Δήμητρα - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Δήμητρα

ΑΡΧΑΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ » ΤΟ ΔΩΔΕΚΑΘΕΟ » Δήμητρα

  • Δήμητρα
    Δήμητρα

Η μικρή κόρη της Δήμητρας εξυπηρετώντας τους σκοπούς της Γαίας δεν έμεινε καθόλου αδιάφορη απέναντι στο ξεχωριστό αυτό θέαμα· γοητευμένη από την ιδιαίτερη λάμψη του λουλουδιού, θέλησε να το αποκτήσει και για το λόγο αυτόν κίνησε με τα δυο της χέρια να το αγγίξει προκειμένου να το ξεριζώσει. Αμέσως μετά την ενέργειά της αυτή, η γη άνοιξε κι από μέσα της ξεπετάχτηκε ο Πλούτωνας με το χρυσό του άρμα και τα αθάνατά του άλογα. Μάταια η κόρη προσπάθησε ν' αντισταθεί στην απαγωγή. Ο θεός του Κάτω Κόσμου, σκληρός καθώς ήταν, δε συγκινήθηκε μπροστά στα κλάματα και τις παρακλήσεις της. Την άρπαξε με τη βία, την επιβίβασε στο άρμα του και την οδήγησε στο απέραντο σκοτεινό του βασίλειο. Σ' όλη τη διαδρομή η Περσεφόνη έκλαιγε και με σπαρακτική φωνή προσπαθούσε να κάνει αντιληπτή την απαγωγή της, ήταν όμως πολύ δύσκολο. Η ταχύτητα των αλόγων όπως και η τεράστια απόσταση και το χάος που χώριζαν τους δυο κόσμους δε διευκόλυναν στην αποκάλυψη του περιστατικού. Μόνο στη Δήμητρα κατόρθωσε να φτάσει ο απόηχος της φωνής της κόρης της κι αυτός όχι έγκαιρα.

Η Δήμητρα ήταν μια πιστή και αφοσιωμένη στην κόρη της μητέρα. Τρυφερή και γλυκιά, έτρεφε για την Περσεφόνη μια ιδιαίτερη αδυναμία που αντικατοπτριζόταν στη μεταξύ τους σχέση.

Όταν ο Πλούτωνας απήγαγε την Περσεφόνη, η Δήμητρα πραγματικά αναστατώθηκε. Η σπαρακτική φωνή της κόρης της που έφτασε στα αυτιά της την έκανε ν' ανησυχήσει, να δραστηριοποιηθεί. Ξέσκισε το κάλυμμα του κεφαλιού της, αφαίρεσε τα στολίδια της, έβαλε ένα μαύρο πέπλο σε ένδειξη πένθους και ξεχύθηκε να την ψάξει. Μέρες ολόκληρες έτρεχε σε στεριές και θάλασσες αναζητώντάς την. Για μια περίπου εβδομάδα κανείς δεν της αποκάλυψε την αλήθεια και κανένας οιωνός δεν της είχε φανερωθεί. Είχε αρχίσει να απογοητεύεται...

Βαστώντας αναμμένα δαδιά, η Δήμητρα συνέχιζε τις περιπλανήσεις της άγρυπνη, άλουστη και θεονήστικη. Αν και φανερά αποκαμωμένη, δεν εγκατέλειπε τις προσπάθειές της, αλλά αντίθετα συνέχιζε τις αναζητήσεις της αποφασισμένη.

Την ένατη μέρα συναντά στο δρόμο της την Εκάτη. Αυτή την πληροφορεί ότι και η ίδια πρόλαβε να ακούσει τις σπαρακτικές φωνές της Περσεφόνης, αλλά ότι δε γνωρίζει το λόγο ή το δράστη. Ερχόμενη σε επαφή με την απελπισμένη μητέρα η Εκάτη ευαισθητοποιείται και προθυμοποιείται να τη βοηθήσει· της προτείνει, μάλιστα, να απευθυνθούν στον Ήλιο μια και ήταν ο μόνος, που σαν κατάσκοπος των θεών και των ανθρώπων, θα μπορούσε να τους αποκαλύψει την αλήθεια. 

Ο Ήλιος μπροστά στην επίσκεψη της καταβεβλημένης μάνας δε μένει ασυγκίνητος. Ερχόμενος αντιμέτωπος με την αγωνία της, τη συμπονά κι αποφασίζει να της φανερώσει το δράστη της αρπαγής. Κατονομάζει ως δράστη τον Πλούτωνα και κατηγορεί συνάμα ως υπεύθυνο τον Δία γιατί του έδωσε την άδεια και τη συγκατάθεσή του, να πάρει για γυναίκα του την όμορφη Περσεφόνη. Επιπλέον της αποκαλύπτει ότι η διευκόλυνση που παρείχε ο Δίας στο θεό του Κάτω Κόσμου πήγαζε κυρίως από τη θέση του Πλούτωνα και την υπόστασή του καθώς δεν τον θεωρούσε καθόλου αξιοκαταφρόνητο γαμπρό.

Η Δήμητρα ακούγοντας τα λεγόμενα του Ήλιου αγανακτά κι αποφασίζει να μην επιστρέψει στον Όλυμπο για να ζητήσει εξηγήσεις. Τα παρηγορητικά λόγια του λαμπερού θεού την πεισμώνουν περισσότερο κι ανένδοτη ετοιμάζεται να συνεχίσει τις αναζητήσεις. Κατά τις περιπλανήσεις της κανείς δεν μπορεί να την αναγνωρίσει. Η κούραση και η εξάντληση είχαν αλλοιώσει τη θεϊκή της υπόσταση έτσι ώστε κανείς και τίποτα να μην μπορεί να την αντιληφθεί.

Κάποτε και μετά από πολύ δρόμο η πληγωμένη μητέρα φτάνει στην Ελευσίνα, κοντά στο παλάτι του έξυπνου βασιλιά της Κελεού. Η θεά κατάκοπη κάθεται δίπλα στο πηγάδι της Παρθένου, κάτω από μια ελιά, λίγο να ξεκουραστεί. Εκεί έρχεται αντιμέτωπη με τις τέσσερις κόρες του Κελεού (την Καλλιδίκη, την Κλεισιδίκη, τη Δημώ και την Καλλιθόη) που είχαν πάει στο πηγάδι με τις στάμνες τους για να πάρουν νερό. Για να μη γίνει αντιληπτή η Δήμητρα μεταμορφώνεται σε σεβάσμια γερόντισσα και ζητά τη βοήθεια των τεσσάρων κοριτσιών. Οι κοπέλες βλέποντας την άθλια κατάσταση της γριούλας τη λυπούνται και προθυμοποιούνται να τη βοηθήσουν· την καλούν στο παλάτι αλλά της ζητούν προηγουμένως κάποιες πληροφορίες για την καταγωγή της. Η Δήμητρα δεν αρνιέται την πρόταση - παράκληση των κοριτσιών, αλλά αποφασισμένη να μην αποκαλύψει τον πραγματικό της εαυτό, σκαρφίζεται ένα παραμύθι: τους λέει ότι το όνομά της είναι Διδώ κι ότι κατάγεται από την Κρήτη. Τους φανερώνει επίσης ότι κάποτε την άρπαξαν πειρατές για να την πουλήσουν αλλά δεν το κατόρθωσαν· κοντά στο Θορικό τους ξέφυγε και παίρνοντας έναν άγνωστο γι' αυτή δρόμο εξαφανίστηκε· έτσι κάπως περιπλανώμενη έφτασε στα μέρη αυτά χωρίς στον ήλιο μοίρα κι έχοντας απόλυτη ανάγκη από συμπαράσταση και βοήθεια...