εποχή αυτή, το Παρίσι ήταν μια μικρή πόλη σε ένα νησί του Σηκουάνα, το οποίο ακόμη ονομάζεται La Cite (Civitas), μια πόλη, η οποία επικοινωνούσε με ξύλινα γεφύρια και με τις δύο όχθες του ποταμού.

Στην αριστερή πλευρά του Σηκουάνα ήταν το παλάτι, που πιθανόν είχε κατασκευάσει ο Κωνστάντιος ο Χλωρός και του οποίου τα ερείπια φαίνονται ακόμα, στο Παρίσι, κοντά στο μουσείο Κλυνύ (CJuny). Ο Ιουλιανός είχε διαλέξει το παλάτι αυτό ως τόπο διαμονής του, γιατί αγαπούσε πολύ την Λουτέτια, την οποία σε ένα από τα έργα του αποκαλεί «Πολυαγαπημένη Λουτέτια». Ο Ιουλιανός κατόρθωσε να απωθήσει τους Γερμανούς πέραν του Ρήνου. ''Τρεις φορές -γράφει- ενώ ήμουν ακόμη Καίσαρ, διέσχισα τον Ρήνο, παίρνοντας πίσω είκοσι χιλιάδες αιχμαλώτους. Τώρα, με τη βοήθεια των θεών, έχω πάρει πίσω όλες τις πόλεις, ενώ την εποχή εκείνη είχα ήδη ανακαταλάβει σχεδόν σαράντα από αυτές''.

Ο Ιουλιανός είχε κατορθώσει να εμπνεύσει στον στρατό του την αγάπη και τον θαυμασμό. Ο Κωνστάντιος όμως έβλεπε με καχυποψία και φθόνο τις επιτυχίες του Ιουλιανού και, ενώ πολεμούσε τους Πέρσες, ζήτησε να του σταλούν ενισχύσεις από τον στρατό της Γαλατίας. Οι στρατιώτες όμως της Γαλατίας επαναστάτησαν και ανακήρυξαν τον Ιουλιανό Αύγουστο. Ο νέος Αύγουστος ζήτησε από τον Κωνστάντιο να αναγνωρίσει το γεγονός, αλλά εκείνος αρνήθηκε. Ο εμφύλιος πόλεμος φαινόταν αναπόφευκτος, αλλά, την κρίσιμη αυτή στιγμή, πέθανε ο Κωνστάντιος και ο Ιουλιανός, το 361, έγινε Αυτοκράτορας όλης της Αυτοκρατορίας.

Οι οπαδοί και οι εκλεκτοί του Κωνσταντίου καταδικάστηκαν σε σκληρές τιμωρίες και υπέστησαν διωγμούς, τους οποίους υποκινούσε ο νέος Αυτοκράτορας. Ο Ιουλιανός υπήρξε από πολύ καιρό ενθουσιώδης οπαδός της ειδωλολατρίας, αλλά ήταν αναγκασμένος να κρύβει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις μέχρις ότου πέθανε ο Κωνστάντιος. Όταν όμως έγινε κύριος της Αυτοκρατορίας, αποφάσισε να πραγματοποιήσει το όνειρό του της αποκατάστασης της εκλεκτής του θρησκείας και, από τις πρώτες εβδομάδες, μετά την άνοδό του στον θρόνο, εξέδωσε ένα διάταγμα που εξυπηρετούσε τα σχέδιά του. Ο ιστορικός Αμμιανός Μαρκελλίνος περιγράφει την περίοδο αυτή ως εξής:

«Αν και από τα νιάτα του ο Ιουλιανός έτεινε προς τη λατρεία των Θεών και, μολονότι, βαθμιαίως, μεγαλώνοντας, γινόταν πιο θερμός λάτρης τους, εν τούτοις βρισκόταν κάτω από την επιρροή ορισμένων φόβων που τον ανάγκαζαν να χειρίζεται το ζήτημα αυτό όσο μπορούσε πιο μυστικά. Αλλά όταν οι φόβοι του έπαψαν να υπάρχουν και κατάλαβε ότι ήταν ελεύθερος να κάνει ό,τι τον ευχαριστούσε, φανέρωσε όλες τις κρυφές του τάσεις και με σαφές διάταγμα, έδωσε εντολή ν' ανοίξουν οι ναοί και ν' αρχίσουν οι θυσίες στους Θεούς».

Το διάταγμα αυτό δεν εξέπληξε κανέναν, γιατί όλοι γνώριζαν την κλίση του Ιουλιανού προς την ειδωλολατρία. Η χαρά των ειδωλολατρών υπήρξε απερίγραπτη, γιατί, γι' αυτούς, η αποκατάσταση της ειδωλολατρίας δεν σήμαινε θρησκευτική ελευθερία μόνο, αλλά και θρησκευτική νίκη συγχρόνως. Την εποχή που ανέβηκε ο Ιουλιανός στον θρόνο δεν υπήρχε ούτε ένας ειδωλολατρικός ναός στην Κωνσταντινούπολη και εφόσον ήταν αδύνατο ν' ανεγερθούν σύντομα ναοί, ο Αυτοκράτορας προσέφερε τις θυσίες του στη Βασιλική, που ήταν προορισμένη για συνέδρια και η οποία είχε διακοσμηθεί -από την εποχή τού Μεγάλου Κωνσταντίνου- με το Άγαλμα της Τύχης.

Όπως αναφέρει ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωζομενός, στη Βασιλική αυτή έλαβε χώρα το εξής περιστατικό: Ένας γέρος τυφλός, που τον οδηγούσε ένα παιδί, πλησίασε τον Αυτοκράτορα και, μπροστά σε όλους, τον αποκάλεσε άθρησκο, άθεο και αποστάτη. Ο Ιουλιανός τότε απάντησε: «Είσαι ένας τυφλός και ο Γαλιλαίος Θεός σου δεν θα σε θεραπεύσει». Ο γέροντας όμως είπε: ''Ευχαριστώ τον Θεό για την τύφλωσή μου, γιατί αυτή μ' εμποδίζει να βλέπω την ασέβειά σου''. Ο Ιουλιανός αδιαφόρησε για τα τολμηρά λόγια τού τυφλού και συνέχισε την προσφορά των θυσιών. Έχοντας σκοπό να αναζωογονήσει την ειδωλολατρία ο Ιουλιανός είχε πλήρη επίγνωση τού ότι ήταν αδύνατο να την αναστήσει στην παλιά της, καθαρά υλιστική, μορφή.