Παρθενώνας (μέρος 1ο) - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Παρθενώνας (μέρος 1ο)

ΑΡΧΑΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ » Παρθενώνας (μέρος 1ο)

 
Ο σηκός ο οποίος είχε εσωτερικό πλάτος 62 πόδια και 6 ίντσες [18,75μ], χωριζόταν σε δυο άνισους θαλάμους από τους οποίους ο δυτικός είχε μήκος 43 πόδια και 10 ίντσες [13,15μ] και ο ανατολικός 95 πόδια και 7 ίντσες [29.58μ]. Ο πρώτος, σχεδιασμένος σαν οπισθόδομος ή σαν θησαυροφυλάκιο του ναού δε φαίνεται να επικοινωνούσε με το σηκό στον οποίο ήταν τοποθετημένο το άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου : η οροφή του στηριζόταν σε τέσσερις κίονες διαμέτρου περίπου 4 ποδών [1,20μ].

Η δυτική πρόσοψη ήταν διακοσμημένη με οπισθόδομο και διάδρομο εισόδου το ίδιο καθώς φαίνεται μεγαλοπρεπή με τα αντίστοιχα τμήματα της ανατολικής πρόσοψης που αποτελούσαν την είσοδο του σηκού. Η οροφή εδώ στηριζόταν σε 16 κίονες διαμέτρου περίπου 3 ποδών [0,90μ]. Δεν είναι όμως γνωστό ποιάς μορφής ήταν οι εσωτερικοί κίονες κάθε θαλάμου. Οι γραμμές που υπάρχουν στο σχέδιο παριστάνουν τις μαρμάρινες πλάκες που συνθέτουν το εσωτερικό δάπεδο.
Δείχνουν ξεκάθαρα τις θέσεις των κιόνων τόσο στο σηκό όσο και στον οπισθόδομο. Στον τελευταίο οι 4 μεγαλύτερες πλάκες δείχνουν τους 16 κίονες και στο σηκό οι εναλλάξ πλάκες δείχνουν τους 16 κίονες. Τα ίχνη της διαμέτρου των κιόνων ήταν ορατά σε μερικές απ’ αυτές. Εκείνοι του δυτικού θαλάμου που είχαν 46 πόδια [10,80μ] ύψος, θα πρέπει να είχαν τις ίδιες αναλογίες με τους Ιωνικούς κίονες του προθαλάμου των Προπυλαίων : γι’ αυτό και φαίνεται πολύ πιθανό ότι χρησιμοποιήθηκε ο ίδιος ρυθμός για το εσωτερικό και των δύο αυτών κτιρίων της ίδιας εποχής.
Στον ανατολικό θάλαμο του Παρθενώνα, το μικρό μέγεθος της διαμέτρου των κιόνων δεν αφήνει παρά ελάχιστη αμφιβολία ότι υπήρχε ένα δεύτερο ψηλότερο τμήμα, όπως συμβαίνει και με τον ναό της Αίγινας».

ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ
Στο εσωτερικό του ναού υπήρχε δίτονη (διώροφη) δωρική κιονοστοιχία σχήματος «Π», που δημιουργούσε ένα υπερώο, από το οποίο οι επισκέπτες μπορούσαν να θαυμάσουν από διάφορα σημεία το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς μαζί με το βάθρο του.
«Το άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου από ελεφαντοστούν και χρυσό, σύμφωνα με Πλίνιο, είχε ύψος 39 πόδια και 7 ίντσες [11,88μ], χωρίς την βάση που είχε από 8 έως 12 πόδια ύψος [2,5μ - 3,6μ]. Το δόρυ που κρατούσε με το αριστερό χέρι στηριζόταν σε μια ορειχάλκινη σφίγγα κοντά στην οποία υπήρχε ο Εριχθόνιος όφις. Στο κυρτό μέρος της ασπίδας η οποία ήταν τοποθετημένη στο έδαφος, υπήρχε αναπαράσταση της μάχης μεταξύ Ελλήνων και Αμαζόνων και στην κοίλη πλευρά της η πάλη μεταξύ Θεών και Γιγάντων.
Στις άκρες του πέλματος των πέδιλων που ήταν τυρρηνικού τύπου, ίσως από 12 έως 18 ίντσες [3μ - 4,5μ], υπήρχε η μάχη των Κενταύρων και των Λαπήθων. Ο Πλάτων μας πληροφορεί ότι τα μάτια του αγάλματος της Αθηνάς Παρθένου ήταν από ελεφαντόδοντο, εκτός από τις κόρες οι οποίες ήταν από πολύτιμους λίθους.
Ο Παυσανίας μας λέει ότι το άγαλμα της Σφίγγας καταλάμβανε την κορυφή της περικεφαλαίας και στις δυο πλευρές της οποίας υπήρχαν Γρύπες : το άγαλμα ήταν ευθυτενές με το μανδύα να φτάνει μέχρι τα πέλματα, στο στήθος υπήρχε μια κεφαλή Μέδουσας από ελεφαντοστούν και στο ένα χέρι μία Νίκη το ύψος της οποίας έφτανε τα τέσσερα κύβιτα. Στο βάθρο υπήρχε ανάγλυφη η γέννηση της Πανδώρας με τους δώδεκα θεούς οι οποίοι της παρουσιάζουν τα διάφορα δώρα τους.
Αυτό το επιβλητικό άγαλμα που σύγκειται από τόσα πολύτιμα υλικά και από τόσο ωραία και περίτεχνα μέρη, βγαλμένο από τα χέρια του ίδιου του Φειδία, καταλάμβανε ολόκληρο το κεντρικό κλίτος του ναού. Τα προστώα, το ύψος των οποίων πρέπει να περιοριζόταν στο πρώτο ρυθμό, διακοσμούνταν με αγάλματα από τα οποία δυο προσωπογραφίες (των Αδριανού & Ιφικράτη) αναφέρονται από τον Παυσανία.
Αυτά καθώς και οι τοιχογραφίες (στις οποίες κάνει ειδική αναφορά ο Πλίνιος) στον πρόναο, ήταν των συνηθισμένων διαστάσεων και σύμφωνες με τον αρχιτεκτονικό ρυθμό, ενώ το άγαλμα της ίδιας της θεάς Αθηνάς που η αντίθεση το έκανε πιο επιβλητικό όταν το έβλεπε κανείς από την είσοδο υπό γωνία περίπου 37ο, προκαλούσε μια αίσθηση έκπληξης και θαυμασμού».

ΤΑ ΑΕΤΩΜΑΤΑ
Τα αετώματα, δηλαδή οι τριγωνικοί χώροι που σχηματίζονται από τα γείσα της στέγης στις στενές πλευρές του ναού, ήταν τα τελευταία τμήματα που δέχθηκαν γλυπτή διακόσμηση με ολόγλυφα κολοσικά αγάλματα (437-432 π.Χ.) Τα θέματα ήταν παρμένα από την Αττική μυθολογία.
Το ανατολικό που ήταν πάνω από την είσοδο του ναού εικόνιζε τη γέννηση της θεάς Αθηνάς από το κεφάλι του πατέρα της Δία, με την παρουσία Ολύμπιων θεών. Στο δυτικό εικονιζόταν η έριδα μεταξύ της θεάς Αθηνάς και του θεού Ποσειδώνα για τη διεκδίκηση της αττικής γης, που κατέληξε με τη νίκη της θεάς Αθηνάς, η οποία έγινε πολιούχος της Αθήνας.

ΟΙ ΜΕΤΟΠΕΣ
Οι μετόπες είναι οι ορθογώνιες πλάκες που εναλλάσσονται με τρίγλυφα στο διάζωμα του ναού πάνω από τα επιστύλια. Ήταν τα πρώτα τμήματα του ναού που διακοσμήθηκαν με ανάγλυφες μυθολογικές παραστάσεις από σπουδαίους γλύπτες της εποχής
(445-440 π.Χ.). Οι 92 μετόπες του Παρθενώνα εικονίζουν :

α) στην ανατολική πλευρά την Γιγαντομαχία, δηλαδή τον αγώνα των Ολύμπιων θεών με τους Γίγαντες που ήθελαν να ανατρέψουν την τάξη του Ολύμπου,
β) στη δυτική πλευρά την Αμαζονομαχία, τον αγώνα των προϊστορικών κατοίκων της Αθήνας, εναντίον των Αμαζόνων που είχαν εισβάλει στον τόπο τους,
γ) στη νότια πλευρά την Κενταυρομαχία, την άγρια πάλη ανάμεσα στους Κενταύρους και τους Λαπίθες, λαό της Θεσσαλίας, γιατί οι πρώτοι θέλησαν να αρπάξουν τις γυναίκες των Λαπιθών κατά την τελετή του γάμου του βασιλιά τους Πειρίθου, τέλος
δ) στη βόρεια πλευρά σκηνές από τον Τρωικό πόλεμο.


Η ΖΩΦΟΡΟΣ
Με την λέξη Ζωφόρος ή ζωοφόρος ή διάζωμα στην αρχιτεκτονική και την αρχαιολογία χαρακτηρίζεται σπουδαίο αρχιτεκτονικό στοιχείο που προσδίδει μια κομψότητα στο επιστέγασμα των κτιρίων. Αποτελεί μια διακοσμητική ταινία που περιτρέχει το οικοδόμημα. Βρίσκεται συνήθως στην εξωτερική όψη του κτιρίου που μαζί με το γείσο και το επιστύλιο αποτελούν το λεγόμενο θριγκό.
Όταν αυτό το διάζωμα φέρει μεταξύ των άλλων παραπάνω τμημάτων του Θρογκού ανάγλυφες παραστάσεις τότε η δημιουργούμενη σειρά αυτών λέγεται ζωφόρος. Η διαφορά της ζωφόρου από το απλό διάζωμα βρίσκεται στην ίδια την ετυμολογία της λέξης, που σημαίνει κυριολεκτικά “φέρω ζωή“.
Εν γένει αποτελεί τμήμα της ανωδομής των αρχαίων ναών και συγκεκριμένα του σηκού και βρίσκεται κοντά στην μαρμάρινη οροφή. Στην προκειμένη περίπτωση η ζωφόρος στην αρχαιότητα είναι γεμάτη παραστάσεις ανθρώπων, ζώων ή μυθικών πλασμάτων και αποτελεί ιδιαίτερο γνώρισμα του ιωνικού ρυθμού. Απαντάται όμως και σε αρχαίους ναούς δωρικού ρυθμού. Ειδικά στον Παρθενώνα που ανήκει στον δωρικό ρυθμό η ζωφόρος επιστέφει όλο τον ναό και όχι μόνο το σηκό. Σημειώνεται ότι στους ναούς δωρικού ρυθμού αντί ζωφόρου φέρονται μετώπες και τρίγλυφοι.
Όταν το διάζωμα φέρει ανάγλυφη και συνεχή μυθολογική ή ιστορική παράσταση και στις τέσσερις πλευρές του μνημείου ή ολοκυκλικά θόλων ή περιμετρικά πολύπλευρών μνημείων τότε είναι ισοϋψής με το κάτω αυτής επιστύλιο που στηρίζεται στους κίονες. Ειδικότερα η ζωφόρος του Παρθενώνα καλύπτει και τις τέσσερις πλευρές στη οποία και απεικονίζεται “εν σειρά” η πομπή [προς την Ακρόπολη] των Μεγάλων Παναθηναίων επί φερώνυμων πλακών από πεντελικό μάρμαρο ύψους 1,02μ και μήκους 1,60μ. 
 
Στην ανατολική πλευρά απεικονίζεται η ετοιμασία προς θυσία με τα ζώα και τις ομάδες ανδρών και γυναικών που φέρουν ιερά τελετουργικά σκεύη και προσφορές, στη μέση της ανατολικής πλευράς, πάνω από την είσοδο του ναού, εικονίζεται το αποκορύφωμα του πολυήμερου εορτασμού των Παναθηναίων, στο τέλος της πομπής, η παράδοση του πέπλου, του δώρου των Αθηναίων στο λατρευτικό “διιπετές ξόανο” της θεάς. Αριστερά και δεξιά εικονίζονται καθιστοί οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου. Στη δυτική πλευρά η προετοιμασία της πομπής και στις εκατέρωθεν πλευρές η όλη πομπή (οδηγοί με σφάγια, κιθαριστές, αυλιτές, πλήθος κόσμου, άρματα και ιππείς.

TO ΘEMA THΣ ZΩΦOPOY
Πρόκειται για την επισημότερη εορτή της Αρχαίας Αθήνας, που γινόταν κάθε τέσσερα χρόνια προς τιμήν της πολιούχου της πόλης θεάς Αθηνάς, τον μήνα Εκατομβαιώνα (Ιούλιο – Αύγουστο). Σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε κατά τους προϊστορικούς χρόνους από τον Εριχθόνιο, με το όνομα Αθήναια, αναδιοργανώθηκε από τον Θησέα στο τέλος της Μυκηναϊκής εποχής και τότε πήρε το όνομα Παναθήναια. Νέα αναδιοργάνωση έγινε από τον τύραννο Πεισίστρατο το 566 π.Χ.
 
Εορτάζονταν κάθε τέσσερα χρόνια με τόση λαμπρότητα (Μεγάλα Παναθήναια), που κατά τον 6ο-4ο αι. π.Χ. είχαν πανελλήνια αίγλη, ενώ τα Μικρά Παναθήναια, που γίνονταν κάθε χρόνο είχαν τοπικό χαρακτήρα. Κατά τα Μεγάλα Παναθήναια ετελούντο πολλές τελετές και θυσίες, από τις οποίες σπουδαιότερη ήταν η εκατόμβη (θυσία 100 βοδιών), καθώς και αγώνες ιππικοί, γυμνικοί (αγώνες στίβου) και μουσικοί.
Οι τελετές και οι αγώνες, που διαρκούσαν από 4 – 12 ημέρες, έφθαναν στο αποκορύφωμά τους την 28η Εκατομβαιώνος, γενέθλιος ημέρα της θεάς Αθηνάς, κατά την οποία παραδιδόταν από τον αθηναϊκό λαό στη θεά ένας πέπλος χρυσοκέντητος, που είχαν υφάνει οι αρρηφόροι και οι εργαστίνες, δηλαδή νέα κορίτσια επιφανών οικογενειών στην υπηρεσία της θεάς.

Ο πέπλος μεταφερόταν με μεγαλόπρεπη πομπή από τον Κεραμεικό στην Ακρόπολη, στην αρχή κρεμασμένος στο κατάρτι ενός τροχήλατου πλοίου, ενώ μετά το Ελευσίνιο στα χέρια. Στην πομπή που είχε τελετουργικό χαρακτήρα, μετείχαν μουσικοί που έδιναν τον ρυθμό, αξιωματούχοι, νέοι που οδηγούσαν τα προς θυσία ζώα, νέες με κλαδιά ελιάς και προσφορές μέσα σε καλάθια για τη θεά.
 
Στην Ακρόπολη ο πέπλος παραδιδόταν στους ιερείς, οι οποίοι έντυναν το ξόανο (το παλαιό ξύλινο άγαλμα) της θεάς, που βρισκόταν αρχικά μέσα στον “αρχαίο νεώ“, ενώ αργότερα στο Ερέχθειο. Αυτή την πομπή παρέστησε ο Φειδίας στη ζωφόρο του Παρθενώνα.
 
Η ΩΣ ΤΩΡΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΙΣ
Το στερεό βραχώδες υπόβαθρο και η υψηλή ποιότητα του υλικού και της κατασκευής του κτηρίου είναι οι εσωτερικές προϋποθέσεις χάρις στις οποίες ο Παρθενών έχει χρονική αντοχή υπερπολλαπλάσια της σημερινής ηλικίας του. Η σημερινή του ερείπωση και φθορά είναι αποτέλεσμα κυρίως ανθρώπινων, καταστροφικών ή δημιουργικών πράξεων. Απ’ όλες τις περιπέτειές του βαρύτερη φαίνεται να είναι η καταστροφή που υπέστη το εσωτερικό του σηκού και η στέγη από πυρκαγιά, κατά την διάρκεια μιας βαρβαρικής επιδρομής (267 μ.Χ.).
Η επισκευή του ναού υπήρξε μάλλον πρόχειρη. Οι εσωτερικοί κίονες αντικαταστάθηκαν με τους μικρότερους και πολύ λεπτότερους μιας διώροφης ελληνιστικής εποχής στοάς, η οποία διαλύθηκε χάριν της επισκευής όχι μόνο του Παρθενώνος αλλά και του Ασκληπιείου, που και αυτό είχε καταστραφεί με τον ίδιο τρόπο. Η νέα στέγη κάλυπτε μόνο το σηκό και όχι τα πτερά τα οποία ήδη από τότε μένουν εκτεθειμένα στον καιρό. Τον 6ο Αι. μ.Χ. ο ναός μετατρέπεται σε χριστιανική εκκλησία.
Η ανατολική θύρα αναγκαστικώς καταργείται και στη θέση της προστίθεται μία ημικυκλική μάλλον αψίδα. Η είσοδος στον κυρίως ναό γίνεται από το δυτικό διαμέρισμα με τρεις θύρες που ανοίγονται στο μεσότοιχο. Στο δυτικό διαμέρισμα που καθίσταται ο νάρθηκας της εκκλησίας ιδρύεται και ένα τετράγωνο βαπτιστήριο. Το 12ο Αι. μ.Χ. η εκκλησία ανακαινίζεται.
Μία μεγαλύτερη ημιεξαγωνική αψίδα αντικαθιστά την παλαιότερη, προστίθενται παράθυρα και γίνεται εκτεταμένη τοιχογράφηση. Πολλές τοιχογραφίες σώθηκαν ως την εποχή μας. Με τη Φραγκική κατάκτηση η εκκλησία χρησιμοποιείται χωρίς μετατροπές από τους καθολικούς. Το 1458 ο Παρθενών γίνεται μουσουλμανικό τέμενος με έναν μιναρέ στη ΝΔ γωνία του.
Το 1687 κατά τη διάρκεια της πολιορκίας από τα ενετικά στρατεύματα μία βόμβα πυροδοτεί την αποθηκευμένη στο εσωτερικό του τζαμιού πυρίτιδα και το μεσαίο μέρος του μνημείου ανατινάσσεται και καταρρέει. Αργότερα ένα μικρό τζαμί κτίζεται στο εσωτερικό του ανοικτού ερειπίου.
Το 1802 αφαιρούνται από το μνημείο μεγάλα σύνολα της γλυπτικής του, από τα συνεργεία του λόρδου Έλγιν, και ακολουθεί εκτεταμένη κατεδάφιση των τοίχων από τους Τούρκους.
Με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους αρχίζουν και οι πρώτες προσπάθειες για την αποκατάσταση του Παρθενώνος βάσει ενός προγράμματος που συνέταξε ο σπουδαιότατος κλασικιστής αρχιτέκτων Λέο φον Κλέντσε το 1834. Το 1842-44 καθαιρείται το ερειπωμένο τζαμί και αναστηλώνονται τμήματα των πλευρικών τοίχων ως και δύο κίονες της βόρειας πλευράς. 
 
Το 1872 συμπληρώνονται οι καθαιρέσεις μεταγενεστέρων στοιχείων και γίνονται βλαπτικές στερεώσεις στη δυτική θύρα και τη δυτική πλευρά της ζωφόρου (εις βάρος των επιστυλίων!)
Το 1898-1902 και το 1902-33 γίνονται εκτεταμένες αναστηλωτικές εργασίες από τον Ν. Μπαλάνο με τις οποίες το μνημείο αποκτά την παρούσα μορφή του.
Οι αναστηλώσεις αυτές επαινέθηκαν και δικαίως για τις αρχιτεκτονικές τους αρετές υπήρξαν όμως κακότεχνες και βλαπτικές για το υλικό εξ αιτίας της αλόγιστης χρήσεως του σιδήρου. Η οξείδωση και διόγκωση των σιδηρών στοιχείων προκάλεσε την διάρρηξη των μαρμάρων και την επιτάχυνση άλλων φαινομένων φθοράς.