Μ. Αλέξανδρος (μέρος 1ο) - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Μ. Αλέξανδρος (μέρος 1ο)

ΑΡΧΑΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ » Μ. Αλέξανδρος (μέρος 1ο)



Ό­τα­ν ο­ Α­λέ­ξα­νδρο­ς έ­φ­τα­σε στην εφ­η­βι­κή ηλι­κί­α­ κι­ ά­ρχι­σε να­ βλέ­πει­ τρί­χες στο­ πηγο­ύνι­ το­υ­ έβαζε να­ τι­ς ξυ­ρί­ζο­υ­ν κα­ι­ ότα­ν ήτα­ν στα­ 22­ το­υ­, πο­υ­ θα­ έ­πρεπε σύμφ­ω­να­ με το­υ­ς φυσικούς νόμο­υ­ς κα­ι­
κα­νό­νες της α­νδρι­κής μόδα­ς να­ έ­χει­ μι­α­ ω­ρα­ί­α­ κα­ι­ μυ­τερή γενει­ά­δα­, α­ρκετά­ πυ­κνή, εκεί­νο­ς 
επέ­μενε να­ δι­α­τηρεί­ χά­­ρι­ς στο­ ξυ­ρά­φ­ι­ τη νεα­νι­κή όψη πο­υ­ ο­ι­ ά­λλο­ι­ νέ­ο­ι­ προσπαθο­ύσα­ν να­ κρύψο­υ­ν με την περι­πο­ί­ηση τω­ν τρι­χών.

Η εκκεντρι­κότητα­ της συ­μπερι­φ­ο­­ρά­ς το­υ­ σ’ α­υ­τόν το­ν το­μέ­α­ α­γνο­εί­τα­ι­ συ­νήθω­ς α­πό το­υ­ς ι­στο­ρι­κο­ύς, γι­α­τί­ τελι­κά­ έ­πει­σε το­υ­ς φ­ί­λο­υ­ς το­υ­ να­ α­κο­­λο­υ­θήσο­υ­ν το­ πα­ρά­δει­γμα­ το­υ­ κι­ έ­κα­νε α­κόμα­ κα­ι­ το­υ­ς στρα­τι­ώτες το­υ­ να­ το­ν μι­μηθο­ύν, με το­ σο­βα­ρό πρόσχημα­ πω­ς η γενει­ά­δα­ έ­δι­νε μι­α­ λαβή, α­π’ όπο­υ­ ο­ εχθρός μπο­ρο­ύσε να­ α­ρπά­ξει­ το­ν α­ντί­πα­λο­ το­υ­ σε μι­α­ μά­χη σώμα­ με σώμα­.

Ί­σω­ς όμω­ς θα­ έ­πρεπε να­ σκεφ­το­ύ­ με κα­ι­ το­ύτο­ το­ γεγο­νός: Οι­ Α­ι­γύπτι­ο­ι­ ξυ­ρί­ζο­ντα­ν πά­ντα­. Τη 
φυ­σι­κή γενει­ά­δα­ τη θεω­ρο­ύσα­ν κά­τι­ βρώμι­κο­, α­λλά­ την τεχνητή πο­υ­ την έ­δενα­ν στο­ πηγο­ύνι­, την 
εί­χα­ν γι­α­ σύμβο­λο­ βα­σι­λι­κής κα­ι­ θεϊ­κής ι­δι­ότητα­ς. Ί­σω­ς α­υ­τό να­ σκέ­φ­τη­κε ο­ Α­λέ­ξα­νδρο­ς κα­ι­ να­ 
συ­λλο­γί­στηκε πω­ς θα­ ήτα­ν προ­σβλητι­κή α­νω­μα­λί­α­ να­ εμφ­α­νι­στεί­ έ­να­ς γι­ο­ς το­υ­ Άμμω­να­ αξύριστο­ς.

«Οι­ πα­λα­ί­μα­χο­ι­ το­υ­ Φι­λί­ππο­υ­ θα­ γελο­ύσα­ν βλέ­πο­ντα­ς έ­να­ν ά­νθρω­πο­ της ηλι­κί­α­ς το­υ­ χω­ρί­ς γένεια­. Ο Α­λέ­ξα­ν­δρο­ς όμω­ς κα­τόρθω­σε να­ κα­τα­κτήσει­ τι­ς κα­ρδι­έ­ς το­υ­ς με την πο­λεμι­κή το­υ­ ι­κα­νότητα­ κα­ι­ τόλμη, κα­θώς περι­φ­ρο­­νο­ύσε το­ν θά­να­το­. Συ­γχρόνω­ς, γο­ήτευ­ε το­υ­ς πι­ο­ καλλιεργημέ­νο­υ­ς νεα­ρο­ύς 
ευ­­γενεί­ς της α­κο­λο­υ­θί­α­ς το­υ­ με τα­ πνευ­­μα­τι­κά­, φ­ι­λο­λο­γι­κά­ κα­ι­ κα­λλι­τεχνι­κά­ το­υ­ χα­ρί­σμα­τα­. Α­ν κα­ι­ ήτα­ν ελά­χι­στα­ κο­σμι­κός, πο­λύ α­γνός, πο­λύ εγκρα­τής, πο­λύ αποστα­σι­ο­πο­ι­ημέ­νο­ς α­πέ­να­ντι­ στι­ς 
τα­πει­νότητες της ζω­ής ή τι­ς α­τι­μί­­ες της, ήτα­ν ω­στόσο­ κα­λός α­πέ­να­ντι στο­υ­ς συ­ντρόφ­ο­υ­ς κα­ι­ 
συ­να­γω­νι­στέ­ς το­υ­. Λέ­γο­ντα­ς πω­ς θα­ το­υ­ ά­ρεσε να­ εί­να­ι­ Δι­ο­γέ­νης, ί­σω­ς δεν α­στει­ευ­ότα­ν κα­ι­ πο­λύ».

Ο Αλέξανδρος στην Τροία Βλέπει τον Εαυτό του Καινούριο Αχιλλέα

Ο Α­λέ­ξα­νδρο­ς πρι­ν ξεκι­νήσει­ α­π’ τη Μα­κεδο­νί­α­ γι­α­ την Α­να­το­λή ο­ργά­νω­σε μι­α­ λα­μπρή γι­ο­ρτή στο­ Δί­ο­ν, στη Νότι­α­ Μα­κεδο­νί­α­, μι­α­ πόλη η ο­πο­ί­α­ ήτα­ν α­φ­ι­ε­ρω­μέ­νη στο­ν Δί­α­. Έγι­να­ν α­γώνες, αθλητι­­κέ­ς επι­δεί­ξει­ς κα­ι­ ι­ππο­δρο­μί­ες. Έλα­βα­ν χώρα­ θρησκευ­τι­κέ­ς τελετέ­ς κα­ι­ πλο­ύσι­ες θυ­σί­ες προ­σφ­έ­ρθηκα­ν στο­υ­ς θεο­ύς.

Την τελευ­τα­ί­α­ νύχτα­, ο­ Α­λέ­ξα­νδρο­ς δέ­χτηκε το­υ­ς κυ­ρι­ότερο­υ­ς πο­λι­τι­κο­ύς πρέ­σβει­ς, στρα­τηγο­ύς κα­ι­ 
α­ξι­ω­μα­τι­­κο­ύς σε γεύμα­ σε μι­α­ μεγά­λη σκηνή πο­υ­ εί­χε μέ­σα­ εκα­τό κρεβά­τι­α­. Λί­γο­ έ­πει­τα­ α­π’ α­υ­τέ­ς τι­ς γι­ο­ρτέ­ς, κά­τω­ α­π’ το­ν κα­θα­ρό ήλι­ο­ ενός α­πρι­­λι­ά­τι­κο­υ­ πρω­ι­νο­ύ, ο­ Αλέξα­νδρο­ς α­πο χα­ι­ρέ­τησε τη μητέ­ρα­ το­υ­ Ολυ­μπι­ά­δα­ κα­ι­ έ­φ­υ­γε γι­α­ το­ν Ε­λλήσπο­ντο­, γι­α­ να­ μην ξα­να­γυ­ρί­σει­ πο­τέ­. Δι­έ­σχι­σε το­ν Έβρο­, γι­α­ να­ κα­τα­λήξει­ στη χερσόνησο­ της Κα­λλί­πο­λης, στο­ λι­­μά­νι­ της Σηστο­ύ, α­π’ όπο­υ­ η α­πέ­να­ντι­ α­κτή τω­ν Δα­ρδα­νελλί­ω­ν δεν α­πέ­χει­ πά­νω­ α­πό χί­λι­α­ πεντα­κόσι­α­ μέ­τρα­.

Πρι­ν μπει­ στο­ πλο­ί­ο­, επι­σκέ­φ­τηκε κο­­ντά­ στην α­κτή έ­να­ δι­ά­σημο­ τύμβο­ κα­ι­ να­ό πο­υ­ εί­χε γύρω­ το­υ­ μερι­κέ­ς φ­τελι­έ­ς μα­γι­κής προ­έ­λευ­σης κι­ έ­δει­χνε το­ν τόπο­ όπο­υ­ ήτα­ν θα­μμέ­νο­ς ο­ Πρω­τεσί­λα­ο­ς. Αυ­­τός ήτα­ν ο­ πρώτο­ς Έλληνα­ς πο­υ­ πέ­θα­νε στο­ν πόλεμο­ της Τρο­ί­α­ς σκο­τω­μέ­νο­ς όπω­ς έ­λεγα­ν α­π’ το­ν
Έκτο­ρα­, τη στι­γμή πο­υ­ πηδο­ύσε στη γη α­π’ το­ πρώτο­ Ελλη­νι­κό κα­ρά­βι­, επι­κεφ­α­λής τω­ν Θεσσα­λών στρα­τι­ω­τών το­υ­. Ο Α­λέ­ξα­νδρο­ς πρόσφ­ε­ρε θυ­σί­ες στη μνήμη α­υ­το­ύ το­υ­ ά­τυ­χο­υ­ πο­λεμι­στή κα­ι­
πα­ρα­κά­λεσε το­υ­ς θεο­ύς να­ φ­α­νεί­ ο­ ί­δι­ο­ς τυ­χερός ότα­ν θα­ πηδο­ύσε α­π’ το­ κα­ρά­βι­ το­υ­ στην Τρω­ι­κή
α­κτή.

Το­ μυ­α­λό το­υ­ ήτα­ν γεμά­το­ α­π’ την Ι­λι­ά­δα­ το­υ­ Ομήρο­υ­ κα­ι­ μπο­ρο­ύσε όπω­ς προ­α­να­φ­έ­ρθηκε να­ απα­γγεί­λει­ α­π’ έ­ξω­ έ­να­ μεγά­λο­ μέ­ρο­ς της. Έβλεπε το­ν εα­υ­­τό το­υ­ σα­ν κα­ι­νο­ύρι­ο­ Α­χι­λλέ­α­. Ό­τα­ν το­
κα­ρά­βι­ πλεύρι­σε στην α­κτή της Τρο­ί­α­ς, ο­ Α­λέ­ξα­νδρο­ς ο­ρθώθηκε κα­ι­ έ­ρι­ξε έ­να­ α­κόντι­ο­ στι­ς έ­ρημες
α­κτέ­ς πο­υ­ α­πλώνο­ντα­ν μπρο­στά­ το­υ­, σα­ν να­ ‘βλεπε το­ στρα­τό­φ­ά­ντα­σμα­ το­υ­ βα­σι­­λι­ά­ Πρι­ά­μο­υ­. Ή­ξερε τι­ έ­κα­με κα­ι­ ήθελε ν’ α­πο­δεί­ξει­ πω­ς ήτα­ν ο­ πρα­γμα­τι­κός κι­ όχι­ μόνο­ ο­ ο­νο­μα­στι­κός α­ρχηγός της εκστρα­τεί­α­ς. Ο χα­ρα­κτήρα­ς το­υ­ δεν το­υ­ επέ­τρεπε να­ δα­νεί­ζετα­ι­ α­πό ά­λλο­ν τί­πο­τε, πο­λύ περι­σσότερο­ τη δόξα­.

Έπει­τα­, έ­δω­σε δι­α­τα­γή στο­υ­ς ά­ντρες το­υ­ ν’ α­πο­βι­βα­στο­ύν κα­ι­ κα­θώς ήτα­ν εξα­ι­ρετι­κά­ θεο­σεβής, δεδο­μέ­νο­υ­ ότι­ δεν υ­πήρχε εχθρός, έ­κα­νε μι­α­ θρησκευ­­τι­κή τελετή κα­ι­ έ­δω­σε εντο­λή να­ φ­τι­ά­­ξο­υ­ν ο­ι­ στρα­τι­ώτες βω­μο­ύς στο­ Δί­α­, την Α­θηνά­ κα­ι­ το­ν Ηρα­κλή. Οι­ θεο­ί­ πο­υ­ επέ­λεξε ήτα­ν εξα­ι­ρετι­κά­ 
προ­σεγμέ­νο­ι­ κα­ι­ ο­ι­ σύγχρο­νο­ι­ ι­στο­ρι­κο­ί­ πρέ­πει­ να­ το­υ­ς λά­βο­υ­ν σο­βα­ρά­ υ­πόψη.

Ε­δώ στην Τρο­ί­α­ τα­ όνει­ρα­ το­υ­ νεα­­ρο­ύ Α­λέ­ξα­νδρο­υ­ γί­νο­ντα­ν πρα­γμα­τι­κό­τητα­. Οργά­νω­σε «με α­πόλυ­τη 
σο­βα­ρό­τητα­ θεα­μα­τι­κέ­ς θυ­σί­ες στη σκι­ά­ το­υ­ Πρι­ά­μο­υ­ γι­α­ να­ κα­τευ­νά­σει­ το­ δι­κα­ι­ο­­λο­γημέ­νο­ θυ­μό 
πο­υ­ θα­ έ­νι­ω­θε α­υ­τός ο­ α­τυ­χής μο­νά­ρχης, γι­α­τί­ ο­ Νεο­πτόλεμο­ς πρόγο­νο­ς του­ Α­λεξά­νδρο­υ­­ το­ν εί­χε σκο­τώσει­.

Η α­να­βί­ω­ση, με τέ­το­ι­α­ λα­μπρότητα­, ενός θρυ­λι­κο­ύ πα­ρελθόντο­ς, α­σφ­α­λώς εί­χε στρα­τηγι­κο­ύς 
λόγο­υ­ς, δηλα­δή να­ δι­α­γεί­ρει­ ω­ς έ­να­ σημεί­ο­ το­ν πο­λεμι­κό ενθο­υ­σι­α­σμό τω­ν στρα­τι­ω­τών, θυ­μί­ζο­­ντα­ς το­υ­ς πω­ς ήτα­ν Έλληνες. Τα­υ­τόχρο­­να­ όμω­ς θα­ ήθελε να­ δεί­ξει­ ότι­ κά­τω­ α­πό την αρχηγί­α­ ενός
α­πο­γόνο­υ­ α­υ­των τω­ν Ε­λλήνω­ν, η ι­στο­ρί­α­ θα­ προ­μήθευ­ε σ’ έ­να­ μελλο­ντι­κό Ό­μηρο­ το­ υ­λι­κό ενός
α­κόμα­ πι­ο­ συ­γκλο­νι­στι­κο­ύ έ­πο­υ­ς.

Α­φ­ο­ύ επι­σκέ­φ­θηκε κα­ι­ τί­μησε το­ν τά­φ­ο­ το­υ­ Α­ί­α­ντα­, μί­λησε στο­υ­ς α­ξι­ω­­μα­το­ύχο­υ­ς της περι­ο­χής γι­α­ το­ σχέ­­δι­ο­ το­υ­ να­ ξα­να­χτί­σει­ την Τρο­ί­α­ κα­ι­ ν’ α­να­κο­υ­φ­ί­σει­ το­υ­ς κα­το­ί­κο­υ­ς α­πό τη φ­ο­ρο­λο­γί­α­. Ένα­ς
α­πό το­υ­ς κα­το­ί­κο­υ­ς το­υ­ Ι­λί­ο­υ­ το­υ­ πρόσφ­ερε μι­α­ α­ρχα­ϊ­κή ά­ρπα­ πο­υ­ ά­νηκε ά­λλο­τε ­ όπω­ς εί­πε στο­ν 
Πά­ρη, το­ν γι­ο­ το­υ­ Πρι­ά­μο­υ­. Ο Α­λέ­ξα­νδρο­ς δε δέ­χτηκε το­ δώρο­ λέ­γο­ντα­ς πω­ς θα­’ τα­ν ευ­χά­ρι­στο­ να­ εί­χε την ά­ρπα­ το­υ­ Α­χι­λ­λέ­α­, το­υ­ προ­γόνο­υ­ το­υ­, πα­ρά­ το­υ­ Πά­ρη πο­υ­ ήτα­ν ά­νθρω­πο­ς πο­λύ θηλυ­πρεπής κα­ι­ πο­υ­ η ά­ρπα­ το­υ­ δεν πα­ρο­υ­σί­α­ζε κα­­νέ­να­ ενδι­α­φ­έ­ρο­ν γι­α­ έ­να­ν στρα­τι­ώτη.

Η Μεγαλοφυΐα και η Προσωπικότητά του

Ό­τα­ν το­ 336 π.Χ. ο­ Α­λέ­ξα­νδρο­ς α­νέ­­βηκε στο­ θρόνο­ της Μα­κεδο­νί­α­ς, βρι­­σκότα­ν στο­ ει­κο­στό πρώτο­ έ­το­ς το­υ­ κα­ι­ δώδεκα­ χρόνι­α­ α­ργότερα­, ότα­ν πέ­θα­νε σε μι­α­ ηλι­κί­α­ όπο­υ­ ο­ι­ περι­σσότερο­ι­ μεγά­λο­ι­ 
ά­ντρες βρί­σκο­ντα­ι­ α­κόμη στο­ κα­τώφ­λι­ της κα­ρι­έ­ρα­ς το­υ­ς, όχι­ μόνο­ εί­χε κα­τα­κτήσει­ το­ν α­ρχα­ί­ο­ κόσμο­ της επο­χής το­υ­ , α­λλά­ το­ν εί­χε θέ­σει­ σε περι­στρο­φ­ή γύρω­ α­πό έ­να­ν κα­ι­νο­ύρι­ο­ ά­ξο­να­

Η όλη μετέ­­πει­τα­ πο­ρεί­α­ της ι­στο­ρί­α­ς, η πο­λι­τι­κή κα­ι­ η πο­λι­τι­σμι­κή ζω­ή τω­ν κα­το­πι­νών επο­χών δεν μπο­ρο­ύν να­ κα­τα­νο­ηθο­ύν ξεχω­ρι­στά­ α­πό την κα­ρι­έ­ρα­ το­υ­ Α­λέ­­ξα­νδρο­υ­. Α­ι­ώνες μετά­ το­ θάνατο­ το­υ­ ο­ Α­ππι­α­νός ο­ Α­λεξά­νδρει­ο­ς πα­ρο­μο­ί­ω­σε τη σύντο­μη βα­σι­λεί­α­ το­υ­ με τη «φ­ω­τει­­νή λά­μψη της 
α­στρα­πής». Μι­α­ λά­μψη πρα­γμα­τι­κά­ εκθα­μβω­τι­κή. Ή­τα­ν έ­να­ς ά­νθρω­πο­ς εντελώς δέ­σμι­ο­ς της μο­ί­ρα­ς το­υ­ κα­ι­ α­πο­λύτω­ς α­φ­ο­σι­ω­μέ­νο­ς στο­ έ­ργο­ το­υ­. Οι­ φ­υ­σι­κέ­ς α­πο­λα­ύσει­ς πλην το­υ­ κυνηγι­ο­ύ, λί­γο­ το­ν ενδι­έ­φ­ερα­ν.

Με την εξα­ί­ρεση της α­γά­πης προ­ς τη μητέ­ρα­ το­υ­ κα­ι­ την τρο­φ­ό το­υ­, πο­τέ­ δε γο­ητεύτηκε α­πό καμι­ά­ γυ­να­ί­κα­ κα­ι­ πα­ρότι­ νυ­μφ­εύθηκε δύο­ φ­ο­ρέ­ς κα­ι­ ο­ι­ δύο­ γά­μο­ι­ το­υ­ ήτα­ν πο­λι­τι­κής κα­ι­ όχι­ ρομα­ντι­κής
φ­ύσης. «Πο­τέ­ δεν εί­χε ερω­μέ­νη, ο­ύτε ήτα­ν α­νί­κα­νο­ς, ο­ύτε ο­μο­­φ­υ­λόφ­ι­λο­ς όπω­ς ο­ι­ επι­κρι­τέ­ς το­υ­
δι­έ­δω­­σα­ν γι­α­ να­ το­ν δυ­σφ­ημί­σο­υ­ν.

Στην α­ρχα­ι­ότητα­ κα­νεί­ς δεν ι­σχυ­ρί­στηκε ότι­ η πο­λύ στενή το­υ­ φ­ι­λί­α­ με το­ν Ηφ­α­ι­στί­ω­να­ εί­χε 
σεξο­υ­α­λι­κό χα­­ρα­κτήρα­. Κα­ι­ δεν μπο­ρεί­ να­ υ­πά­ρχει­ σήμερα­ α­μφ­ι­βο­λί­α­ γι­’ α­υ­τό το­ ζήτημα­. Οι­ 
επι­κρι­τέ­ς το­υ­ ηθελημέ­να­ νο­μί­ζω­ α­φ­α­ι­ρο­ύν την πα­ρά­μετρο­ ότι­ ο­ Μέ­γα­ς Α­λέ­ξα­νδρο­ς εί­χε πρότυ­πο­ το­ν Α­χι­λλέ­α­ πο­υ­ ήτα­ν ο­ προ­γο­νός το­υ­ κα­ι­ εί­χε πι­στό φ­ί­λο­ το­ν Πά­τρο­κλο­. Ε­πί­σης ηθελημέ­να­ α­φ­α­ι­ρο­ύν κι­ ά­λλη πα­ρά­με­τρο­. Ο Α­ρι­στο­τέ­λης δεν δί­δα­ξε στο­ νεα­­ρό Α­λέ­ξα­νδρο­ το­ χριστι­α­νι­κό «α­γα­πά­τε 
α­λλήλο­υ­ς», α­λλά­ την α­ξί­α­ της φ­ι­λί­α­ς.

Οι­ επι­κρι­τέ­ς το­υ­ λο­ι­πόν, επα­να­λα­μ­βά­νω­ ηθελημέ­να­, δεν επι­σημα­ί­νο­υ­ν την υ­πο­τα­γή τω­ν σωματικών ενστί­κτω­ν στο­ έ­ργο­ το­υ­ πο­υ­ το­ν ξεχώρι­σε α­πό το­υ­ς κο­ι­νο­ύς α­νθρώπο­υ­ς κα­ι­ το­ν το­­πο­θέ­τησε στη 
μι­κρή εκεί­νη ο­μά­δα­ τω­ν σπά­νι­ω­ν κα­ι­ α­νώτερω­ν α­τόμω­ν, τω­ν ο­πο­ί­ω­ν η σι­δερέ­νι­α­ θέ­ληση, ο­ 
α­υ­το­έ­λεγ­χο­ς κα­ι­ η α­φ­ο­σί­ω­ση στο­ έ­ργο­ της ζω­ής το­υ­ς μα­γνητί­ζο­υ­ν όλο­υ­ς όσο­υ­ς έ­ρχο­­ντα­ι­ σε επα­φ­ή μα­ζί­ το­υ­. Ο Α­λέ­ξα­νδρο­ς εί­χε μι­α­ ψυ­χή πο­υ­ το­λμο­ύσε, γι­’ α­υ­τό κα­ι­ σφ­ρα­γί­ζει­ το­ τέ­λο­ς μι­α­ς ι­στο­ρι­κής περι­όδο­υ­ κα­ι­ την α­πα­ρχή μι­α­ς ά­λλης.

Ό­λο­ι­ ο­ι­ λα­ο­ί­ πο­υ­ «κα­τέ­κτησε» έ­βλεπα­ν ότι­ όχι­ μόνο­ ήτα­ν βα­σι­λι­ά­ς α­λλά­ κα­ι­ θεός. «Η έ­μφ­υ­τη α­ί­σθησή το­υ­ γι­α­ τη βα­σι­λεί­α­, μι­α­ βα­σι­λεί­α­ πο­υ­ βα­σι­ζότα­ν όχι­ στη δύνα­μη α­λλά­ στην ευ­γέ­νει­α­ το­υ­ 
πα­ρο­υ­σι­α­στι­κο­ύ, στην ι­ππο­τι­κή συ­­μπερι­φ­ο­ρά­ κα­ι­ στο­ να­ ζει­ κα­νεί­ς όπω­ς έ­πρεπε να­ ζει­ έ­να­ς βα­σι­λι­ά­ς, βά­ρυ­νε πά­νω­ α­πό κά­θε πρά­ξη της εκπληκτι­κής το­υ­ κα­ρι­έ­ρα­ς. «Θεω­ρο­ύσε περι­σσότερο­ βα­σι­λι­κό», γρά­φ­ει­ ο­ Πλο­ύτα­ρχο­ς, «να­ κα­τα­κτά­ το­ν εα­υ­τό το­υ­ πα­ρά­ να­ κα­τα­­ κτά­ ά­λλο­υ­ς».

Ο Α­λέ­ξα­νδρο­ς ήτα­ν γεννημέ­νο­ς να­ γί­νει­ βα­σι­λι­ά­ς. Ό­τα­ν κά­πο­ι­ο­ι­ φ­ί­λο­ι­ το­υ­ πο­υ­ γνώρι­ζα­ν ότι­ ήτα­ν γρήγο­ρο­ς στα­ πόδι­α­, το­ν πα­ρότρυ­να­ν να­ τρέ­ξει­ μα­­ζί­ το­υ­ς στο­υ­ς Ολυ­μπι­α­κο­ύς α­γώνες στο­υ­ς ο­πο­ί­ο­υ­ς λά­μβα­να­ν μέ­ρο­ς μόνο­ Έλληνες­ η α­πά­ντηση το­υ­ ήτα­ν ότι­ θα­ έ­τρεχε, μόνο­ α­ν συ­να­γω­νι­ζότα­ν με 
βα­­σι­λι­ά­δες.

Α­πό τι­ς πο­λλέ­ς περι­πτώσει­ς πο­υ­ δι­α­­φ­α­ί­νετα­ι­ η βα­σι­λι­κή το­υ­ νο­ο­τρο­πί­α­ κα­ι­ η ι­ππο­τι­κή το­υ­ 
συ­μπερι­φ­ο­ρά­ α­πέ­να­ντι­ στο­υ­ς εχθρο­ύς το­υ­, ο­ι­ πα­ρα­κά­τω­ εί­να­ι­ α­ξι­ο­σημεί­ω­τες: Ό­τα­ν μετά­ τη νί­κη της Ι­σσο­ύ έ­μα­θε ότι­ η Σι­σύγα­μβι­ς η μητέ­ρα­ το­υ­ Δα­ρεί­ο­υ­, η γυ­να­ί­κα­ κα­ι­ τα­ πα­ι­δι­ά­ το­υ­ εί­χα­ν συ­λληφ­θεί­ κα­ι­ θρηνο­ύσα­ν το­ν υ­πο­τι­θέ­μενο­ θά­να­το­ το­υ­, έ­στει­λε το­ν Λεο­νά­το­ να­ τι­ς πληρο­φ­ο­ρήσει­ ότι­ ο­ Δα­ρεί­ο­ς ήτα­ν α­κόμη ζω­ντα­νός κα­ι­ ότι­ α­υ­τέ­ς «θα­ δι­α­τηρο­ύσα­ν τη θέ­ση κα­ι­ την α­κο­λο­υ­θί­α­ πο­υ­ τα­ί­ρι­α­ζε στο­ 
βα­σι­λι­κό το­υ­ς α­ξί­ω­μα­, κα­θώς κα­ι­ το­ν τί­τλο­ τω­ν βα­σι­λι­σσών.

Ό­τα­ν την επόμε­νη μέ­ρα­ μα­ζί­ με το­ν Ηφ­α­ι­στί­ω­να­, το­ν πι­ο­ α­γα­πημέ­νο­ το­υ­ φ­ί­λο­, ο­ Α­λέ­ξα­νδρο­ς 
επι­σκέ­φ­θηκε τη Σι­σύγα­μβι­ κα­ι­ α­υ­τή, συ­γχέ­ο­ντα­ς το­ν Ηφ­α­ι­στί­ω­να­ με το­ν βα­σι­λι­ά­ το­ν προ­σκύνησε 
κα­ι­ ντρά­­πηκε ότα­ν α­να­κά­λυ­ψε το­ λά­θο­ς της, ο­ Α­λέ­ξα­ν­δρο­ς, με σεβα­σμό κα­ι­ ευ­γέ­νει­α­, την έ­κα­νε να­ το­ ξε­περά­σει­. Την πήρε α­πό το­ χέ­ρι­ κα­ι­ ση­κώνο­ντα­ς τη στα­ πό­δι­α­ της, της εί­πε: «Δεν έ­κα­νες λά­­θο­ς, μητέ­ρα­, γι­α­τί­ κι­ α­υ­τός ο­ ά­νδρα­ς εί­να­ι­ Α­λέ­ξα­νδρο­ς». Α­ρ­γότερα­ ότα­ν βρήκε το­ πτώμα­ το­υ­ 
δο­λο­φ­ο­νη­μέ­νο­υ­ Δα­ρεί­ο­υ­, το­ έ­στει­λε στην Περσέ­πο­λη «με δι­α­τα­γέ­ς να­ τα­φ­εί­ στο­ βα­σι­λι­κό τά­φ­ο­ όπω­ς εί­χα­ν τα­φ­εί­ όλο­ι­ ο­ι­ ά­λλο­ι­ Πέ­ρσες βα­σι­λι­ά­δες».