Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!



Ο πρώτος πίστευε στην υπεροχή του Κράτους, ενώ ο δεύτερος επέμενε ότι η Εκκλησία δεν έπρεπε ποτέ να υποταχθεί σε μια κοσμική εξουσία. Η διαμάχη μεταξύ του Αυτοκράτορα και του Αμβροσίου είχε ως κύριά της αφορμή τις σφαγές της Θεσσαλονίκης. Στην πλούσια και μεγάλη αυτή πόλη είχε εγκατασταθεί μεγάλος αριθμός Γερμανών στρατιωτών, με αρχηγό έναν πολύ αγενή και ανίκανο διοικητή, που δεν προσπαθούσε καθόλου να εμποδίσει τις βίαιες πράξεις των στρατιωτών του. Οι κάτοικοι της πόλεως, ερεθισμένοι από τις προβολές των Γερμανών, επαναστάτησαν και σκότωσαν τελικά τους αξιωματικούς τους και πολλούς στρατιώτες.

Ο Θεοδόσιος, που εκτιμούσε πολύ τους Γερμανούς, τιμώρησε τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης, δίχως να κάνει διάκριση φύλου ή ηλικίας, με μια αιματηρή σφαγή. Η τρομερή όμως αυτή πράξη δεν έμεινε ατιμώρητη. Ο Αμβρόσιος αφόρισε τον Θεοδόσιο, ο οποίος, παρά την δύναμή του, αναγκάστηκε ν' αναγνωρίσει δημόσια το σφάλμα του και να εκτελέσει, ταπεινά, την τιμωρία που του επέβαλε ο Επίσκοπος, ο οποίος του απαγόρευσε να φοράει τα Αυτοκρατορικά εμβλήματα κατά τη διάρκεια της εξιλεώσεως. Παραλλήλως με τον χωρίς οίκτο αγώνα του κατά των αιρετικών, ο Θεοδόσιος έπληξε αποφασιστικά και τους ειδωλολάτρες.


Αρκετά διατάγματα απαγόρευαν την προσφορά θυσιών και την επίσκεψη στους ναούς, με αποτέλεσμα να κλείσουν πολλοί ειδωλολατρικοί ναοί, από τους οποίους ορισμένοι χρησιμοποιήθηκαν για να στεγάσουν διοικητικές υπηρεσίες, ενώ άλλοι καταστράφηκαν ολοσχερώς αφού, προηγουμένως, ο φανατισμένος όχλος λεηλάτησε τους πλούσιους καλλιτεχνικούς θησαυρούς τους. Η πιο σημαντική ενέργεια του όχλου υπήρξε η καταστροφή του ναού του Σαράπιδος, το Σαραπείον, που αποτελούσε το κέντρο της ειδωλολατρίας στην Αλεξάνδρεια. Το τελευταίο διάταγμα εναντίων των ειδωλολατρών, το οποίο απαγόρευε κάθε θρησκευτική τους εκδήλωση, κυκλοφόρησε το 392.

Οι παραβάτες αυτού τού διατάγματος εθεωρούντο ένοχοι προσβολής κατά του Αυτοκράτορα και της θρησκείας και, ως εκ τούτου, άξιοι για τις πιο βαριές τιμωρίες. Το διάταγμα αυτό χαρακτηρίζει την παλιά θρησκεία ως «ειδωλολατρική δεισιδαιμονία» (gentίlicia superstitio). Ένας ιστορικός ονομάζει το διάταγμα του 392, το οποίο αποτελεί την τελευταία ενέργεια του Θεοδοσίου εναντίον των ειδωλολατρών της Ανατολής, «επικήδειο ύμνο».

Στη Δύση αναφέρεται ένα πολύ χαρακτηριστικό επεισόδιο που συνέβη κατά τη διάρκεια του αγώνα του Γρατιανού, του Βαλεντινιανού Β' και του Θεοδοσίου κατά των ειδωλολατρών και με επίκεντρο την απομάκρυνση του βωμού της Νίκης -ο οποίος είχε απομακρυνθεί από τη Σύγκλητο κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου για να επανέλθει στη θέση του επί Ιουλιανού- από τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο. Οι συγκλητικοί, οι οποίοι ήταν ακόμη κατά το ήμισυ ειδωλολάτρες, θεώρησαν την απομάκρυνση τού βωμού ως τελικό χτύπημα κατά της παλαιάς μεγαλοπρέπειας της Ρώμης και έστειλαν τον φημισμένο ειδωλολάτρη ρήτορα Σύμμαχο στον Αυτοκράτορα, για να τον παρακαλέσει για την επαναφορά του Βωμού στην Σύγκλητο.

Ο Θ. Ουσπένσκι, γράφοντας για την παράκληση αυτή του Συμμάχου -ο οποίος απέτυχε στην αποστολή του-, αναφέρει ότι η αίτηση αυτή υπήρξε «το κύκνειο άσμα μιας θνήσκουσας ειδωλολατρίας που δειλά και με θρήνους ζητούσε χάρη από τον νεαρό Αυτοκράτορα (Βαλεντινιανό Β'), μιας ειδωλολατρίας στην οποία οι μεν πρόγονοι του Αυτοκράτορα όφειλαν τη δόξα τους, η δε Ρώμη το μεγαλείο της». Το 393 έγιναν οι τελευταίοι Ολυμπιακοί Αγώνες, ενώ -μαζί με άλλα μνημεία της αρχαιότητας- το άγαλμα τού Δία -έργο του Φειδία- μεταφέρθηκε από την Ολυμπία στην Κωνσταντινούπολη.

Η θρησκευτική πολιτική τού Θεοδοσίου, επομένως, διέφερε πολύ από την τακτική των προκατόχων του, οι οποίοι, ενώ είχαν ιδιαίτερη προτίμηση σε μια Χριστιανική τάση ή στην ειδωλολατρία (όπως ο Ιουλιανός), ακολουθούσαν, μέχρις ενός σημείου, πολιτική ανοχής των άλλων θρησκευτικών ομάδων, δεδομένου ότι de iure υπήρχε πάντοτε κάποια θρησκευτική ισότητα. Ο Θεοδόσιος, όμως, αναγνωρίζοντας ως το μόνο νομικό σύμβολο πίστεως το Σύμβολο της Νικαίας, απαγόρευσε κάθε άλλη εκδήλωση είτε υπό μορφή χριστιανικής αιρέσεως, είτε υπό μορφή ειδωλολατρίας.

Ο Θεοδόσιος ήταν ένας από εκείνους τους Αυτοκράτορες που πίστευαν ότι η εξουσία τους μπορούσε να συμπεριλάβει την Εκκλησία και την θρησκευτική ζωή των υπηκόων τους. Σκοπός της ζωής του υπήρξε η δημιουργία μιας ενιαίας Εκκλησίας, που να δέχεται το Σύμβολο της Νικαίας, αλλά οι προσπάθειές του δεν πέτυχαν. Οι θρησκευτικές διαμάχες, αντί να (σταματήσουν, πολλαπλασιάστηκαν και εξαπλώθηκαν γρήγορα οδηγώντας -κατά τον 5ο αιώνα- την Εκκλησία σε μια θυελλώδη και γεμάτη από ταραχές ζωή. Σε ό,τι αφορά τους ειδωλολάτρες, εκεί, ο Θεοδόσιος πέτυχε έναν πλήρη θρίαμβο.

Υπήρχαν φυσικά ακόμη ειδωλολάτρες, αλλά μόνο ως άτομα ή μεμονωμένες οικογένειες μπορούσαν να λατρεύουν, κρυφά, την αγαπημένη τους θρησκεία, την οποία έβλεπαν να αργοπεθαίνει. Η περίφημη όμως Σχολή των Αθηνών -παρά τα διατάγματα του Θεοδοσίου- συνέχισε το έργο της, μεταδίδοντας τη γνώση της κλασικής φιλολογίας στους σπουδαστές της.

ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ (ΓΟΤΘΙΚΟ) ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ 4ου ΑΙΩΝΑ

Κατά τα τέλη του 4ου αιώνα, η Αυτοκρατορία είχε ν' αντιμετωπίσει το ζήτημα των Γότθων, το οποίο υπήρξε γι' αυτή το πιο οξύ πρόβλημα της εποχής εκείνης. Οι Γότθοι, οι οποίοι είχαν καταλάβει τις νότιες ακτές της Βαλτικής, κινήθηκαν, (στα τέλη του 2ου αιώνα, ακόμα νοτιότερα, προς την περιοχή της σημερινής νότιας Ρωσίας. Έφθασαν σχεδόν (στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και εγκαταστάθηκαν (στις μεταξύ του Δον και του Κάτω Δούναβη περιοχές. Ο Δνείστερος διαίρεσε τους Γότθους σε δύο φύλα: τους Γότθους της Ανατολής (Οστρογότθοι) και τους Γότθους της Δύσης (Βησιγότθοι). Όπως όλα τα Γερμανικά φύλα της εποχής εκείνης, οι Γότθοι ήταν Βάρβαροι, αν και στη νέα τους χώρα βρέθηκαν κάτω από πολύ ευνοϊκές συνθήκες.

Οι βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας, αρκετά πριν από την εποχή του Χριστιανισμού, είχαν καλυφθεί με πολύ πλούσιες Ελληνικές αποικίες οι οποίες είχαν έναν εξαιρετικά ανεπτυγμένο πολιτισμό, του οποίου η επίδραση, όπως αποδεικνύουν οι αρχαιολόγοι, έφτανε μακριά, μέχρι τον Βορρά. Την εποχή της καθόδου των Γότθων στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, η Κριμαία ήταν στα χέρια του πλούσιου και πολιτισμένου Βασιλείου του Βοσπόρου. Μέσω δε της επικοινωνίας τους με τον Βόσπορο και τις παλιές Ελληνικές αποικίες οι Γότθοι γνώρισαν τον κλασικό πολιτισμό των αρχαίων, ενώ συγχρόνως, λόγω της συνεχούς προωθήσεώς τους προς τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στη Βαλκανική Χερσόνησο, ήρθαν σε επαφή με τις τελευταίες εξελίξεις του πολιτισμού.

Αποτέλεσμα αυτών των επιδράσεων είναι το γεγονός ότι οι Γότθοι, όταν εμφανίστηκαν αργότερα στη Δυτική Ευρώπη, ήταν πολύ πιο πολιτισμένοι από όλα τα άλλα Γερμανικά φύλα, τα οποία παρουσιάστηκαν στη Δύση σε μια κατάσταση πλήρους βαρβαρισμού. Κατά τη διάρκεια του 3ου αιώνα, οι Γότθοι συγκέντρωσαν την προσοχή τους και τις ενέργειές τους σε δύο κατευθύνσεις: αφ' ενός προς τη θάλασσα και τις δυνατότητες που τους έδινε για τη λεηλασία των πόλεων που ήταν στις ακτές της και αφ' ετέρου προς τα νοτιοδυτικά, όπου οι Γότθοι αναπτύχθηκαν μέχρι τα σύνορα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας -στον Δούναβη - με αποτέλεσμα να έρθουν σ' επαφή με την Αυτοκρατορία.

Οι Γότθοι απέκτησαν πρώτα ένα κέντρο στις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας και, κατόπιν, τον 3ο μ.Χ. αιώνα, εισέβαλαν στο μεγαλύτερο μέρος της Κριμαίας και του βασιλείου του Βοσπόρου. Αργότερα έκαναν μερικές πειρατικές επιδρομές, χρησιμοποιώντας πλοία του Βοσπόρου και, επανειλημμένως, λεηλάτησαν τις πλούσιες ακτές του Καυκάσου και της Μικράς Ασίας. Ακολουθώντας τις δυτικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας μπήκαν στον Δούναβη και κατόπιν πέρασαν από τον Βόσπορο στην Προποντίδα, και μέσω του Ελλησπόντου (Δαρδανέλλια) στο Αρχιπέλαγος.