Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Β!


Ο Πειραιάς έπεσε στα χέρια των βαρβάρων, οι οποίοι όμως, ευτυχώς, δεν κατέστρεψαν την Αθήνα. Ο ειδωλολάτρης ιστορικός του 5ου αιώνα Ζώσιμος διηγείται τον θρύλο ότι ο Αλάριχος, ενώ πολιορκούσε τα τείχη των Αθηνών με τον στρατό του, είδε την Αθηνά Πρόμαχο οπλισμένη και τον ήρωα της Τροίας Αχιλλέα να στέκονται μπροστά στο τείχος. Η έκπληξη την οποία προκάλεσε στον Αλάριχο η εμφάνιση αυτή, υπήρξε μεγάλη και είχε ως αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί η ιδέα της επιθέσεως κατά των Αθηνών. Η Πελοπόννησος υπέφερε πολύ από την εισβολή των Γότθων, οι οποίοι λεηλάτησαν την Κόρινθο, το Άργος, τη Σπάρτη και πολλές άλλες πόλεις.

Ο Στιλίχων ανέλαβε να υπερασπισθεί την Ελλάδα και αποβιβάστηκε με τον στρατό του στον Κορινθιακό Κόλπο, στον Ισθμό, αποκόπτοντας έτσι την υποχώρηση του Αλάριχου, δια μέσου της Κεντρικής Ελλάδος. Ο Αλάριχος τότε στράφηκε προς τα βόρεια για να φτάσει, με μεγάλη δυσκολία, στην Ήπειρο. Ο Αυτοκράτορας Αρκάδιος δεν ντράπηκε να τιμήσει τον άνθρωπο που λεηλάτησε τις Ελληνικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας με τον στρατιωτικό τίτλο του Στρατηγού του Ιλλυρικού (Magister militum per Illyricum). Ύστερα από αυτό, ο Αλάριχος έπαψε να απειλεί το ανατολικό τμήμα τής Αυτοκρατορίας και στράφηκε κυρίως προς την Ιταλία.

Εκτός όμως από την απειλή των Γότθων στη Βαλκανική Χερσόνησο και την Ελλάδα, η επιρροή τους ήταν ιδιαιτέρως αισθητή από την εποχή του Μεγάλου Θεοδοσίου στην πρωτεύουσα, όπου οι Γερμανοί είχαν καταλάβει τις πιο αξιόλογες θέσεις του στρατού και της διοικήσεως. Όταν ανέβηκε στον θρόνο ο Αρκάδιος, οι Γερμανοί αποτελούσαν την πιο δυναμική πολιτική μερίδα της πρωτεύουσας με αρχηγό έναν από τους εκλεκτούς στρατηγούς του Αυτοκρατορικού στρατού, τον Γότθο Γαϊνά, ο οποίος συγκέντρωσε γύρω του στρατιώτες Γοτθικής προελεύσεως και αντιπροσώπους της τοπικής φιλο-γερμανικής κίνησης. Το αδύνατο όμως σημείο των Γερμανών υπήρξε το γεγονός ότι ήταν οπαδοί του Αρείου.

Δεύτερη σε δύναμη κατά την πρώτη περίοδο της βασιλείας του Αρκαδίου, ήταν η μερίδα του ισχυρού ευνούχου Ευτροπίου, ο οποίος είχε την υποστήριξη πολλών φιλόδοξων κολάκων, που ενδιαφέρονταν γι' αυτόν μόνο διότι είχε τη δυνατότητα να τους βοηθήσει να προωθήσουν τα προσωπικά τους συμφέροντα. Ο Γαϊνάς και ο Ευτρόπιος δεν μπορούσαν φυσικά να συνυπάρχουν, ειρηνικά, εφόσον συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλο για την κατάκτηση της εξουσίας. Εκτός όμως από αυτές τις δύο μερίδες, υπήρχε, κατά τους ιστορικούς, και τρίτη πολιτική μερίδα με εχθρικές διαθέσεις τόσο για τους Γερμανούς όσο και για τον Ευτρόπιο, και με μέλη συγκλητικούς, υπουργούς και την πλειονότητα του κλήρου.

Η μερίδα αυτή αντιπροσώπευε την εθνικιστική και θρησκευτική ιδεολογία, η οποία ήταν αντίθετη προς την συνεχώς αυξανόμενη επιρροή των ξένων και των βαρβάρων. Φυσικά, η μερίδα αυτή, της οποίας αρχηγός ήταν ο Αυρηλιανός, αρνήθηκε να δώσει την υποστήριξή της στον δόλιο και αρχομανή Ευτρόπιο. Πολλοί ήταν εκείνοι που είχαν πλήρη επίγνωση της απειλής των Γερμανών. Η ίδια δε η κυβέρνηση είχε συνείδηση τού κινδύνου. Ένα αξιόλογο κείμενο, το οποίο έχει διασωθεί, μας παρουσιάζει ζωηρά πώς ορισμένες κοινωνικές τάξεις αντέδρασαν στο Γερμανικό πρόβλημα.

Το κείμενο αυτό είναι ένας λόγος του Συνεσίου με τίτλο ''Η εξουσία του Αυτοκράτορα'' ή ''Περί Βασιλείας'', που δόθηκε ή διαβάστηκε στον Αρκάδιο. Ο Συνέσιος -καταγόμενος από την Κυρήνη της Β. Αφρικής- ήταν ένας πολύ μορφωμένος Νεοπλατωνικός που ασπάστηκε τον Χριστιανισμό. Το 399 μ.Χ. πήγε στην Κωνσταντινούπολη να παρακαλέσει τον Αυτοκράτορα να ελαττώσει τους φόρους της πόλης του και, αργότερα, όταν γύρισε στην πατρίδα του, έγινε επίσκοπος της Βορειοαφρικανικής Πτολεμαΐδoς. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Κωνσταντινούπολη ο Συνέσιος διαπίστωσε τη Γερμανική απειλή και συνέταξε τον λόγο του, ο οποίος, όπως τονίζει ένας ιστορικός, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως αντι-γερμανικό μανιφέστο της εθνικόφρονος μερίδας του Αυρηλιανού.

Ο Συνέσιος προειδοποιεί τον Αυτοκράτορα ότι οι βάρβαροι θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο, προκειμένου να αποκτήσουν την εξουσία και να γίνουν κύριοι των κατοίκων και ότι τότε οι άοπλοι πολίτες θα πρέπει να πολεμήσουν με ανθρώπους καλά εξασκημένους στην τέχνη το πολέμου. ''Πρέπει λοιπόν, πριν γίνει αυτό, να διωχθούν οι ξένοι από τις διοικητικές θέσεις και να στερηθούν το δικαίωμα συμμετοχής στη Σύγκλητο, γιατί ό,τι οι Ρωμαίοι θεωρούσαν στην αρχαιότητα ως κάτι το πολύ ανώτερο, έχει χάσει την αξία του εξαιτίας της επιρροής των ξένων.

Σχεδόν σε κάθε πλούσιο σπίτι -τονίζει ο Συνέσιος- βρίσκουμε έναν Σκύθη (Γότθο) σκλάβο, ενώ οι Γότθοι επίσης υπηρετούν ως μάγειροι ή οινοχόοι. Αλλά δεν είναι καταπληκτικό το γεγονός ότι ρυθμίζουν την πολιτική ζωή οι ίδιοι ξανθοί βάρβαροι, που στην ιδιωτική τους ζωή φορούν κάπες και είναι υπηρέτες; Ο Αυτοκράτορας πρέπει να ξεκαθαρίσει τον στρατό ακριβώς όπως ξεκαθαρίζουμε το σιτάρι από την ανεμίδα και από άλλα άχρηστα πράγματα, τα οποία μπορούν να καταστρέψουν τον καλό σπόρο. Ο πατέρας Σας -λέει στον Αυτοκράτορα- λόγω της ευσπλαχνίας Του δέχτηκε, με ευγένεια και συγκατάβαση, τους βαρβάρους και τους έκανε συμμάχους, δίνοντάς τους πολιτικά δικαιώματα και τιμές και χαρίζοντάς τους, γενναιόδωρα, χωράφια.

Αλλά οι βάρβαροι δεν είδαν τις πράξεις αυτές ως πράξεις ευγένειας, αλλά τις θεώρησαν δείγματα αδυναμίας μας και έγιναν πιο υπεροπτικοί και πιο κούφοι. Αυξάνοντας τον αριθμό των ντόπιων νεοσυλλέκτων και ενισχύοντας κατ' αυτόν τον τρόπο τον στρατό μας και το θάρρος μας, τακτοποιήστε τα πράγματα όπως πρέπει. Χρειάζεται επιμονή όταν έχει να κάνει κανείς με αυτούς τους ανθρώπους. Μια λύση υπάρχει, ή να αφήσετε τους βαρβάρους να καλλιεργούν τη γη, ακολουθώντας το παράδειγμα των αρχαίων Μεσσηνίων, οι οποίοι άφησαν τα όπλα και καλλιεργούσαν τη γη σαν σκλάβοι, για λογαριασμό των Λακεδαιμονίων, ή να τους στείλετε εκεί από όπου ήρθαν''.

Εκείνο που υποστήριζε ο Συνέσιος, αντιμετωπίζοντας την Γερμανική απειλή, ήταν η εκδίωξη των Γότθων από τον στρατό, ο σχηματισμός ενός εγχώριου στρατού και η εγκατάσταση των Γότθων ως απλών καλλιεργητών της γης. Για την περίπτωση που οι βάρβαροι δεν θα δέχονταν αυτό το σχέδιο, ο Συνέσιος προτείνει να διωχθούν οι Γότθοι από την Αυτοκρατορία και να σταλούν εκεί από όπου ήρθαν. Ο ισχυρότερος στρατηγός του Αυτοκρατορικού στρατού, ο Γότθος Γαϊνάς, δεν μπορούσε ν' ανεχθεί την αποκλειστικότητα της επιρροής του Ευτροπίου και, με την πρώτη ευκαιρία, εκδήλωσε τις διαθέσεις του.


Την εποχή αυτή οι Γότθοι της Φρυγίας, τους οποίους είχε εγκαταστήσει εκεί ο Μέγας Θεοδόσιος, επαναστάτησαν και λεηλατούσαν τη χώρα υπό την καθοδήγηση του αρχηγού τους Τριβιγίλδου. Ο Γαϊνάς, που είχε σταλεί να καταστείλει την επανάσταση, συμμάχησε με τον Τριβίγιλδο, νίκησε τον Αυτοκρατορικό στρατό και έγινε κύριος της καταστάσεως. Εν συνεχεία οι δύο Γότθοι αρχηγοί ζήτησαν από τον Αυτοκράτορα να καθαιρεθεί ο Ευτρόπιος -τον οποίο αντιπαθούσαν τόσο η σύζυγος του Αρκαδίου Ευδοξία όσο και η μερίδα τού Αυρηλιανού- και να παραδοθεί στα χέρια τους. Ο Αρκάδιος, υπό την πίεση των γεγονότων, αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να εξορίσει, το 399 μ.Χ., τον Ευτρόπιο.

Χωρίς όμως να ικανοποιήσει τους Γότθους, οι οποίοι επέμεναν να δικαστεί και να εκτελεστεί. Εν συνεχεία, ο Γαϊνάς ζήτησε από τον Αυτοκράτορα να επιτρέψει στους Αρειονόφρονες Γότθους να χρησιμοποιήσουν έναν ναό της πρωτεύουσας για τις λειτουργίες τους. Η πρότασή του αυτή όμως προκάλεσε, τη διαμαρτυρία του επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου Χρυσοστόμου, με αποτέλεσμα να μην επιμείνει ο Γαϊνάς ο οποίος ήξερε ότι, όχι μόνον ο λαός της πρωτεύουσας αλλά και η πλειονότητα όλης της Αυτοκρατορίας ήταν με το μέρος του επισκόπου. Αφού εξασφάλισαν ένα προπύργιο στην Κωνσταντινούπολη, οι Γότθοι έγιναν κύριοι της τύχης της Αυτοκρατορίας.

Ο Αρκάδιος και οι εγχώριοι κάτοικοι της πρωτεύουσας είχαν πλήρη επίγνωση τού κινδύνου, αλλά ο Γαϊνάς, παρά τις επιτυχίες του, αποδείχθηκε ανίκανος να κρατήσει την κυριαρχική του θέση στην Κωνσταντινούπολη. Ενώ έλειπε μακριά από αυτή, ξέσπασε μια ξαφνική επανάσταση, κατά τη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν πολλοί Γότθοι, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η επιστροφή του Γαϊνά στην πρωτεύουσα. Ο Αρκάδιος, παίρνοντας θάρρος από τη νέα εξέλιξη των πραγμάτων, έστειλε εναντίον του Γαϊνά τον πιστό του Γότθο Φραβίτα, ο οποίος νίκησε τον επαναστάτη τη στιγμή που προσπαθούσε να πάει. στη Μικρά Ασία.

Ο Γαϊνάς προσπάθησε να ξεφύγει στη Θράκη, αλλά εκεί έπεσε στα χέρια τού βασιλιά των Ούννων, ο οποίος του έκοψε το κεφάλι και το έστειλε δώρο στον Αρκάδιο. Έτσι αποκρούστηκε η απειλή χάρη στις προσπάθειες ενός Γερμανού, ο οποίος τιμήθηκε όπως έπρεπε για τη μεγάλη του υπηρεσία προς την Αυτοκρατορία. Το γοτθικό πρόβλημα αντιμετωπίστηκε αποτελεσματικά στις αρχές του 5ου αιώνα με ευνοϊκό για το κράτος αποτέλεσμα. Οι νεώτερες προσπάθειες των Γότθων να ανακτήσουν την παλαιά τους επιρροή δεν ευοδώθηκαν.

ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Ανάμεσα από τις περιπλοκές που δημιούργησαν οι Γερμανοί, ξεπρόβαλε η μεγάλη φυσιογνωμία του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Γεννήθηκε στην Αντιόχεια και σπούδασε κοντά στον φημισμένο ρήτορα Λιβάνιο, σκοπεύοντας ν' ακολουθήσει μια «κοσμική» σταδιοδρομία. Αργότερα όμως εγκατέλειψε την ιδέα αυτή και, αφού βαπτίστηκε, αφιερώθηκε στο κήρυγμα, κηρύσσοντας στην Αντιόχεια, όπου έμεινε αρκετά χρόνια ως ιερέας. Μετά τον θάνατο τού πατριάρχη Νεκταρίου, ο Ευτρόπιος επέλεξε ως νέο πατριάρχη τον ιεροκήρυκα της Αντιόχειας, του οποίου η φήμη είχε ήδη διαδοθεί παντού.

Μεταφέρθηκε κρυφά στην πρωτεύουσα, από φόβο μήπως ο λαός της Αντιόχειας -ο οποίος ήταν πολύ αφοσιωμένος στον ιεροκήρυκά του- αντιδράσει στην αναχώρησή του. Παρά τις σκευωρίες του Επισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου, ο Χρυσόστομος χειροτονήθηκε επίσκοπος και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 398. Έτσι ο επισκοπικός θρόνος ήρθε στα χέρια ενός ανθρώπου με ασυνήθη δύναμη λόγου και ενός ιδεολόγου, του οποίου οι πράξεις πάντοτε συμφωνούσαν με τις θεωρίες του ενός, τέλος, συνηγόρου των πιο αυστηρών ηθικών αρχών. Η ανηλεής του όμως αντίθεση προς την πολυτέλεια και η σταθερή του προσήλωση στο Σύμβολο της Νικαίας είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργήσει πολλούς εχθρούς.

Ένας από τους πιο επικίνδυνους εχθρούς του υπήρξε η Αυτοκράτειρα Ευδοξία, η οποία αγαπούσε την πολυτέλεια και τις απολαύσεις, πράγμα που ανάγκαζε τον Χρυσόστομο να την καταγγέλλει δημοσία. Στα κηρύγματά του έφτανε μέχρι του σημείου να την παρομοιάζει με την Ιεζάβελ και την Ηρωδιάδα. Η σκληρή του τακτική κατόπιν εναντίον των Αρειανοφρόνων Γότθων, της οποίας παράδειγμα είναι η άρνησή του να τους παραχωρηθεί μία από τις εκκλησίες της πρωτεύουσας, δημιουργούσε -και αυτή- εχθρούς. Ο Χρυσόστομος σεβόταν πολύ τους Ορθόδοξους Γότθους, στους οποίους έδωσε μία από τις εκκλησίες της πόλης. Επισκεπτόταν την εκκλησία τους και με τη βοήθεια μεταφραστή, είχε συχνά συσκέψεις μαζί τους.

Τα σταθερά θρησκευτικά ιδεώδη τού Χρυσοστόμου, η έλλειψη διαθέσεως συμβιβασμού και η έντονη κριτική της πολυτέλειας σιγά-σιγά αύξησαν τους εχθρούς του. Ο ίδιος ο Αυτοκράτορας γρήγορα επηρεάστηκε από αυτούς που δεν συμπαθούσαν τον Πατριάρχη και επισήμως καταφέρθηκε εναντίον του. Η επίσημη αυτή αντίθεση του Αυτοκράτορα ανάγκασε τον Χρυσόστομο ν' αποσυρθεί στη Μικρά Ασία, αλλά η δυναμική αντίδραση του λαού, που ακολούθησε την αναχώρηση του Πατριάρχη, ανάγκασε τον Αυτοκράτορα να τον ανακαλέσει από την εξορία. Η μεταξύ κράτους και Πατριάρχη ειρήνη δεν κράτησε πολύ.

Οι τελετές με την ευκαιρία της ανέγερσης του αγάλματος της Ευδοξίας έδωσαν λαβή στον Ιωάννη να επιτεθεί ζωηρά με μια ομιλία εναντίον της Αυτοκράτειρας και να καταγγείλει την ματαιοδοξία της. Το αποτέλεσμα ήταν να εκθρονιστεί και πάλι ο Χρυσόστομος και να υποστούν απηνείς διώξεις οι οπαδοί του, οι λεγόμενοι Ιωαννίται. Τελικά, το 404, ο Ιωάννης εξορίστηκε στην Κουκουσό της Καππαδοκίας, η οποία περιγράφεται ως ''το πιο έρημο μέρος του κόσμου'' και όπου έφθασε ύστερα από ένα μεγάλο και κοπιαστικό ταξίδι. Τρία χρόνια αργότερα στάλθηκε σε κάποιον άλλο τόπο εξορίας, στις μακρινές ανατολικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας, αλλά πέθανε το 407 κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του.