ΑΛΩΣΗ ΚΩΝΣΤ/ΠΟΛΗΣ - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

ΑΛΩΣΗ ΚΩΝΣΤ/ΠΟΛΗΣ



Γεώργιος Σφραντζής (1401 - 1478)

Είναι ο μόνος Βυζαντινός ιστορικός που υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της πολιορκίας και της άλωσης. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 30 Αυγούστου του 1401 και μάλιστα καταγόταν από επιφανή οικογένεια της Λήμνου. Ο πατέρας του υπήρξε παιδαγωγός του Θωμά, γιου του Αυτοκράτορα Μανουήλ Β' του Παλαιολόγου και ο ίδιος ο ιστορικός, όταν πέθαναν οι γονείς του εξαιτίας του λοιμού του 1416 - 1417 μπήκε στην υπηρεσία του Αυτοκράτορα, όπου και έλαβε πολλά αξιώματα, ένα εκ των οποίων ήταν και αυτό του πρωτοβεστιαρίτη.

Επειδή ακριβώς υπήρξε ανώτατος διοικητικός υπάλληλος, διπλωμάτης αλλά και προσωπικός φίλος του τελευταίου Βυζαντινού Αυτοκράτορα, του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ΙΑ', είχε πρόσβαση στα κρατικά αρχεία αλλά και βαθύτερη γνώση των γεγονότων από προσωπική εμπειρία, γεγονός που καθιστά την ιστορία του, η οποία μας έχει παραδοθεί σε δύο μορφές, μία σύντομη, το Chronicon Minus και μία εκτενέστερη, το αποκαλούμενο Chronicon Maius, αξιόπιστη και της χαρίζει κύρος. Νυμφεύθηκε στις 26 Ιανουαρίου του 1436 την Ελένη, κόρη του Αλεξίου Παλαιολόγου του Τζαμπλάκωνα, γραμματέα του Αυτοκράτορα.

Απέκτησε πέντε παιδιά, τον Ιωάννη, τον Αλέξιο, τη Θάμαρ, τον Αλέξιο το δεύτερο και τον Ανδρόνικο. Ο Σφραντζής συνέχισε δίπλα στον Κωνσταντίνο τα διπλωματικά ταξίδια και, όπως αναφέρει ο ίδιος, ακολούθησε τον τελευταίο στην Πελοπόννησο και πήρε μέρος στη μάχη της Γλαρέντζας και στην πολιορκία του φρουρίου της Πάτρας, όπου και συνελήφθη από τους Τούρκους. Ως διπλωμάτης εστάλη το 1448 στον Μουράτ το Β' για να αναγγείλει την άνοδο στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης του δεσπότη Κωνσταντίνου ΙΑ'. Μετά από εντολή του Αυτοκράτορα ο Σφραντζής ταξίδεψε το 1449 στην Τραπεζούντα και την Ιβηρία προς αναζήτηση κατάλληλης συζύγου για τον Κωνσταντίνο.


Του ανατέθηκε επίσης η διοίκηση της Συλημβρίας και του Μυστρά. Είχε ενεργό ρόλο κατά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, αφού στάθηκε στο πλευρό του Αυτοκράτορα και ανέλαβε να καταγράψει και να στρατολογήσει όλους, όσοι μπορούσαν να φέρουν όπλα την ύστατη ώρα που η θεοφύλακτη πόλη περίμενε την αναπόφευκτη πτώση της. Με την είσοδο των  Τουρκικών στρατευμάτων στην Κωνσταντινούπολη και την κατάλυση της Αυτοκρατορίας συνελήφθη ο ίδιος και η οικογένεια του. Μετά την εξαγορά του κατέφυγε στην Πελοπόννησο, στην αυλή του δεσπότη Θωμά. Όταν ο Θωμάς κατέφυγε στη Δύση, ο συγγραφέας πήγε μαζί με τη σύζυγο του, την οποία είχε προηγουμένως απελευθερώσει από τους Τούρκους, στην Κέρκυρα.

Δεν συνέβη το ίδιο με τα παιδιά του όμως, καθώς το γιο του Ιωάννη σκότωσε ο ίδιος ο Μωάμεθ ο Β' και η κόρη του Θάμαρ πέθανε το 1455 στο χαρέμι του σουλτάνου από κάποια λοιμώδη νόσο. Το 1462 εγκαταστάθηκε στη μονή Ταρχανιωτών, όπου και εκάρη μοναχός με το όνομα Γρηγόριος το 1468. Όσον αφορά τη μόρφωση του τέλος δεν γνωρίζουμε πολλά, καθώς δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Φαίνεται όμως ότι ήταν φανατικά ανθενωτικός, προσηλωμένος στην Ορθοδοξία και εχθρός του μεγάλου δούκα Λουκά Νοταρά, ο οποίος ήταν αντίζηλος του στην αυλή και για αυτό το λόγο δεν είναι αντικειμενικός απέναντι του .

Το Χρονικό Minus αναφέρει τα γεγονότα από το 1413 ως το 1477 και εμμένει κυρίως σε αυτά που αφορούν τη ζωή του συγγραφέα, ενώ παραθέτει ελάχιστες πληροφορίες για την άλωση. Αποτελείται από τίτλο, πρόλογο και το κυρίως σώμα του έργου. Το Χρονικό Majus, από την άλλη μεριά, που είναι πιο αναλυτικό και πιο λεπτομερές, αναφέρεται στην ιστορία των Παλαιολόγων και είναι χωρισμένο σε τέσσερα βιβλία. Πραγματεύεται τα γεγονότα των ετών 1258 - 1478. Αρχίζει με την εξιστόρηση της βασιλείας του Μιχαήλ Η' στο πρώτο βιβλίο και ολοκληρώνει την αφήγηση στο τέταρτο βιβλίο με τα γεγονότα τα μετά την άλωση ως το 1478, όπου και περιέχονται σημαντικές πληροφορίες για την άλωση της Πελοποννήσου.

Όπως είναι φυσικό εξετάζεται παράλληλα και η ιστορία του Μωάμεθ του Β'. Το Χρονικό Majus, όπως έχει προκύψει από τη σύγχρονη έρευνα, υπήρξε αντικείμενο νοθείας με προσθήκες και διαφοροποιήσεις πιθανότατα από τον μητροπολίτη Μονεμβασίας Μακάριο Μελισσηνό, καθώς κάποιες από αυτές αφορούν την οικογένεια του, για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών σκοπών. Το κείμενο του Minus είναι ενσωματωμένο στο Majus, αλλά εκτός από αυτό ο συντάκτης του Majus χρησιμοποιεί και μία πληθώρα άλλων πηγών, όπως τον συνεχιστή του Θεοφάνη, τον Νικήτα Χωνιάτη τον Νικηφόρο Γρηγορά και άλλους. Παρόλα αυτά το χρονικό δε χάνει τη γενικότερη αξιοπιστία του και ειδικά ως προς τα γεγονότα της άλωσης.

Δούκας (περίπου 1400 - 1470)

Ο Δούκας θεωρείται ο πιο ακριβής και αμερόληπτος ιστορικός της άλωσης. Το βαπτιστικό του όνομα μας είναι άγνωστο. Επειδή όμως μας παραδίδει το όνομα του παππού του, το οποίο ήταν Μιχαήλ και καταγόταν από την Αυτοκρατορική οικογένεια των Δουκών, συμπεραίνουμε ότι αυτό ήταν και το όνομα του ίδιου του ιστορικού. Δεν γνωρίζουμε επίσης τον ακριβή τόπο και χρόνο της γέννησης του, αν και μπορούμε να μάθουμε κάποιες βιογραφικές λεπτομέρειες από το ίδιο το έργο του. Πιθανότατα γεννήθηκε στη Μικρά Ασία, όπου είχε καταφύγει ο παππούς του μετά την επιστροφή στην Κωνσταντινούπολη του νόμιμου Αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγου και την πτώση του Ιωάννη Καντακουζηνού, του οποίου υπήρξε θερμός υποστηρικτής.

Το 1421 ήταν γραμματέας στην υπηρεσία του Γενουάτη διοικητή της Παλαιάς Φώκαιας Giovanni Adorno και αργότερα των Gattilusi της Λέσβου. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως συντάκτης διπλωματικών εγγράφων και αργότερα μετείχε σε διπλωματικές αποστολές, όπως η μεταφορά και η καταβολή του φόρου υποτέλειας στον Τούρκο σουλτάνο και ταξίδεψε σε πολλές πόλεις όπως η Αδριανούπολη, το Διδυμότειχο, η Φιλιππούπολη και η Κωνσταντινούπολη. Γενικότερα πέρασε τη ζωή του ανάμεσα στη Λέσβο και την Παλαιά Φώκαια, περιοχές που ανήκαν στην οικογένεια των Gattilusi, οι οποίοι είχαν συγγένεια με τους Παλαιολόγους.

Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς πέθανε αλλά είναι πιθανόν να δολοφονήθηκε το 1462 κατά τη διάρκεια της άλωσης της Λέσβου από τους Τούρκους, καθώς σε αυτό ακριβώς το χρονικό σημείο διακόπτεται απότομα η συγγραφή της ιστορίας του. Η ιστορία του ξεκινάει από κτίσεως κόσμου και φτάνει μέχρι το 1462. Μέχρι το 1204 καταγράφει τα γεγονότα πιο περιληπτικά. Στη συνέχεια αφηγείται την εξάπλωση των Τούρκων μέχρι το 1391 και δίνει έμφαση στην ιστορία των τριών τελευταίων Παλαιολόγων, Μανουήλ Β' (1391 - 1425), Ιωάννη Η' (1425 - 1448), και Κωνσταντίνου ΙΑ' (1448 - 1453).

Έπειτα εξιστορεί τα γεγονότα της άλωσης και όσα επακολούθησαν μέχρι και την άλωση της Λέσβου το 1462. Δεν ήταν παρών στην άλωση και για αυτό το λόγο γράφει σύμφωνα με όσα είχε πληροφορηθεί από αυτόπτες μάρτυρες, Έλληνες και Τούρκους. Το έργο του Δούκα έχει σωθεί σε ένα μόνο χειρόγραφο, από το οποίο έλειπε η αρχική σελίδα και επομένως δεν γνωρίζουμε τον τίτλο που του είχε δώσει ο ιστορικός. Σύμφωνα με μεταγενέστερη προσθήκη του αποδόθηκε ο τίτλος «Historia Turcobyzantina», με τον οποίο είναι γνωστό στις μέρες μας. Ο Δούκας καταγράφει τα γεγονότα με ρεαλισμό, ακρίβεια και φιλαλήθεια.

Η περιγραφή της αλώσεως δε, είναι εξαιρετική, καθώς δίνεται παραστατικότατα, με πλήθος εικόνων και με μεγάλη σαφήνεια προκαλώντας συγκίνηση στον αναγνώστη. Δείχνει ιδιαίτερη συμπάθεια στον Κωνσταντίνο ΙΑ' εξαιτίας της ηρωικής στάσης και της θυσίας του, αν και ουσιαστικά θεωρούσε τελευταίο Αυτοκράτορα των Ρωμαίων τον Ιωάννη Η', λόγω του ότι ο Κωνσταντίνος δε στέφθηκε Αυτοκράτορας παρά μόνο αναγορεύτηκε. Ο Δούκας αν και Ορθόδοξος υποστήριζε την ένωση των εκκλησιών, καθώς θεωρούσε ότι η ένωση ήταν τη μόνη ελπίδα για τη σωτηρία από τους Τούρκους και κατέκρινε τους ανθενωτικούς για τις αντιδράσεις τους.

Ωστόσο τηρεί αμερόληπτη στάση απέναντι στον ανθενωτικό Λουκά Νοταρά επαινώντας τη γενναιότητα του και δείχνοντας συμπάθεια για το προσωπικό του δράμα. Γενικά μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι δεν καταφεύγει σε ύβρεις εναντίον των πολιτικών του αντιπάλων και οι προσωπικές του πεποιθήσεις δεν τον εξωθούν σε ανακρίβειες.


Λαόνικος Χαλκοκονδύλης (±1423 - 1490)

O Λαόνικος Χαλκοκονδύλης είναι ο μόνος από τους τέσσερις ιστορικούς που καταγόταν από παλιά αρχοντική οικογένεια των Αθηνών. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Νικόλαος αλλά ο ίδιος ο συγγραφέας το εξαρχάισε αργότερα, αντιστρέφοντας το ίσως, σε Λαόνικος. Το 1435 ο πατέρας του Γεώργιος ήρθε σε ρήξη με τους Φράγκους άρχοντες των Αθηνών της οικογένειας των Acciaiuoli και αναγκάστηκε να καταφύγει στην Πελοπόννησο με την οικογένεια του. Υπήρξε μαθητής του Γεωργίου Γεμιστού Πλήθωνα, γεγονός που τον επηρέασε στο να χρησιμοποιήσει τον Ηρόδοτο και το Θουκυδίδη ως πρότυπα στη συγγραφή του ιστορικού του έργου.