Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α! - Δωδεκανησιακή Ένωση Επιστημόνων Πανεπιστημίων Ιταλίας

 
 

Free Hit Counter


Επισκέψεις

 
 
   
     
     
     

Newsletter

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!

Η ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ » Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Α!



Απόδειξη αποτελεί το γεγονός πως όταν ακολούθησαν συγκρούσεις μεταξύ των τμημάτων της Αυτοκρατορίας που οδήγησαν σε επανενώσεις αυτές οι συγκρούσεις χαρακτηρίστηκαν ως «εμφύλιες». Δεν νοείται ασφαλώς εμφύλιος πόλεμος μεταξύ διαφορετικών κρατών, συνεπώς οι χωρισμοί της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πριν το 395 ήταν αναμφίβολα διοικητικής και όχι πολιτικής φύσης, δεν δημιούργησαν δηλαδή νέα κράτη. Το ίδιο όμως ισχύει και για την διαίρεση του 395 από τον Θεοδόσιο τον Α'. Η διαίρεση του Θεοδόσιου δεν ήταν η πρώτη, αλλά η τέταρτη και ήταν και αυτή διοικητικής φύσης, όπως αντίστοιχης φύσης ήταν οι διαιρέσεις του Διοκλητιανού έναν αιώνα νωρίτερα και των διαδόχων του Κωνσταντίνου του Α' ή των διαδόχων του Ιουλιανού.


Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι ο Κωνσταντίνος ο Α' και ο Θεοδόσιος ο Α' βρήκαν διοικητικά διαιρεμένη την Αυτοκρατορία, την ένωσαν και αμφότεροι την διαίρεσαν διοικητικά μετά τον θάνατό τους. Όπως προείπαμε οι πόλεμοι που πραγματοποιήθηκαν από τον Κωνσταντίνο τον Α' για την επανένωση της Αυτοκρατορίας χαρακτηρίζονται εμφύλιοι, και όχι άδικα. Το ίδιο όμως θα ίσχυε αν ποτέ συγκρούονταν οι στρατοί Κωνσταντινούπολης και Ραβέννας μετά το 395. Ενδέχεται μάλιστα να είχαν συγκρουστεί αν οι βάρβαροι δεν είχαν εν τω μεταξύ κατακλείσει την Δύση δημιουργώντας ανυπέρβλητα προβλήματα και ο Αυτοκράτορας που θα ένωνε τα δύο τμήματα της Αυτοκρατορίας ενδέχεται να την διαιρούσε ξανά μετά τον θάνατό του, όπως είχε ήδη γίνει τόσες φορές.

Το γεγονός ότι σε αντίθεση με τις προηγούμενες διαιρέσεις τα δύο τμήματα δεν επανενώθηκαν δεν αρκεί για να αποδείξει ότι η διαίρεση του 395 ήταν πολιτική και όχι διοικητική όπως η διάσπαση του 260. Η διαίρεση πραγματοποιήθηκε το 395 αλλά το 407 οι βάρβαροι πέρασαν τον παγωμένο Ρήνο και κατέκλυσαν την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, όχι μόνο στο Δυτικό τμήμα αλλά και στο Ανατολικό. Η Ρωμαϊκή εξουσία δεν μπόρεσε στην Δύση να τους σταματήσει και τελικά κατέρρευσε. Αν δεν είχαν όμως πραγματοποιηθεί οι εισβολές των βαρβάρων του 5ου αιώνα πιθανότατα τα δύο τμήματα θα ξαναενώνονταν όπως είχε γίνει και τις προηγούμενες φορές (324, 361, 375).

Δεν υπήρξε όμως ο απαραίτητος χρόνος γιατί ο Θεοδόσιος διαίρεσε διοικητικά την Αυτοκρατορία το 395 και οι εισβολές των βαρβάρων κατέκλυσαν την Δύση το 407, δηλαδή μόλις 12 χρόνια μετά την διοικητική διαίρεση της Αυτοκρατορίας, είχαν μάλιστα ξεκινήσει από το 402. Μετά το 395 η Κωνσταντινούπολη και η Ραβέννα συνεργάστηκαν όσο αυτό ήταν εφικτό για να αντιμετωπίσουν τα κύματα των βαρβάρων και όταν τελικά οι βάρβαροι επιβλήθηκαν στην Ραβέννα το 476 απευθύνθηκαν στον Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης για νομιμοποίηση της εξουσίας τους.

Η συνεργασία μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Ραβέννας υπήρξε αναμφίβολη, την περίοδο 407 - 476, τόσο κατά τις εισβολές του Αττίλα (434 - 453), όσο και κατά των Βανδάλων, όταν το 468 σε κοινή εκστρατεία απέτυχαν να ανακαταλάβουν την Καρχηδόνα. Η Κωνσταντινούπολη δεν θεωρούσε ξένο έδαφος την Καρχηδόνα ούτε βοηθούσε το 468 ξένο κράτος (την Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) να ανακαταλάβει έδαφός του. Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι ο χωρισμός της αυτοκρατορίας το 395 ήταν διοικητικής και όχι πολιτικής φύσης όπως και οι προγενέστεροι (293-324, 337-361, 364-375). Τα ιστορικά γεγονότα πρέπει να κρίνονται από την ουσία και όχι από το αποτέλεσμα.

Ο χωρισμός του 395 αποδείχτηκε οριστικός επειδή τα δύο τμήματα δεν επανενώθηκαν όπως στο παρελθόν, αλλά αυτό οφειλόταν σε εξωγενείς παράγοντες δηλαδή στις εισβολές των βαρβάρων και όχι σε εσωτερικούς παράγοντες, ούτε στην φύση της διαίρεσης η οποία ήταν πάντα διοικητικής και όχι πολιτικής φύσης. Συνεπώς το 395 ο Θεοδόσιος δεν ίδρυσε νέο κράτος, ούτε είχε αυτό τον σκοπό, όπως αντίστοιχα ο Διοκλητιανός το 293 δεν ίδρυσε νέα κράτη, ούτε ο Κωνσταντίνος το 337, ούτε μετά τον θάνατο του Ιουλιανού πραγματοποιήθηκε κάτι αντίστοιχο το 364. Η περίπτωση του Θεοδοσίου δεν αποτελεί εξαίρεση, ήταν απλά μια διοικητική διαίρεση της Αυτοκρατορίας όπως και οι προηγούμενες.

Συνεπώς ούτε το 395 ιδρύθηκε νέο κράτος. Στην πραγματικότητα για διοικητικούς λόγους διαιρέθηκε η Αυτοκρατορία σε Ανατολικό και Δυτικό τμήμα και για λόγους κυριολεκτικά ανωτέρας βίας δεν επετράπη η επανένωσή τους όπως στο παρελθόν. Αλλά επρόκειτο πάντα για μια Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και το 395 αλλά και μετά έστω και διοικητικά διαιρεμένη. Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ιδρύθηκε νέο κράτος αν η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε διασπαστεί από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μετά από κάποια επανάσταση, όπως το 260 είχαν διασπαστεί οι βραχύβιες Αυτοκρατορίες της Παλμύρας και των Γαλατών. Αν δηλαδή η Κωνσταντινούπολη είχε επαναστατήσει κατά της Ρώμης και είχε σχηματίσει δικό της κράτος.

Βέβαια στην πραγματικότητα η Ραβέννα θα έπρεπε να επαναστατήσει εναντίον της Κωνσταντινούπολης και να διασπαστεί από εκείνη και όχι το αντίθετο αφού το κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από το 330 και μετά βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη και όχι στην Ρώμη ή στην Ραβέννα που έγινε πρωτεύουσα του Δυτικού τμήματος μόλις το 402. Σε κάθε περίπτωση η διαίρεση του 395 συγκρινόμενη με την διάσπαση του 260 δεν έχει καμία σχέση. Όσον αφορά την «πτώση της Ρώμης» το 476 που πολλοί την θεωρούν ορόσημο, θα πρέπει να επαναλάβουμε ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε υπερβεί την πόλη της Ρώμης θεσμικά και μάλιστα από το 293.

Ακόμα και το Μιλάνο ήταν ανώτερο της Ρώμης τον 4ο αιώνα, τουλάχιστον από διοικητικής άποψης. Το σημερινό Μιλάνο είχε καταστεί το 293 πρωτεύουσα του τμήματος που περιλάμβανε την Ιταλία, αντί της Ρώμης, στο Μιλάνο είχε υπογραφεί το 313 το διάταγμα της ανεξιθρησκίας που αποτέλεσε το πρώτο βήμα αναγνώρισης του Χριστιανισμού και όχι στην Ρώμη, ενώ το 395 το Μιλάνο αποτέλεσε την πρώτη πρωτεύουσα του Δυτικού τμήματος και όχι η Ρώμη, συνεπώς ακόμα και το Μιλάνο ξεπερνούσε διοικητικά την Ρώμη τον 4ο αιώνα. Όμως ακόμα και το Μιλάνο δεν ήταν, ούτε κατέστη ποτέ το κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Ακόμα και ο Διοκλητιανός δεν το προτίμησε και προτίμησε το τμήμα που εκείνος θεωρούσε ως σημαντικότερο, δηλαδή το ανατολικό τμήμα που δεν περιλάμβανε την Ρώμη ή την Ιταλία. Στα πλαίσια των αντιλήψεων που θεωρούν τους Ρωμαίους ξένους από τους Έλληνες είναι περίεργο το γιατί οι Αυτοκράτορες της στάθμης του Διοκλητιανού και του Κωνσταντίνου του Α' προτίμησαν να αναζητήσουν στην ανατολή το νέο κέντρο της Αυτοκρατορίας σε εδάφη πολύ μακρινά από την Ρώμη. Όταν τελικά ο Θεοδόσιος χώρισε και αυτός διοικητικά την Αυτοκρατορία σε Ανατολικό και Δυτικό τμήμα η Ρώμη το 395 δεν επανάκτησε τον πρωταγωνιστικό ρόλο που είχε χάσει από το 293.

Δηλαδή 102 χρόνια νωρίτερα, αφού και πάλι το Μιλάνο έγινε η πρωτεύουσα του Δυτικού τμήματος και όχι η Ρώμη. Με δεδομένο το γεγονός ότι σε κάθε περίπτωση η πρωτεύουσα και άρα το κέντρο της Αυτοκρατορίας είχε μεταφερθεί από το 330 στην Κωνσταντινούπολη το κέντρο βάρους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας συνέχισε τον 5ο αιώνα να βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη και όχι στο Μιλάνο ή λίγο αργότερα η Ραβέννα. Για την Ρώμη δεν τίθεται καν θέμα μια και ήταν υποδεέστερη διοικητικά από το Μιλάνο και την Ραβέννα. Στο Δυτικό τμήμα μάλιστα το 402 η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από το Μιλάνο όχι όμως στην Ρώμη αλλά στην Ραβέννα η οποία παρέμεινε πρωτεύουσα του Δυτικού τμήματος ως το 476.


Η πόλη της Ρώμης μάλιστα λεηλατήθηκε το 410 από τους Βησιγότθους και το 455 από τους Βανδάλους. Οι Βησιγότθοι και οι Βάνδαλοι όμως δεν λεηλάτησαν το κέντρο ή την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ούτε καν την πρωτεύουσα του Δυτικού τμήματός της. Η Ρώμη είχε πάψει να είναι πρωτεύουσα από το 293, δηλαδή τουλάχιστον 117 χρόνια πριν την λεηλασία της από τον Αλάριχο και 162 χρόνια πριν την λεηλασία της από τους Βάνδαλους. Η λεηλασία της είχε θεσμική αξία, λόγω της ιστορίας της πόλης αλλά όχι πρακτική. Η πόλη της Ρώμης ανήκε ήδη στο παρελθόν.

Το 476 σηματοδότησε την πτώση όχι της Ρώμης αλλά της Ραβέννας η οποία αν και ήταν πρωτεύουσα του Δυτικού τμήματος σε καμία περίπτωση δεν ήταν το κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οπότε το 476 δεν σηματοδότησε σε καμία περίπτωση το τέλος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της οποίας το κέντρο βρισκόταν από το 330 στην Κωνσταντινούπολη, δηλαδή 146 χρόνια πριν την πτώση της Ραβέννας. Η πόλη της Ρώμης έπεσε όντας επαρχία της Ραβέννας. Είναι παράλογο να θεωρούμε την πτώση της Ραβέννας ως το σημείο πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρχε θεσμικά στην Κωνσταντινούπολη από το 330 και σε καμία περίπτωση στην Ραβέννα.

Δεδομένου ότι το αληθινό κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχε καταστεί η Κωνσταντινούπολη από το 330 και όχι το Μιλάνο, ή η Ραβέννα (για την Ρώμη δεν τίθεται καν θέμα γιατί ήταν κατώτερη διοικητικά τον 4ο και τον 5ο αιώνα από τις τρεις προαναφερόμενες πόλεις) αυτό το κέντρο συνέχισε να υπάρχει και μετά το 476, άρα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία συνέχισε να υπάρχει και μετά το 476. Ούτως ή άλλως η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε υπερβεί την πόλη της Ρώμης από το 212 αν όχι νωρίτερα και η υπέρβαση ολοκληρώθηκε το 293. Σε κάθε περίπτωση η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία όχι μόνο συνέχισε να υπάρχει αλλά και αντεπιτέθηκε τον 5ο αιώνα, όταν ο Ιουστινιανός εισέβαλε το 533 στην Βανδαλική Καρχηδόνα.