Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!




Έτσι η Αντιόχεια δεν ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις της εορτής. Παρόμοια όμως περιστατικά ενίσχυσαν το μίσος του Ιουλιανού κατά των Χριστιανών. Ο θυμός του μεγάλωσε, όταν, ξαφνικά, έπιασε φωτιά ο ναός της Δάφνης. Φυσικά όλοι υποπτεύθηκαν ότι οι Χριστιανοί έβαλαν φωτιά στον ναό. Τρομερά εξοργισμένος για το έγκλημα αυτό ο Ιουλιανός, διέταξε -για τιμωρία των Χριστιανών- να κλεισθεί ο κεντρικός ναός τους στην Αντιόχεια, ο οποίος αμέσως λεηλατήθηκε και βεβηλώθηκε. Το ίδιο πράγμα έγινε και σε πολλές άλλες πόλεις. Η κατάσταση γινόταν πολύ σοβαρή, γιατί οι, Χριστιανοί -με τη σειρά τους- κατέστρεφαν τα ομοιώματα των Θεών.

Μερικοί από τους ηγέτες των Χριστιανών οδηγήθηκαν στο μαρτύριο και αναρχία επικρατούσε στην Αυτοκρατορία. Την άνοιξη τού 363 ο Ιουλιανός άφησε την Αντιόχεια και έλαβε μέρος στην εκστρατεία κατά των Περσών, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά από ακόντιο και να πεθάνει μόλις μεταφέρθηκε στη σκηνή του. Κανείς δεν ήξερε ποιος ακριβώς χτύπησε τον Αυτοκράτορα, πολλές δε εκδοχές κυκλοφόρησαν αργότερα. Μία από αυτές, φυσικά, ήταν η πιθανότητα ότι ο Ιουλιανός σκοτώθηκε από τους Χριστιανούς. Οι Χριστιανοί ιστορικοί πάντως αναφέρουν τον γνωστό θρύλο ότι ο Αυτοκράτορας πέταξε λίγο από το αίμα της πληγής του στον αέρα, φωνάζοντας: «Νενίκηκας, ω Ναζωραίε».

Οι στρατηγοί και οι στενοί του φίλοι μαζεύτηκαν γύρω από τον ετοιμοθάνατο Αυτοκράτορα -στη σκηνή του-, όπου ο Ιουλιανός τους απηύθυνε το αποχαιρετιστήριό του μήνυμα, το οποίο σώζεται στα κείμενα του Αμμιανού Mαρκελλίνoυ. Προβλέποντας, με φιλοσοφική γαλήνη, τον θάνατό του, ο Αυτοκράτορας απολογήθηκε για τη ζωή του και τις πράξεις του και, αισθανόμενος ότι τον άφηναν οι δυνάμεις του, εξέφρασε την ελπίδα ότι ένας καλός ηγεμόνας θα βρισκόταν για να τον αντικαταστήσει, χωρίς, ωστόσο, να ονομάσει κανέναν διάδοχό του. Όταν όμως κατάλαβε ότι όλοι, όσοι ήταν γύρω του, έκλαιγαν, τους επέπληξε με το ηγεμονικό του ύφος -το οποίο δεν τον είχε ακόμη εγκαταλείψει- λέγοντάς τους ότι ήταν εξευτελιστικό να θρηνούν έναν Αυτοκράτορα, που είχε ήδη ενωθεί με τα αστέρια και τον ουρανό.

Πέθανε τα μεσάνυχτα της 26ης Ιουνίου του 363, σε ηλικία τριάντα δύο ετών. Ο Λιβάνιος παρομοίασε τον θάνατο του Ιουλιανού με τον θάνατο του Σωκράτη. Ο στρατός ανακήρυξε Αυτοκράτορα τον αρχηγό της Φρουράς της Αυλής, Ιοβιανό, έναν Χριστιανό πιστό στο Σύμβολο της Πίστεως της Νικαίας. Πιεζόμενος από τον βασιλιά της Περσίας, ο Ιοβιανός αναγκάστηκε να υπογράψει ένα σύμφωνο ειρήνης, το οποίο παραχωρούσε στην Περσία αρκετές επαρχίες της ανατολικής όχθης του Τίγρη. Ο θάνατος τού Ιουλιανού χαιρετίστηκε από τους Χριστιανούς, των οποίων οι συγγραφείς τον ονομάζουν «δράκο», «Ηρώδη», «Ναβουχοδονόσορα» και «τέρας».

Εν τούτοις όμως ετάφη στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, μέσα σε μια σαρκοφάγο από πορφυρίτη. Ο Ιουλιανός άφησε αρκετά συγγράμματά του που μας δίνουν την ευκαιρία να τον γνωρίσουμε καλύτερα. Κέντρο των θρησκευτικών του πεποιθήσεων υπήρξε η λατρεία του ηλίου, που ήταν καρπός της λατρείας του θεού Μίθρα και των ιδεών ενός εκφυλισμένου Πλατωνισμού. Από τα παιδικά του χρόνια ο Ιουλιανός αγαπούσε τη φύση και ειδικότερα τον ουρανό. Στους λόγους του ''Εις τον Βασιλέα Ήλιον'' που αποτελούν την κύρια πηγή από την οποία αντλούμε πληροφορίες για τη θρησκευτική του φιλοσοφία.

Γράφει ότι από τα μικρά του χρόνια είχε εισχωρήσει βαθιά μέσα στην ψυχή του μια εξαιρετική επιθυμία για τις ακτίνες του Θείου πλανήτη. Δεν του άρεσε δε να ατενίζει προσεκτικά μόνο τον ήλιο, κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά, τις ξάστερες βραδιές, άφηνε το καθετί -χωρίς καμιά εξαίρεση- για ν' αφιερωθεί στον θαυμασμό της ομορφιάς του ουρανού. Απορροφημένος στους στοχασμούς του, δεν άκουγε όταν του μιλούσαν και, μερικές φορές, δεν είχε συνείδηση του τι έκανε και ο ίδιος. Σύμφωνα με τη μάλλον σκοτεινή περιγραφή που ο ίδιος ο Ιουλιανός κάνει στις θρησκευτικές του θεωρίες, η θρησκευτική του φιλοσοφία συνίστατο στην πίστη ότι υπάρχουν τρεις κόσμοι με μορφή ήλιων.

Ο πρώτος ήλιος είναι ο υπέρτατος ήλιος, η ιδέα του σύμπαντος, το πνευματικά νοητό σύμπαν, που αποτελεί την ενσάρκωση της απόλυτης αλήθειας και το βασίλειο των ύψιστων αρχών και των πρώτων αιτίων. Ο ορατός κόσμος και ο ορατός ήλιος, δηλαδή ο υλικός κόσμος, αποτελεί μια απλή αντανάκλαση -και μάλιστα όχι άμεση- του άλλου κόσμου. Ανάμεσα σ' αυτούς τους δύο κόσμους, τον νοητό δηλαδή και τον υλικό, υπάρχει ο νοερός κόσμος, που έχει τον δικό του ήλιο. Έτσι σχηματίζεται μια τριάδα ηλίων, ο νοητός, ο νοερός και ο υλικός. Ο νοερός κόσμος αποτελεί μια αντανάκλαση του νοητού και με την σειρά του λειτουργεί ως υπόδειγμα για τον υλικό κόσμο.

Ο οποίος, κατ' αυτόν τον τρόπο, είναι αντανάκλαση κάποιας άλλης αντανάκλασης, μια κατώτερη δηλαδή αναπαραγωγή του απόλυτου προτύπου. Ο υπέρτατος ήλιος είναι απρόσιτος στον άνθρωπο, ενώ ο φυσικός ήλιος είναι πολύ υλικός και για τούτο ακατάλληλος για θεοποίηση. Επομένως ο Ιουλιανός συγκέντρωσε όλη του την προσοχή στον κεντρικό, νοερό ήλιο, τον οποίο λάτρευε, ονομάζοντάς τον «Βασιλέα Ήλιο». Παρά τον ενθουσιασμό του ο Ιουλιανός ήξερε ότι η αποκατάσταση της ειδωλολατρίας θα αντιμετώπιζε πολλές δυσκολίες. Σε μια επιστολή του αναφέρει σχετικά ότι: «Χρειάζεται να με βοηθήσουν πολλοί για να μπορέσω να ανορθώσω ό,τι γκρεμίστηκε σε μέρες πονηρές».

Εκείνο που ο Ιουλιανός δεν κατάλαβε, ήταν ότι η ξεπεσμένη ειδωλολατρία δεν μπορούσε πια v' ανορθωθεί, γιατί ήταν νεκρή, και ότι οι προσπάθειές του ήταν καταδικασμένες σε αποτυχία. Όπως λέει ο Μπουασιέ, «Τα σχέδιά του προορίζονταν να ναυαγήσουν, γιατί ο κόσμος δεν είχε να χάσει τίποτε από την αποτυχία τους». Ο Γκέφκεν τονίζει ότι «ο ενθουσιώδης αυτός φίλος του Ελληνισμού, είναι κατά το ήμισυ Ανατολίτης και Πρωτοβυζαντινός», ενώ ένας άλλος βιογράφος του λέει ότι:

«Ο Ιουλιανός παρουσιάζεται στον ορίζοντα σαν ένα φευγαλέο και φωτεινό σημάδι, πίσω από το οποίο είχε ήδη εξαφανιστεί το αστέρι της Ελλάδος, της χώρας εκείνης δηλαδή, την οποία ο Αυτοκράτορας θεώρησε ως Ιερό Τόπο του πολιτισμού. Τη μητέρα του καλού και του ωραίου, της Ελλάδος, την οποία ονόμαζε με υιική αφιέρωση και ενθουσιασμό, μοναδική του πατρίδα».


Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 4ου ΑΙΩΝΑ

Ο ΜΕΓΑΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του διαδόχου τού Ιουλιανού, Ιοβιανού (363 - 364) -οπαδού του Συμβόλου της Νικαίας- ο Χριστιανισμός αποκαταστάθηκε στη θέση που τού ανήκε, χωρίς αυτό να έχει ως αποτέλεσμα διωγμούς των ειδωλολατρών. Ο Ιοβιανός ήθελε να αποκαταστήσει σε όλη την Αυτοκρατορία την τάξη εκείνη που επικρατούσε πριν από τον Ιουλιανό και για τούτο έδωσε πλήρη θρησκευτική ελευθερία. Επέτρεψε στους ειδωλολάτρες ν' ανοίξουν τους ναούς τους και να συνεχίσουν την προσφορά θυσιών και, παρά την προσκόλλησή του στο Σύμβολο της Νικαίας, δεν έλαβε κανένα μέτρο εναντίον των άλλων θεολογικών τάσεων. Οι Χριστιανοί εξόριστοι γύρισαν πίσω και το λάβαρο έγινε πάλι η σημαία του στρατού.

Ο Ιοβιανός βασίλευσε λίγους μήνες μόνο, αλλά η εκ μέρους του αντιμετώπιση των εκκλησιαστικών υποθέσεων, έκανε μεγάλη εντύπωση στους συγχρόνους του. Ο Αρειανός ιστορικός του 5ου αιώνα Φιλοστόργιος, παρατηρεί ότι «Ο Αυτοκράτορας Ιοβιανός αποκατέστησε την παλαιά τάξη πραγμάτων για όλες τις Εκκλησίες, απελευθερώνοντάς τες από τους ενοχλητικούς διωγμούς που είχε επιβάλλει ο Αποστάτης». Ο Ιοβιανός πέθανε ξαφνικά τον Φεβρουάριο του 364, και αντικαταστάθηκε από τους αδελφούς Βαλεντινιανό Α' (364 - 375) και Ουάλη (364 - 378), οι οποίοι μοιράστηκαν τη διοίκηση της Αυτοκρατορίας. Ο Βαλεντινιανός ανέλαβε το δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας και ο Ουάλης το Ανατολικό.